Οταν το παίρνεις απόφαση πως την αθανασία δεν μπορεί να την κερδίσεις, πηγαίνεις στο επόμενο αίτημα που μοιάζει περισσότερο εφικτό, λίγη ζωή ακόμα. Εκεί αρχίζουν τα παζάρια με τον χρόνο, με διαστάσεις που δεν τις χωράει το μυαλό αλλά έτσι κι αλλιώς τη λίγη ζωή ακόμη που ζητάς δεν τη θέλεις για να καταλάβεις περισσότερα αλλά για να νιώσεις. Από όλα τα μαντζούνια που υπόσχονται διαστολή του χρόνου, δύο μοιάζει πως το έχουν καταφέρει μέχρι τώρα. Ο έρωτας και η τέχνη. Για τον πρώτο υπάρχουν ενστάσεις πως όχι μόνο δεν τον διαστέλλει αλλά αντίθετα ο φόβος μην τελειώσει το πάθος κάνει τον χρόνο να συρρικνώνεται και να σε στριμώχνει μέσα στη συμπύκνωση των στιγμών που διαρκεί η ηδονή, μετά το κενό.
Η τέχνη συγκεντρώνει λιγότερες ενστάσεις. Ακόμη και στην απλή αφήγησή της που ο χρόνος μοιάζει να κινείται γραμμικά και με αυστηρούς κανόνες, στην ουσία τον κάνει φύλλο και φτερό. Ανατρέπει τον βηματισμό του, κάνει το πεδίο τρισδιάστατο, χάνονται οι γραμμές, γίνεται ένας πίνακας από εκείνους τους «μοντέρνους» που κοροϊδεύαμε πιτσιρίκια. Τον χρόνο τον κάνεις ό,τι θέλεις μόνο στην τέχνη. Αυτός είναι ο λόγος που κλείνεσαι σε ένα θέατρο, που απομονώνεσαι με ένα βιβλίο, που συγκινείσαι με ένα τραγούδι, που βλέπεις χορευτές να τον κοντράρουν στα ίσα με το σώμα τους. Αφήνεις στο χαλάκι όλα τα αξιώματα και μπαίνεις σε ένα δωμάτιο που δεν χρειάζονται αποδείξεις, δεν τις έχει ανάγκη κανένας, δεν τις ζητάει, κατεβαίνεις άγνωστα σκαλιά, θέλεις μόνο να συναντηθείς με όσα στον «πάνω» κόσμο μοιάζουν με φαντάσματα αλλά δεν είναι. Είσαι εσύ. Δεν είμαστε μόνο ό,τι φαίνεται, είμαστε και όλα όσα μπορούμε να φανταστούμε, όποια κατασκευή φτιάξει το μυαλό, όσα ασπόνδυλα και άρρητα μπορείς να αισθανθείς είναι κι αυτά πραγματικός κόσμος.
Και κυρίως, δεν είναι διαλείμματα. Και δεν είναι πάντα «ευχάριστα διαλείμματα». Βρίσκεις πολλά που θα σε ζορίσουν. Αν μετά την επαφή βγεις ακριβώς ίδιος, κάνεις ό,τι κάνεις μια ζωή, είσαι καταναλωτής, τίποτα ιδιαίτερο. Αν δεν αισθανθείς πως κινδυνεύεις και λίγο, όλη η εμπειρία γίνεται μια απλή συναναστροφή.
Ομως ακριβώς όπως δεν πρέπει να αφήνουμε με λευκή επιταγή την πολιτική στους πολιτικούς, έτσι δεν πρέπει να αφήνουμε και την τέχνη εργολαβικά στους καλλιτέχνες. Εκείνοι βέβαια θα αφήσουν το σπουδαίο έργο, θα αφήσουν το βαθύ χνάρι, εκείνοι θα κινητοποιήσουν – γιατί το ταλέντο είναι ακριβό δώρο -, αλλά χωρίς να αναπαράγουμε σχέσεις εξουσίας που θεωρητικώς η τέχνη πολεμάει.
Μια λοξή ματιά, μπορούμε όλοι να προσθέσουμε στη ζωή μας. Γιατί αλλιώς, απλά δεν βγαίνει.
Επειτα, είναι αποδεδειγμένα ο ασφαλέστερος τρόπος να καταλάβεις τους ανθρώπους. Τους διαφορετικούς. Οχι να τους αποδεχθείς, δεν έχουν ανάγκη την αποδοχή σου, να τους καταλάβεις. Να βρεις τα κοινά σημεία σου με εκείνους που στο τέλος του δρόμου μας περιμένει η ίδια φιγούρα. Υπάρχουν τόσοι λόγοι να κλάψουμε όλοι αγκαλιά.