Η Εξεταστική Επιτροπή η οποία θα διερευνήσει αν η κυβέρνηση χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί κρατικό χρήμα προκειμένου να φιλοτεχνεί την εικόνα της συνολικά και του Πρωθυπουργού ειδικότερα έχει μία ιδιαιτερότητα: η αντιπολίτευση που την επέβαλε, περιορίζει τον χρονικό της ορίζοντα σε μια διετία, από το 2019 και εντεύθεν.
Είναι εκ των πραγμάτων μια ανάπηρη διαδικασία με προκαθορισμένο αποτέλεσμα. Η αξιωματική αντιπολίτευση θα επιχειρήσει να αποδείξει ότι η αποδοχή που απολαμβάνει η κυβέρνηση (ή απολάμβανε τέλος πάντων έως πρόσφατα) είναι αποτέλεσμα της χρηματοδότησης μέσω της «λίστας Πέτσα». Η δε κυβερνητική παράταξη θα ισχυρίζεται ότι τίποτε δεν έχει συμβεί και πως η «λίστα Πέτσα» ήταν το αποτέλεσμα της αδήριτης ανάγκης για τη χώρα να πεισθεί η κοινωνία ότι ο κίνδυνος από την πανδημία είναι τεράστιος και πρέπει να τηρηθούν όλα τα μέτρα για να αποφύγουμε μια τραγωδία.
Δύσκολα θα παραδεχτούν όμως κυβέρνηση και αντιπολίτευση ότι η «λίστα Πέτσα» βοήθησε ώστε να μην εξαφανιστεί, λόγω της πανδημίας, ο Τύπος. Εντυπος και ηλεκτρονικός.
Ο υπογράφων δεν είναι αφελής, ούτε ερασιτέχνης με τη δημοσιογραφία, ούτε ανυποψίαστος με την πολιτική. Προφανώς με τη «λίστα Πέτσα» εξυπηρετήθηκαν και προσωπικές επιδιώξεις και φιλοδοξίες και κομματικά ρουσφέτια. Γνωστά άγνωστα χέρια ενέταξαν σε αυτήν ΜΜΕ-σφραγίδες και άλλα των οποίων την ύπαρξη γνώριζαν ο ιδιοκτήτης τους και οι στενοί συγγενείς του, και ίσως όχι όλοι. Προφανέστατα επίσης υπήρξαν και κραυγαλέοι αποκλεισμοί – επί της ουσίας. Στοχευμένες πολιτικές πράξεις σε βάρος μέσων ενημέρωσης που εξυπηρετούν τις ανάγκες της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ομως η μεγάλη πλειονότητα των κεφαλαίων που διατέθηκαν, αν και όχι απολύτως με δίκαια και ισότιμα κριτήρια όλα, δόθηκαν προκειμένου να στηριχθεί ο βάναυσα πληγωμένος από το lockdown κατά την πρώτη φάση της πανδημίας Τύπος. Ειδικά ο έντυπος. Του οποίου οι κυκλοφορίες καταβαραθρώθηκαν εξαιτίας της αδυναμίας των πολιτών να μετακινηθούν στα σημεία πώλησης των εφημερίδων και των περιοδικών.
Δεν είναι λοιπόν κάτι καινούργιο αυτό. Το γνωρίζουν όλοι, και πρώτη η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία όμως τι κάνει; Συνεχίζει, με την πρόταση για την Εξεταστική Επιτροπή, τον ίδιο ανηλεή πόλεμο κατά του Τύπου, που δεν υποτάσσεται στις επιδιώξεις της, ακριβώς όπως έκανε και την περίοδο της διακυβέρνησής της. Επιχειρεί έτσι να ανασυνθέσει το δικό της πρόβλημα αξιοπιστίας.
Δεν αρέσει γιατί ο «πετσοταϊσμένος» Τύπος (όπως τον ελεεινολογεί) είναι εξωνημένος και επηρεάζει την κοινωνία αρνητικά όσον αφορά τη δική της εικόνα.
Τίποτε πιο χυδαίο από αυτό.
Η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ και του ηγέτη του είναι αυτή που είναι επειδή είναι εμφανής η αδυναμία τους να διαμορφώσουν μια σοβαρή πολιτική πρόταση για τη χώρα. Αδυναμία που την πολλαπλασιάζει η ανικανότητά τους να ξεφύγουν από ένα παρελθόν που το «κοσμούν» πλήθος ψευδών, αλαζονικών στάσεων, νεποτισμού, καιροσκοπισμού και άκρατου λαϊκισμού. Εν ολίγοις, όταν δεν κάνουν κανενός είδους αυτοκριτική, δεν εξηγούν, δεν απολογούνται ίσως για όσα έπραξαν ή παρέλειψαν να πράξουν, πώς άραγε περιμένουν ότι θα βελτιωθεί η εικόνα τους στην κοινωνία;
Οταν λ.χ. δεν έχουν απολογηθεί επί της ουσίας που οδήγησαν τη χώρα στο 3ο και χειρότερο μνημόνιο, που την καθιστά όμηρο των δανειστών για τα επόμενα 60 ή 70 χρόνια, είναι πραγματικά αστείο να χρεώνουν στον Τύπο και την οποιαδήποτε «λίστα Πέτσα» το γεγονός ότι η κοινωνία τούς έχει γυρίσει την πλάτη. Κι αυτό, φευ, δεν θα το εξαγάγει ως συμπέρασμα, όχι μία, αλλά δέκα εξεταστικές να συγκροτήσουν. Αρκεί που το εξάγει η κοινή λογική…