«Απορρίπτω τις πολιτικές που θα οδηγήσουν τη χώρα μας στη συρρίκνωση και την αποδυνάμωση, που θα καταδικάσουν τον λαό μας σε ανεργία, πείνα και φτώχεια», είπε ο Ταγίπ Ερντογάν το βράδυ της Δευτέρας, μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της Τουρκίας.
Και συνέχισε: «Βλέπουμε τα παιχνίδια που παίζονται με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και με τα επιτόκια. Έχουμε ξεπεράσει κάθε σύγκρουση στην οποία μπήκαμε έντιμα και τηρώντας ισχυρή στάση. Με τη βοήθεια του Αλλάχ και τη στήριξη του έθνους μας, θα βγούμε νικητές από αυτόν τον οικονομικό πόλεμο της ανεξαρτησίας».
Οι δηλώσεις αυτές, τις οποίες προφανώς ο Ερντογάν έκανε ενσυνείδητα, γνωρίζοντας τι θα ακολουθήσει, πυροδότησαν μια νέα πτώση για το τουρκικό νόμισμα, που έφτασε να χάνει το 15% της αξίας του μέσα σε μία ημέρα, καθώς η ισοτιμία του υποχώρησε και κάτω από τις 13 λίρες ανά δολάριο. Έτσι, από τις αρχές του έτους έχει χάσει πάνω από το 40% της αξίας της, ενώ έχει υποτιμηθεί κατά σχεδόν 400% την τελευταία πενταετία.
Το αντίστοιχο του 2018
Ωστόσο, πως δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν κάνει παρόμοιες δηλώσεις, ενώ δεν είναι πρωτόγνωρη ούτε η κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί η λίρα και τα σχόλια που έχει προκαλέσει.
Ιδού, για του λόγου το αληθές, τι είχε πει ο Ερντογάν τον Μάιο του 2018, λίγο πριν τη διεξαγωγή των πρόωρων εκλογών του Ιουνίου: «Υπόσχομαι ότι θα βγούμε νικητές στη μάχη ενάντια σε αυτή την πορεία των επιτοκίων. Κι αυτό γιατί το πιστεύω μου είναι πως τα επιτόκια αποτελούν τη μήτρα όλων των κακών».
Πρέπει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι εκείνη η χρονιά παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την τρέχουσα. Πράγματι, ως τον Αύγουστο του 2018, η λίρα είχε υποτιμηθεί κατά σχεδόν 75% σε σύγκριση με τις αρχές του έτους, ενώ ο πληθωρισμός «έτρεχε» με ρυθμό άνω του 16% (σήμερα έχει φτάσει στο 20%). Επίσης, ο Ερντογάν είχε ξεκαθαρίσει πως θα επέβαλε στην κεντρική τράπεζα την πολιτική της πάση θυσία μείωσης των επιτοκίων.
«Η τουρκική οικονομία δεν βρίσκεται πια σε μια αναταραχή η οποία μπορεί να διορθωθεί, αλλά έχει εισέλθει σε μια γενικευμένη νομισματική κρίση καθώς η λίρα κατέρρευσε, χάνοντας το 7% της αξίας της μόνο σε μία ημέρα», σχολίαζε στις αρχές Αυγούστου το BusinessInsider. Προέβλεπε δε δύσκολες ημέρες για τον Ερντογάν και η νέα κυβέρνηση του ΑΚΡ – μόνο που, τρία χρόνια αργότερα, τόσο αυτός όσο και το κόμμα του παραμένουν στην εξουσία.
Άλλο το 2021…
Παρ’ όλα αυτά, η κατάσταση σήμερα παρουσιάζει μια θεμελιώδη διαφορά. Με την κρίση της πανδημίας να έχει μεσολαβήσει και να μην έχει ακόμη τελειώσει, φέρνοντας κυριολεκτικά τα πάνω-κάτω, το διεθνές οικονομικό περιβάλλον είναι πολύ πιο δυσμενές για τον «σουλτάνο». Κι αυτό, την ίδια στιγμή που η περίοδος της εκρηκτικής ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας μοιάζει να έχει κλείσει.
Απέναντι στην εικόνα που επικρατεί, άλλωστε, όλοι πλέον «κλείνονται στα καβούκια» τους και ετοιμάζονται για τον… πόλεμο που θεωρούν βέβαιο: Οι επιχειρήσεις αποφεύγουν τον νέο δανεισμό και τις επενδύσεις, ενώ τα νοικοκυριά προτιμούν να κρατούν δολάρια, ευρώ και χρυσό στα σεντούκια τους, καθώς ολοένα λιγότεροι πλανώνται από τις εθνικιστικές σειρήνες του Ερντογάν, ο οποίος τους ζητά να στηρίξουν τη λίρα.
Τα τελευταία στοιχεία αποτυπώνουν γλαφυρά την καχυποψία και τους φόβους των Τούρκων: Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε τον Νοέμβριο στο 71,1 έναντι 76,8 τον προηγούμενο μήνα. Επίσης, ο δείκτης οικονομικών προσδοκιών κατρακύλησε κατά 8,1 μονάδες έναντι του Οκτωβρίου, στο 68,2, ενώ ο δείκτης που αποτυπώνει την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών υποχώρησε στο 56,1 από 65,6.
Τα τρία σενάρια
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, την οποία προφανώς γνωρίζει καλά, ο Ερντογάν επιμένει στην ίδια πολιτική. Γιατί, άραγε; Οι πιθανές εξηγήσεις είναι τρεις:
Η πρώτη είναι ότι έχει χάσει τα λογικά του και μαζί κάθε έλεγχο, οπότε τα όσα κάνει και δηλώνει αποτελούν συμπτώματα ενός «τρελού» που μοιάζει αποφασισμένος να παρασύρει την Τουρκία μαζί του στον όλεθρο. Η εμπειρία δείχνει πως, παρά τα προβλήματα στην υγεία του, αυτή είναι η λιγότερο πιθανή εξήγηση (άλλωστε, και ο Τραμπ αποδείχθηκε ότι κάθε άλλο παρά ένας απομονωμένος τρελός ήταν…). Σε κάθε περίπτωση δε, εφόσον ισχύει κάτι τέτοιο, αργά ή γρήγορα θα πρέπει να αναμένουμε μια προσπάθεια ανατροπής του «σουλτάνου», καθώς η τουρκική ελίτ και μεγάλο μέρος της κοινωνίας δεν θα δεχθεί να χαθούν όλα τόσο εύκολα.
Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι ο Ερντογάν, γνωρίζοντας από τώρα ότι δεν έχει ελπίδα να κερδίσει τις επόμενες εκλογές – οι οποίες διαβεβαίωσε και πάλι ότι θα διεξαχθούν την άνοιξη ή το καλοκαίρι του 2023 – επιδιώκει να παραδώσει στους διαδόχους του «καμένη γη». Μια οικονομία και ένα νόμισμα, με άλλα λόγια, που θα έχουν ανάγκη σκληρών μέτρων λιτότητας για να στηριχθούν, με την ελπίδα ότι αυτά θα «ροκανίσουν» γρήγορα» την καρέκλα της νέας κυβέρνησης και οι Τούρκοι θα στραφούν πάλι στον ίδιο και το ΑΚΡ ως σωτήρες.
Όσο για την τρίτη εξήγηση, έχει να κάνει με έναν εκβιασμό του Ερντογάν προς τους πολιτικούς και οικονομικούς εταίρους της Τουρκίας στο εξωτερικό. Πέρα από το γεγονός ότι οι τράπεζες Ισπανίας, Γαλλίας και Ιταλίας είναι ιδιαιτέρως εκτεθειμένες στην Τουρκία (κατά σχεδόν 150 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την ΕΚΤ) – κάτι που εξηγεί εν μέρει και το ενδιαφέρον του Πέδρο Σάντσεθ να στηρίξει τον Ερντογάν – ενδεχόμενη οικονομική κατάρρευση της χώρας θα αποτελέσει μια απειλή σε όλα τα επίπεδα για τη Δύση, κυρίως τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
«Επαναστάτης» ή καταδικασμένος;
Για την ώρα, ουδείς γνωρίζει ακριβώς τι υπάρχει και τι κυριαρχεί στο μυαλό του προέδρου της Τουρκίας. Το σίγουρο, ωστόσο, είναι πως και τα τρία παραπάνω σενάρια μπορούν να αποδειχτούν κουρελόχαρτα εάν ξεσπάσει μια γενικευμένη κοινωνική αναταραχή, καθώς στη χώρα επικρατεί κυριολεκτικά πείνα, εξαιτίας της ακρίβειας και των σοβαρών ελλείψεων.
Γι’ αυτό και το πιθανότερο είναι πως ο Ερντογάν δεν θα αποτολμήσει κάτι ανάλογο με αυτό που είχε κάνει το 2005, κόβοντας έξι μηδενικά από την ισοτιμία και δημιουργώντας τη «νέα λίρα», η οποία άξιζε όσο ένα δολάριο. Τόσο επειδή απέχει πολύ ακόμη από το σημείο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει κάτι τέτοιο όσο και διότι μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να αποτελέσει σήμερα τη θρυαλλίδα που θα πυροδοτήσει την εξέγερση.
Θα μπορούσαμε, βεβαίως, να υποθέσουμε ότι ο Ερντογάν όντως εννοεί ότι θέλει να απεξαρτηθεί από το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό και νομισματικό σύστημα. Αλλά τότε, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι είναι ο μεγάλος επαναστάτης της εποχής μας, που τελικά θα ανατρέψει τον καπιταλισμό. Λέτε;
Εφόσον, πάντως, έχει επιλέξει να συνεχίσει να λειτουργεί εντός του συστήματος, τα ιστορικά προηγούμενα δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά για τον ίδιο όπως μας θυμίζει το BusinessInsider: Το ένα είναι η Δημοκρατία της Βαϊμάρης στη Γερμανία, από το 1919 ως το 1933, όταν η τότε κυβέρνηση τύπωνε ανεξέλεγκτα χρήμα για να αποπληρώσει τα χρέη της – οδηγώντας τη χώρα στην αγκαλιά του Χίτλερ. Όσο για το άλλο, είναι οι ΗΠΑ της ταραχώδους δεκαετίας του ’70, όταν η FED διατηρούσε επίμονα σε χαμηλά επίπεδα τα επιτόκια, με αποτέλεσμα μια δεκαετή περίοδο «στασιμοπληθωρισμού».