Οσο απογοητευτικό κι αν ήταν το… κλείσιμο της παγκόσμιας συνδιάσκεψης για το κλίμα του ΟΗΕ (COP26) στη Γλασκώβη, το μήνυμα ήταν σαφές. Η ανάγκη απεξάρτησης της παγκόσμιας οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα και ο τερματισμός των επιδοτήσεών τους αναφέρονται σαφώς στο τελικό κείμενο της απόφασης, όπως επίσης και η αναγνώριση της ανάγκης να αυξηθούν οι επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια, διασφαλίζοντας μια δίκαιη μετάβαση.
Στην Ελλάδα ο κλιματικός νόμος παρουσιάστηκε και παίρνει τον δρόμο για τη Βουλή, ενώ το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) βρίσκεται υπό αναθεώρηση για να «κουμπώσει» με τους στόχους της ΕΕ για μηδενικές εκπομπές άνθρακα έως το 2050. Παράλληλα, προετοιμάζονται από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) άλλα δύο νομικά κείμενα για τις πράσινες τεχνολογίες που αφορούν τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και την αποθήκευση ενέργειας, ώστε να προχωρήσουν οι απαραίτητες επενδύσεις που θα διασφαλίσουν για τη χώρα μας τη δυνατότητα να συμβάλει – στο ποσοστό που της αναλογεί – στους στόχους περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και συγκράτησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου.
Στόχος για 2 GW έως το 2030
Οσον αφορά τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, όπως είχε προσφάτως δηλώσει και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Σύνοδο Κορυφής της πρωτοβουλίας Middle East Green Initiative στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, έχει τεθεί στόχος για 2 GW έως το 2030, ο οποίος συνδέεται με τον σχεδιασμό της κυβέρνησης για κινητοποίηση πράσινων επενδύσεων πάνω από 25 δισ. ευρώ ώστε να επιτύχει η Ελλάδα τη μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικού άνθρακα.
Για να υλοποιηθεί ο στόχος των 2 GW υπεράκτιων πάρκων, θα απαιτηθούν επενδύσεις 6 δισ. ευρώ, αλλά και ειδικοί χειρισμοί ώστε να πειστούν οι τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα, πρέπει να αναβαθμιστούν οι λιμενικές υποδομές και τα ναυπηγεία, να ολοκληρωθούν οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις, ενώ απαιτούνται ιδιαίτεροι χειρισμοί στον γεωπολιτικό παράγοντα.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να προηγηθεί η ψήφιση του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου για την ανάπτυξη των θαλάσσιων αιολικών, το οποίο παρουσίασε στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 4 Νοεμβρίου ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
Σύμφωνα με τον υπουργό, με τη νομοθετική πρωτοβουλία διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, καθώς το κράτος θα ορίζει την επιλογή των θαλάσσιων περιοχών ανάπτυξης οι οποίες θα παραχωρούνται σε επενδυτές με ανταγωνιστικές διαδικασίες, ενώ θα διατηρεί τον έλεγχο της ισχύος που θα δημοπρατείται. Στόχος του ΥΠΕΝ είναι έως το τρίτο τρίμηνο του 2022 το Δημόσιο να επιλέξει θαλάσσια οικόπεδα εντός των οποίων θα αναπτυχθούν τα πάρκα και να ακολουθήσει ο καθορισμός των πολυγώνων.
Ετσι, το δεύτερο τρίμηνο του 2023 εκτιμάται ότι θα μπορεί να προχωρήσει η παραχώρησή τους σε επενδυτές μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών, ώστε τα έργα να έχουν ωριμάσει έως τα τέλη του 2025 και να ακολουθήσουν οι διαγωνισμοί για την εξασφάλιση «ταρίφας» για την παραγόμενη μεγαβατώρα το 2026. Τις διασυνδέσεις των πάρκων με το εθνικό σύστημα μεταφοράς ρεύματος θα σχεδιάσει ο ΑΔΜΗΕ.
Ηδη την προοπτική υλοποίησης θαλάσσιων αιολικών πάρκων «σκανάρουν» μεγάλοι παίκτες της ελληνικής αγοράς. Την αυλαία είχε ανοίξει η ΤΕΡΝΑ με τη στρατηγική συνεργασία του ομίλου με την Ocean Winds (σύμπραξη της πορτογαλικής EDP και της γαλλικής ENGIE) για την ανάπτυξη πλωτών υπεράκτιων πάρκων δυναμικότητας άνω του 1,5 GW σε βάθος δεκαετίας. Επίσης, συμμαχίες για επενδύσεις σε υπεράκτια πάρκα αναζητούν η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, τα ΕΛΠΕ και η Μότορ Οϊλ, ενώ η Mytilineos έχει ανακοινώσει συμφωνία με τη δανέζικη Copenhagen Infrastructrure Partners (CIP) για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Τα ελληνικά νερά «ακτινογραφούν» και ξένοι παίκτες όπως είναι οι αμερικανικές Quantum, Principal Power και BlueFloat, η νορβηγική Equinor, η ολλανδική Shell, η ισπανική Iberdrola, η Ideol, η Innogy κ.ά.
Eγκατάσταση και λειτουργία σταθμών
Η διαμόρφωση του ελληνικού Green Deal θα έχει στο επίκεντρο και την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Εκκρεμούν ωστόσο ακόμη το πλαίσιο αδειοδότησης για την εγκατάσταση και λειτουργία των σταθμών αποθήκευσης και ο καθορισμός του πλαισίου ενίσχυσης για τους υβριδικούς σταθμούς παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ που συνδυάζονται με εγκαταστάσεις αποθήκευσης. Το σχετικό νομοσχέδιο, που βρίσκεται υπό επεξεργασία, προβλέπει την καθιέρωση τριών κατηγοριών αδειών για μονάδες αμιγούς αποθήκευσης, υβριδικά έργα και καταναλωτές με ενσωματωμένη μονάδα αποθήκευσης.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι εδώ και καιρό δεδομένο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (Σεπτέμβριος 2021), έχουν ήδη εγκριθεί 8 GW έργων αποθήκευσης, ενώ εκκρεμεί η έγκριση άλλων 7 GW. Η υλοποίηση στο σύνολό τους κρίνεται ότι θα είναι ανέφικτη, καθώς υπερκαλύπτουν κατά πολύ τις μεσοπρόθεσμες ανάγκες του ενεργειακού συστήματος της χώρας.
Για την επίτευξη του στόχου ανάπτυξης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας που έχει τεθεί από το υφιστάμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (δηλαδή 19 GW το 2030), βάσει μελέτης που πραγματοποιήθηκε από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο για λογαριασμό της ΡΑΕ, προκύπτει ανάγκη ανάπτυξης περίπου 1,5 GW έργων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας – 1 GW με τη μέθοδο της αντλησιοταμίευσης και 0,5 GW με νέες τεχνολογίες μπαταριών. Αλλά ακόμη και με την επικείμενη αναθεώρηση του ΕΣΕΚ, η οποία θα θέτει πιο φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ, τα αναγκαία έργα αποθήκευσης, όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, δεν θα ξεπερνούν τα 3 με 3,5 GW.
Tο μεγάλο έργο αντλησιοταμίευσης
Το πράσινο φως από τη ΡΑΕ για έργα αποθήκευσης με μπαταρίες ήδη έχουν πάρει η ΔΕΗ, η Eunice, ο όμιλος Κοπελούζου κ.ά. Επίσης, ώριμο είναι και το μεγάλο έργο αντλησιοταμίευσης της ΤΕΡΝΑ στην Αμφιλοχία, μια επένδυση 500 εκατ. ευρώ, το μοναδικό έργο αποθήκευσης που περιλαμβάνεται στη λίστα των έργων που θα ενισχυθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης. Επίσης, και ο ΑΔΜΗΕ έχει ξεκινήσει δύο πιλοτικές προσπάθειες για αποθήκευση ενέργειας στη Θήβα και στη Νάξο.