Ο Γκιοκχάν Μπατσίκ εγκαταλείπει την Τουρκία λίγες ώρες μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016. Οι ενδείξεις για τον ίδιο ήταν εξόχως αρνητικές. Η Σχολή Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Ipek της Αγκυρας, όπου εργαζόταν ως κοσμήτορας, είχε κλείσει με κυβερνητική εντολή. Η ταυτόχρονη στοχοποίησή του από τα μέσα ενημέρωσης, εξαιτίας των ακαδημαϊκών λόγων και άρθρων του εναντίον του καθεστώτος Ερντογάν, κατέστησαν τη φυγή του μονόδρομο.
Ο Μπατσίκ, πλέον, ζει στην Τσεχία και εργάζεται ως καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Ολομουτς. Συνεχίζει βεβαίως και παρακολουθεί στενά όσα συμβαίνουν στη χώρα καταγωγής του. Πρόσφατα, μάλιστα, κυκλοφόρησε και το νέο του βιβλίο με τίτλο «Σύγχρονο ορθολογιστικό Ισλάμ στην Τουρκία: Η θρησκευτική αντίθεση στη σουνιτική αναβίωση». Μιλώντας στο «Βήμα», ο τούρκος καθηγητής υποστηρίζει ότι ο σουνιτισμός δεν καθορίζει με σαφήνεια τη σχέση και την απόστασή του με την εξουσία. «Το προσανατολισμένο στο κράτος χαρακτηριστικό του σουνιτισμού μετέτρεψε το Ισλάμ σε ένα είδος δεξιού παραδείγματος όπου ο ατομικισμός και η αντίθεση θυσιάζονται στον κοινοτισμό και στη σταθερότητα. Με αυτόν τον τρόπο, το βιβλίο μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια που ζητεί τη μεταρρύθμιση του Ισλάμ» λέει.
Δύση και πολιτικό Ισλάμ
Στο μείζον ερώτημα εάν και πόσο συνάπτονται οι δυτικές δημοκρατίες με το μοντέλο του πολιτικού Ισλάμ, είναι ξεκάθαρος. «Θεωρητικά», σημειώνει, «το πολιτικό Ισλάμ μπορεί να ερμηνευθεί με τρόπο που ταιριάζει στις ευρωπαϊκές αξίες. Ωστόσο, στην πράξη τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οπου έχει δοκιμαστεί το πολιτικό Ισλάμ είχε ως αποτέλεσμα παθογένειες όπως αυταρχισμός, διαφθορά, αντιδυτικισμός». Προχωρώντας τον συλλογισμό του, ο καθηγητής αναφέρεται στην Τουρκία, η οποία όπως σημειώνει «έχει γίνει μια εσωτερική, αυταρχική κοινωνία, ιδιαίτερα μετά το 2013. Ετσι, οι αμοιβαίες ανάγκες ασφάλειας και ο ρεαλισμός κυριαρχούν στις σχέσεις της Αγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ενωση».
«Ισως δεν ανακοινωθεί ποτέ, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι η προοπτική να γίνει η Τουρκία μέλος της ΕΕ δεν είναι πλέον ρεαλιστική» υπογραμμίζει. Στην Τουρκία, όπως αναφέρει, καταγράφεται μια γενική άνοδος του υπερεθνικισμού, η οποία περιλαμβάνει και κοσμικές ομάδες. «Η αφήγηση κοσμικών και ισλαμιστών μοιάζει πολύ όταν πρόκειται για το τι σκέφτονται για την ΕΕ. Μια αναχρονιστική αφήγηση του αντιιμπεριαλισμού κυριαρχεί επίσης στους κεμαλικούς κύκλους» προσθέτει.
Ισλαμισμός και «μεγάλη Τουρκία»
Πού οφείλεται ο περαιτέρω εξισλαμισμός της Τουρκίας και τι εξυπηρετεί; «Πράγματι, ο Ερντογάν είναι αφοσιωμένος ισλαμιστής. Ετσι, τα θρησκευτικά κίνητρα παίζουν ρόλο σε αυτόν τον μετασχηματισμό» σημειώνει. Ωστόσο δεν είναι μόνο θέμα πεποιθήσεων, με τον καθηγητή να μιλάει για πραγματισμό και πολιτική επιβίωση. «Ο Ερντογάν είναι ένας ηγέτης που τα πάει άσχημα στην οικονομία, στην εξωτερική πολιτική και άλλους τομείς. Το μόνο μέσο που μπορεί να κρατήσει τους οπαδούς του στοιχισμένους πίσω του είναι η θρησκεία. Πέρα από τον ισλαμισμό, το Ισλάμ είναι μια ιδεολογία λαϊκισμού στην Τουρκία» τονίζει. Υπό την ιδιότητα του πολιτικού επιστήμονα, εξηγεί ότι είναι νωρίς για να διαγνωστούν οι αλλαγές στο τουρκικό κράτος και στην κοινωνία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα. Αυτό που επισημαίνει είναι ότι το πραξικόπημα αποτελεί ένα κρίσιμο γεγονός, καθώς «έδωσε την πλήρη ικανότητα στον Ερντογάν να επανασχεδιάσει το κράτος».
«Φρένο» από την οικονομία
Σύμφωνα με τον καθηγητή, «φρένο» στην επιθετική εξωτερική πολιτική και στον τουρκικό αναθεωρητισμό βάζει η οικονομία. Ετσι, αν και αναγνωρίζει ότι οι τουρκικές ενέργειες σε Ανατολική Μεσόγειο, Βαλκάνια, Μέση Ανατολή και Καύκασο αποσκοπούν στη δημιουργία μιας μεγαλύτερης Τουρκίας, εκτιμά ότι η οικονομία είναι «μια δυναμική πρόκληση για αυτά τα μεγάλα όνειρα». Οπως υπογραμμίζει, «στα Βαλκάνια, η Τουρκία είναι πάντα σημαντική για πολιτιστικούς λόγους, αλλά έχει έναν μεγάλο αντίπαλο: την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η επιδείνωση της τουρκικής οικονομίας εμποδίζει σοβαρά τον τουρκικό ακτιβισμό στα Βαλκάνια και στην Αφρική. Ενα γεγονός που βοηθά τον Ερντογάν, ωστόσο, είναι η συνεργασία των λαϊκιστών ηγετών που λειτουργεί κάπως και στα Βαλκάνια».
Το «ερώτημα του ενός εκατομμυρίου», αυτό που απασχολεί πολλούς αναλυτές τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, είναι η μετά Ερντογάν εποχή στην Τουρκία. Πώς θα είναι η κατάσταση στη χώρα που από «προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης» τείνει να βρεθεί ολοκληρωτικά στην αγκαλιά της Ρωσίας;
«Τα ιστορικά δείγματα μετά από προσωποπαγή καθεστώτα είναι συνήθως λίγο χαοτικά. Ο ερντογανισμός διέβρωσε τους κρατικούς θεσμούς. Αυτή τη στιγμή ο Ερντογάν είναι ο θεσμός, το Σύνταγμα και το κράτος. Ο ηγέτης και το έθνος βασιλεύει στην Τουρκία. Η μετά Ερντογάν εποχή θα είναι δύσκολη. Ουσιαστικά απαιτείται ανασυγκρότηση εάν όχι επανίδρυση του κράτους από την αρχή» επισημαίνει χαρακτηριστικά. Με απογοήτευση περιγράφει ότι κατά την περίοδο Ερντογάν καταστράφηκαν ολόκληρα τα αποκτήματα εκσυγχρονισμού, «συμπεριλαμβανομένου του σύγχρονου κράτους, των θεσμών και της κοσμικότητας». Επιπλέον, παρατηρεί μεγάλες δημογραφικές αλλαγές, οι οποίες θα επηρεάσουν τις εξελίξεις τα επόμενα χρόνια: «Η Τουρκία έγινε τουρκο-κουρδικο-αραβικό κράτος. Υπάρχουν πολλά άγνωστα».
Οσον αφορά τον ίδιο, ο επαναπατρισμός του είναι δύσκολη υπόθεση, καθώς αντιμετωπίζει διώξεις. Παράλληλα, βρίσκεται στη λίστα Khk, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να ξαναεργαστεί στην Τουρκία, διότι καθαιρέθηκε από τη δουλειά του με κυβερνητική απόφαση. Εάν υπάρξει αλλαγή καθεστώτος και δοθεί αμνηστία σε όσους διώκονται, ίσως πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Το απόφθεγμα «δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς πατρίδα, ούτε πατρίδα χωρίς ελευθερία» προσιδιάζει απόλυτα στην περίπτωση του Μπατσίκ και χιλιάδων άλλων συμπατριωτών του, οι οποίοι προτίμησαν τον ξεριζωμό από τυχόν απρόβλεπτες συνέπειες.