Ίσως κάποια η στιγμή η περίοδος του διανύουμε χαρακτηριστεί ως αυτή της «μεγάλης αναδίπλωσης» των ΗΠΑ σε σχέση με τη Μέση Ανατολή.

Παρότι οι ΗΠΑ είναι ήδη σε μια τροχιά σύγκρουσης με τη Ρωσία – χαρακτηριστική η φόρτιση των εξελίξεων γύρω από το Ουκρανικό –, την ώρα που σταθμίζουν το πώς θα αντιμετωπίσουν μιαν αντιπαράθεση με την Κίνα που τους φαντάζει αναπόφευκτη, αυτό δεν μεταφράζεται σε ανάλογη αυξημένη παρεμβατικότητα σε άλλα μέτωπα.

Ο προηγούμενος Ψυχρός Πόλεμος σε μεγάλο βαθμό διεξήχθη και δι’ αντιπροσώπων σε μια σειρά από ζώνες του πλανήτη, ιδίως αυτές που είχαν μόλις βγει ή έβγαιναν από την αποικιοκρατία. Σχεδόν κάθε γεωπολιτική αντιπαράθεση «φορτιζόταν» από τη σύγκρουση ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα.

Στην τρέχουσα φάση οι ΗΠΑ δεν επιλέγουν την ίδια στάση. Άλλωστε, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα: μπορεί π.χ. οι ΗΠΑ να μη βλέπουν με καλό μάτι την καθοριστική παρουσία της Ρωσίας στη Συρία, αλλά εξαρχής δεν είχαν μια εναλλακτική λύση να υποστηρίξουν απέναντι στο καθεστώς Άσαντ (ιδίως από τη στιγμή που από τις ένοπλες ισλαμικές οργανώσεις προέκυψε και το Ισλαμικό Κράτος), την ίδια ώρα που με τη Ρωσία διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας τόσο η Αίγυπτος όσο και το Ισραήλ (για να εξασφαλίσει εγγυήσεις σε σχέση με τη δράση φιλοϊρανικών οργανώσεων).

Επιπλέον, όλα αυτά έχουν να κάνουν και με τα οδυνηρά μαθήματα μιας προηγούμενης «αυτοκρατορικής αλαζονείας» των ΗΠΑ. Η αποχώρηση από το Αφγανιστάν και η επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία (έστω και σε μια πιο «ρεαλιστική» εκδοχή τους που επιδιώκει τη διεθνή αναγνώριση) και η προετοιμασία της πλήρους απεμπλοκής από το Ιράκ, κλείνουν έναν κύκλο με μεγάλο κόστος και όχι απαραίτητα κέρδος που να αντισταθμίζει αυτό το κόστος. Εξ ου και η σαφής απροθυμία κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης με το Ιράν και η προσπάθεια να διασωθούν οι συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα.

Παράλληλα, χωρίς να διακυβεύεται ή γενική προσήλωση στη συνεργασία με το Ισραήλ, η τρέχουσα αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει δοκιμάσει να πάρει πρωτοβουλίες ανάλογες με της προηγούμενης για «συνολική λύση», την ώρα που και το Ισραήλ ψηλαφεί τη «μετά Νετανιάχου» εποχή.

Οι μοναρχίες του Κόλπου σε αναζήτηση προσανατολισμού

Όλα αυτά συμπίπτουν με μια μεταβατική περίοδο για τις μοναρχίες του Κόλπου. Μεταβατική όχι μόνο ως προς τη μετάβαση σε μια επόμενη γενιά (τόσο στη Σαουδική Αραβία όσο και στα ΗΑΕ «ισχυροί άντρες» είναι οι πρίγκιπες διάδοχοι) αλλά και ως προς το συνολικό προσανατολισμό.

Αυτό έχει να κάνει τόσο με τον ορατό ορίζοντα μιας εποχής χωρίς ορυκτά καύσιμα, άρα και χωρίς πετρέλαιο και άρα το ερώτημα του παραγωγικού μετασχηματισμού τους, όσο και με το με ποιον τρόπο οι κραδασμοί από την αντιπαράθεση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα θα φτάσουν μέχρι τον Κόλπο.

Αυτή η επίγνωση μιας «αλλαγής εποχής» διαμορφώνει με έναν τρόπο και τη συνθήκη ενός νέου ρεαλισμού στην προσέγγισή τους.

Η αμερικανική αναδίπλωση ως καταλύτης

Η αμερικανική αναδίπλωση λειτουργεί έτσι ως καταλύτης για τη μετάβαση σε μια αντίληψη των ισορροπιών. Μέχρι τώρα η αμερικανική παρουσία και οι εκάστοτε προτεραιότητες διαμόρφωναν ένα έδαφος που οριακά δικαιολογούσε κάθε λογής πρωτοβουλίες ή τροφοδοτούσε ακόμη και σκέψεις για τυχοδιωκτισμούς στο βαθμό που μπορούσε κανείς να επενδύσει και σε υπερατλαντική στήριξη.

Αυτό φόρτιζε και όλο το φάσμα των διαιρέσεων που υπήρχαν στον ευρύτερο ισλαμικό κόσμο και τη Μέση Ανατολή: την αντιπαράθεση ανάμεσα στο ρεύμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τόσο τα «κοσμικά» καθεστώτα όσο και τις συντηρητικές μοναρχίες του Κόλπου, τη σύγκρουση με το Ιραν και φυσικά το πάντα ανοιχτό στη συνείδηση ιδίως των κοινωνιών Παλαιστινιακό

Στο φόντο της αμερικανικής αναδίπλωσης οι αντιθέσεις αυτές προφανώς και δεν αναιρούνται. Όμως, οι δυνάμεις και οι χώρες που εμπλέκονται καλούνται να σταθμίσουν τη συγκυρία και αυτό εκ των πραγμάτων οδηγεί πολύ περισσότερο στην αναζήτηση ισορροπιών και δρόμων συνεννόησης.

Και βέβαια δεν έχουν πια και την ίδια διάθεση να «εξυπηρετήσουν» τις ΗΠΑ. Η στάση τόσο της Σαουδικής Αραβίας όσο και των ΗΑΕ στο θέμα της αύξησης της παραγωγής πετρελαίου – ώστε να υποχωρήσουν οι τιμές – ήταν από αυτή την άποψη ενδεικτική.

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στο νέο τοπίο

Παρότι τα ΗΑΕ δείχνουν να είναι μια πιο «παρεμβατική» δύναμη – ενδεικτική η στάση τους απέναντι στο Κατάρ ή ο τρόπος που ενεπλάκησαν στην κρίση της Λιβύης – εντούτοις η βασική προτεραιότητά τους είναι η διατήρηση εκείνου του βαθμού σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή τους που θα αποτρέψει το ενδεχόμενο να παρασυρθούν σε μια ευρύτερη περιφερειακή σύγκρουση.

Και αυτό εξηγεί μια σειρά από βήματα που έχουν κάνει. Η πρόσφατη συνάντηση του Αλί Μπαγκέρι Κανί, αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών και κορυφαίου διαπραγματευτή του Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα, με τον Ανουάρ Γκαργκάς, διπλωματικό σύμβουλο του προέδρου των ΗΑΕ και τον Χαλίφα Σαχίν Αλμαράρ, υπουργό για τις εξωτερικές υποθέσεις, σε αυτή την αναζήτηση νέων πεδίων συνεννόησης ακόμη και με τον βασικό αντίπαλο των μοναρχιών του Κόλπου  ως προς την περιφερειακή επιρροή.

Στην ίδια κατεύθυνση και η επαναπροσέγγιση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με τη Δαμασκό (παρά την αρχική τους υποστήριξη προς την αντιπολίτευση) στο φόντο και των οικονομικών και επενδυτικών ευκαιριών που διαμορφώνει η προοπτική της ανοικοδόμησης της μεταπολεμικής Συρίας.

Και βέβαια σε αυτό το φόντο είναι που αποκτά ξεχωριστή σημασία και η επαναπροσέγγιση με την Τουρκία παρά την προηγούμενη ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες, ένταση που δεν αφορούσε μόνο το γεγονός ότι ο Ερντογάν εκπροσωπούσε μια παραλλαγή του σχεδίου της Μουσουλμανικής Αδελφότητας αλλά και τη στήριξη αντίπαλων παρατάξεων σε κρίσιμα μέτωπα όπως αυτό της Λιβύης.

 

Η σημασία της επίσκεψης του ΜΒΖ στην Άγκυρα

Αυτό εξηγεί γιατί ήταν ιδιαίτερα σημαντική η επίσκεψη του πρίγκιπα-διαδόχου – και πραγματικού ηγέτη– των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων Σεΐχη Μοχάμεντ Μπιν Ζαγέντ αλ Ναχιάν (γνωστού ως MBZ) στην Άγκυρα στις 24 Νοεμβρίου.

Η επίσκεψη αυτή έκλεισε έναν κύκλο οξυμένης αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο χώρες, με αποκορύφωμα την περίοδο αμέσως μετά το πραξικόπημα του 2016 όταν η τουρκική κυβέρνηση είχε κατηγορήσει ουσιαστικά τα ΗΑΕ για εμπλοκή στην προσπάθεια ανατροπής του Ερντογάν.

Αλλά ακόμη και πρόσφατα ήταν από τα ΗΑΕ, όπου έχει βρει καταφύγιο, που ο τούρκος μαφιόζος Σεντάτ Πεκέρ αναρτούσε τα βίντεο στα οποία περιέγραφε τη διαφθορά της τουρκικής κυβέρνησης.

Όμως, τώρα φαίνεται ότι οι δύο χώρες αναζητούν διαύλους επικοινωνίας.

Για τα Εμιράτα αυτό εντάσσεται σε έναν κύκλο διαμόρφωσης νέων ισορροπιών στην περιοχή (καθόλου τυχαία θέλουν να μεσολαβήσουν και μια επαναπροσέγγιση του Ερντογάν με τον Μπασάρ αλ-Άσαντ), ενώ αναμφίβολα ρόλο παίζουν και οι σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες σε μια μεγάλη αγορά όπως είναι η τουρκική, ευκαιρίες που ενισχύονται και από την υποχώρηση της τουρκικής λίρας.

Την ίδια ώρα ο Ερντογάν αναζητά επενδυτές για να μπορέσει να τονώσει μια τουρκική οικονομία που δέχεται το πλήγμα του πληθωρισμού και της υποχώρησης της ισοτιμίας της λίρας, ενώ προσπαθεί να ανασυγκροτήσει ένα φάσμα αν όχι συμμαχιών τουλάχιστον συνεννόησης στην περιοχή, ώστε να αντισταθμίσει το πλήγμα που αποτέλεσε η απώλεια του άμεσου διαύλου επικοινωνίας με την αμερικανική κυβέρνηση που είχε στην εποχή Τραμπ.

Με την Τουρκία να θέλει να εξέλθει μιας σχετικής απομόνωσης στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως σε σχέση με την ΕΕ, τη σχέση της Άγκυρας με τη Μόσχα να δοκιμάζεται εξαιτίας των τουρκικών ανοιγμάτων προς το Αζερμπαϊτζάν και ευρύτερα σε πεδία που η Μόσχα θεωρεί ότι αφορούν τη ρωσική «ζώνη ευθύνης» και τις προσπάθειες του Ερντογάν για επαναπροσέγγιση με την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία να μην κινούνται με ιδιαίτερα γοργούς ρυθμούς, είναι προφανές ότι τα ΗΑΕ είδαν μια ευκαιρία να κατοχυρώσουν τη θέση τους ως δύναμη που προετοιμάζεται για την «επόμενη μέρα» στη Μέση Ανατολή.