Το κοινοβούλιο της Ρώμης θα ψηφίσει σε δυο μήνες, αλλά οι ζυμώσεις- ιδίως τις τελευταίες ημέρες- είναι αδιάκοπες. Αδιαμφισβήτητο «φαβορί» είναι ο σημερινός τεχνοκράτης πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι. Με διεθνούς κύρους προφίλ, θα μπορούσε να εξασφαλίσει σχεδόν το 80% των ψήφων.
Θα δεχθεί όμως να εγκαταλείψει την πρωθυπουργία σε μία φάση κρίσιμης οικονομικής ανάκαμψης για τη χώρα, με τεράστια ανάγκη στοχευμένης και προσεκτικής διαχερίσης των ευρωπαϊκών κονδυλίων; Μια άλλη πιθανή εξέλιξη, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, είναι ο «σούπερ Μάριο» να παραμείνει, σε αυτή την φάση, επικεφαλής της κυβέρνησης και να προταθεί στη συνέχεια για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πληθαίνουν οι υποψήφιοι
Στα ονόματα κοινής αποδοχής για την Προεδρία που ακούγονται έντονα περιλαμβάνεται ο κεντρώος Πιέρ Φερντινάντο Καζίνι (πρώην χριστιανοδημοκράτης που εξελέγη βουλευτής ως ανεξάρτητος στα ψηφοδέλτια του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος), αλλά και μία γυναίκα: η Μάρτα Καρτάμπια, νυν υπουργός Δικαιοσύνης και πρώην πρόεδρος του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Μια ολιγόλογη δικαστικός, η οποία χαίρει της ευρύτερης εκτίμησης των πολιτικών δυνάμεων.
Στην Ιταλία, βέβαια, γνωρίζουν όλοι καλά ότι, κατά παράδοση, οι πρόεδροι της Δημοκρατίας επιλέγονται στο «παρά πέντε», σχεδόν πάντα αφότου στο Κοινοβούλιο έχουν ήδη αρχίσει οι σχετικές ψηφοφορίες. Στη φάση αυτή η συντηρητική παράταξη διαθέτει περισσότερες ψήφους στη Βουλή και στη Γερουσία απ’ ότι τα Πέντε Αστέρια και η Κεντροαριστερά. Ο πρώην μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, με το μικρό κόμμα του Ζωντανή Ιταλία, είναι επίσης πιθανό να συμπορευθεί με την Κεντροδεξιά.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι γνωρίζει πολύ καλά την όλη κατάσταση και δεν το βάζει κάτω: στα ογδόντα πέντε του χρόνια, με δίκες για χρηματισμό νέων γυναικών στην υπόθεση Μπούνγκα Μπούνγκα ακόμη σε εξέλιξη, θέτει κι αυτός υποψηφιότητα για το ύπατο αξίωμα της χώρας. Δύσκολο να τα καταφέρει, διότι πολλοί τον θεωρούν από μη ενδεδειγμένο έως και άκρως ακατάλληλο. Ένα είναι βέβαιο, πάντως: ο «μίστερ τιβί» δεν πρόκειται να κάνει πίσω μέχρι και την τελευταία στιγμή, μέχρι να εξαντλήσει κάθε περιθώριο πειθούς και διαπραγμάτευσης.
Θεόδωρος Ανδρεάδης-Συγγελλάκης, Ρώμη