«Το καλό παράδειγμα θέλει να δώσει ο έλληνας πρωθυπουργός», σχολιάζει ο ανταποκριτής της Handelsblatt στην Ελλάδα, Γκερντ Χέλερ, αναφερόμενος στα πρωτεία της Ελλάδας με τον εθνικό κλιματικό νόμο. Σύμφωνα με τον γερμανό δημοσιογράφο, «η ελληνική κυβέρνηση συνδέει με το πρόγραμμα προστασίας του κλίματος την ελπίδα για επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας. Η Ελλάδα αναμένει επιχορηγήσεις ύψους 17,8 δισ. ευρώ και χαμηλότοκα δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ τα επόμενα χρόνια. Σχεδόν το 40% των χρημάτων θα εισρεύσουν σε «πράσινα» έργα όπως η σταδιακή κατάργηση του άνθρακα, η ανακαίνιση κτιρίων χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης, η επέκταση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας και η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και οι κλιματικά ουδέτερες μεταφορές».
Για τον συντάκτη μάλιστα, η ψήφιση του νόμου θεωρείται βέβαιη: «Ο Μητσοτάκης ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με το θέμα της προστασίας του κλίματος, ακόμη και ως αρχηγός της αντιπολίτευσης κατά την περασμένη τη δεκαετία. Αυτό εντάσσεται στη στρατηγική του να ανοίξει τους ορίζοντες του συντηρητικού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας στο πολιτικό κέντρο και όχι μόνο».
Πανδημία: Το τίμημα της Ελευθερίας
Το ενδεχόμενο καθιέρωσης υποχρεωτικού εμβολιασμού διχάζει την κοινή γνώμη και την πολιτική στη Γερμανία. Σε άρθρο της η Süddeutsche Zeitung, το οποίο τιτλοφορεί «το τίμημα της Ελευθερίας» θέτει ένα ακόμη, «κρίσιμο» όπως το χαρακτηρίζει, ερώτημα: Βοηθά όντως ο εξαναγκασμός;
«Σε περίπτωση που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αποφασίσει να καταστήσει υποχρεωτικό τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού, σίγουρα θα υπάρξουν προσφυγές κατά της απόφασης. Η κοινή γνώμη είναι εδώ και πολύ καιρό προβληματισμένη αναφορικά με την ενδεχόμενη απόφαση του ανώτατου γερμανικού Δικαστηρίου στην Καρλσρούη. Αρκετοί γερμανοί συνταγματολόγοι δήλωσαν πρόσφατα ότι, κατά την άποψή τους, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός συνάδει με το Σύνταγμα. Ήδη από το 2016, πολύ πριν από την εμφάνιση του κορωνοϊού, οι επιστημονικές υπηρεσίες της γερμανικής Βουλής είχαν διαπιστώσει ότι μία καθολική υποχρέωση εμβολιασμού συνάδει με το Σύνταγμα».
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η εφημερίδα, οι Δημοκρατίες προτιμούν την πειθώ: «Στους αρνητές του εμβολιασμού περιλαμβάνονται εκείνοι με ανησυχίες που αφορούν την ιατρική. Αλλά και εκείνοι που αντιλαμβάνονται τον υποχρεωτικό εμβολιασμό ως μία κρατική παρέμβαση. Αν και τα δικαστήρια αποδέχονται υποχρεωτικούς εμβολιασμούς ως ύστατη λύση, η συντριπτική πλειονότητα των Δημοκρατιών έχει γίνει πολύ προσεκτική με την υποχρεωτικότητα. Προτιμούν να πείσουν παρά να επιβάλλουν».
Πανδημία και οικιακή βία
Στο ζήτημα της ενδοοικογενειακής και της οικιακής βίας αναφέρεται ο γερμανικός Τύπος, με αφορμή τα νέα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δίωξης του Εγκλήματος για το 2020. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Süddeutsche Zeitung «τον περασμένο χρόνο 139 γυναίκες και 30 άνδρες θανατώθηκαν από τον σύντροφό τους ή τον πρώην σύντροφό τους, ενώ αναφέρθηκαν σχεδόν 150.000 περιπτώσεις βίας από συντρόφους – και αυτές είναι μόνο αυτές που μπήκαν στα στατιστικά στοιχεία. Η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων είναι γυναίκες και η συντριπτική πλειονότητα των υπόπτων είναι άνδρες». Επιπλέον, ενδιαφέρον προκαλεί η παρατήρηση της εφημερίδας ότι «από τα στατιστικά της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας δεν προκύπτει ότι ο εγκλεισμός κατά της εξάπλωσης της πανδημίας το 2020 εκτίναξε την βία ανάμεσα σε συντρόφους στη χώρα». Η taz σχολιάζοντας το ίδιο ζήτημα της οικιακής βίας,αναφέρεται μάλιστα στο γεγονός, πως η γερμανίδα υπουργός Δικοσύνης αρμόδια και για οικογενειακά ζητήματα Κριστίνα Λάμπρεχτ, σε αντίθεση με την προκάτοχό της, Φραντσίσκα Γκίφαϊ, έκανε λόγο για «γυναικοκτονίες, δηλαδή δολοφονίες γυναικών, επειδή είναι γυναίκες»
Χρύσα Βαχτσεβάνου