Η νέα κλιμάκωση της πανδημίας κυριαρχεί στην πολιτική ατζέντα και της Γερμανίας. Όταν ο νους μας θα είναι πάλι ελεύθερος και για άλλα πράγματα, η Γερμανία θα έχει νέα κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή θα μιλάει για καινοτομίες και ένα νέο ξεκίνημα. Μετά από 16 χρόνια «μονοκρατορίας» της Αγκελας Μέρκελ, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί έκπληξη. Όσοι αναμένουν πολιτική επανάσταση στην καρδιά της Ευρώπης μετά τις εκλογές, θα απογοητευτούν σύντομα. Η Γερμανία είναι μεγάλη και πλούσια χώρα. Η ευημερία εξηγεί τον δομικό συντηρητισμό της. Αν η νέα κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να φέρει αλλαγές, αυτό γίνεται κυρίως με το επιχείρημα ότι η καινοτομία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση αυτής της ευημερίας.
Δεν είναι εποχή για σκληρή δημοσιονομική πολιτική
Η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί προτεραιότητα, στην οποία συμφωνούν όλα τα κόμματα. Στο θέμα αυτό η Γερμανία επιθυμεί να είναι ο βηματοδότης της Ευρώπης – με τις μικρότερες χώρες να ακολουθούν το παράδειγμά της. Στους τομείς της δημοσιονομικής και εξωτερικής πολιτικής ριζικές ρήξεις είναι μάλλον απίθανες. Αυτό δείχνει η ανάγνωση των 177 σελίδων της προγραμματικής συμφωνίας της κυβέρνησης συνασπισμού για την επόμενη τετραετία. Στο επίκεντρο πολλών συζητήσεων βρίσκεται η δημοσιονομική πολιτική. Ο διορισμός του Κρίστιαν Λίντνερ στη θέση του υπουργού Οικονομικών σηματοδοτεί σημαντική επιτυχία του Φιλελεύθερου Κόμματος και της ιδέας μιας συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής. Όμως οι καιροί δεν είναι κατάλληλοι για επιστροφή στη σκληρή λιτότητα. Το απαγορεύουν οι δραματικές συνέπειες της πανδημίας και οι αναγκαίες επενδύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Πρώτες ενδείξεις προγραμματικής … ελαστικότητας στο ζήτημα αυτό φαίνονται ακόμη και πριν οι νέοι υπουργοί αναλάβουν τα καθήκοντα τους. Ο συμβιβασμός είναι βασικός συντελεστής της πολιτικής κουλτούρας της Γερμανίας. Από εδώ και στο εξής τρία κόμματα με διαφορετικές ιδεολογίες πρέπει να συμφωνούν στα κεντρικά θέματα. Τον τελευταίο λόγο θα έχει ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς που συνεργάστηκε με την Άγκελα Μέρκελ ως αντικαγκελάριος για αρκετό καιρό. Προσωποποιεί την πολιτική συνέχεια στο Βερολίνο καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Φυσικά, θα υπάρξουν νέες «πινελιές». Θα δούμε διαφοροποιήσεις και στην εξωτερική πολιτική, όπου το ύφος της επικοινωνίας αναμένεται να είναι πιο σκληρό στις σχέσεις με την Κίνα, τη Ρωσία και την Τουρκία. Ωστόσο, η ρήξη με τις απολυταρχικές κυβερνήσεις – και την Τουρκία του Ερντογάν – δεν θα είναι ο στόχος της νέας υπουργού Εξωτερικών του Κόμματος των Πρασίνων.
Πόσο συνεπείς θα είναι οι Πράσινοι με το κατοχικό δάνειο;
Στην προεκλογική εκστρατεία, οι Πράσινοι είχαν ζητήσει την απαγόρευση εξαγωγής σύγχρονων υποβρυχίων στην Άγκυρα. Στο κυβερνητικό πρόγραμμα δεν υπάρχει καμία αναφορά. Αντ’ αυτού η νέα κυβέρνηση ανακοίνωσε γενικά ότι θα θεσπίσει νόμο που θα περιορίζει τις εξαγωγές όπλων. Μια παρόμοια “ασυνέπεια” συναντούμε και στην ανακοίνωση των Πρασίνων ότι θα θέσουν στην ημερήσια διάταξη της γερμανικής πολιτικής το θέμα των ναζιστικών εγκλημάτων στην Ελλάδα στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ως ένδειξη καλής θέλησης, η Γερμανία θα πρέπει να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και τις ατομικές αποζημιώσεις, ζήτησε το οικολογικό κόμμα από τα έδρανα της αντιπολίτευσης – πριν τις εκλογές.
Αλλά μετά τις εκλογές μάταια ψάχνει κανείς συγκεκριμένες αναφορές στις κυβερνητικές εξαγγελίες για την επόμενη τετραετία. Εκεί διαβάζουμε ότι η νέα κυβέρνηση θα προωθήσει την «κουλτούρα μνήμης» και θα χρηματοδοτήσει ένα κέντρο τεκμηρίωσης των εγκλημάτων της γερμανικής κατοχής. Κάτι είναι και αυτό, μπορεί να πει κανείς. Απέχει όμως αρκετά από τις γενναιόδωρες φιλελληνικές δηλώσεις πριν από τις εκλογές. Οι προεκλογικές εξαγγελίες συναντούν πλέον την Realpolitik. Αυτό ισχύει και στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Όσο πιο γρήγορα το συνηθίσουμε τόσο το καλύτερο.
Ρόναλντ Μαϊνάρντους
Ο Δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι Πολιτικός Αναλυτής, Σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 είχε διατελέσει διευθυντής της ελληνικής σύνταξης της Deutsche Welle.