Η πολιτεία του Μισισιπή προχώρησε χθες Τετάρτη στην εκτέλεση καταδικασθέντα στην εσχάτη των ποινών που έδωσε μάχη στη δικαιοσύνη προκειμένου η θανατική ποινή, που του επιβλήθηκε το 2012, να εφαρμοστεί «το ταχύτερο δυνατόν».
Στον Ντέιβιντ Κοξ, ηλικίας 50 ετών, χορηγήθηκε θανατηφόρα ένεση στη φυλακή Πάρτσμαν, όπου υπάρχει οξύ πρόβλημα υπερπληθυσμού εγκλείστων, σε αυτή τη συντηρητική πολιτεία του αμερικανικού νότου. Ο θάνατός του διαπιστώθηκε στις 18:12 (τοπική ώρα), σύμφωνα με το Κέντρο Ενημέρωσης για τη Θανατική Ποινή (Death Penalty Information Center, DPIC).
Το 2009, η σύζυγός του, που είχε μια κόρη από προηγούμενο γάμο, τον κατήγγειλε στην αστυνομία όταν έμαθε πως βίασε το παιδί. Πέρασε μερικούς μήνες στη φυλακή, προτού αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.
Μερικές εβδομάδες αργότερα, αγόρασε όπλο για να εκδικηθεί την πρώην γυναίκα του. Αφού εισέβαλε στο σπίτι της, την πυροβόλησε και την άφησε να αργοπεθαίνει για ώρες ενώ βίαζε, μπροστά της, το 12χρονο παιδί της.
Ομολόγησε την ενοχή του και καταδικάστηκε το 2012 στην εσχάτη των ποινών.
Ήθελε να εκτελεστεί
Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι συνήγοροι υπεράσπισής του υπέβαλαν μάταια αρκετές προσφυγές για να μετατραπεί η ποινή του. Πριν από τρία χρόνια όμως, άρχισε να στέλνει επιστολές σε δικαστές, αξιώνοντας να πάψουν να τον εκπροσωπούν οι συνήγοροι που είχαν διοριστεί και να προγραμματιστεί ημερομηνία για την εκτέλεσή του «το συντομότερο δυνατόν».
Σε επιστολή του με ημερομηνία 19η Αυγούστου 2018, εξηγούσε πως ήθελε το «σώμα του να εκτελεστεί γα τα εγκλήματα που διέπραξε εκ προμελέτης, με οργή και χαρά». Πρόσθετε ότι είναι Έιμις και «το να έχω δικηγόρους εναντιώνεται στη θρησκεία μου» στη χειρόγραφη επιστολή, γεμάτη ορθογραφικά λάθη.
Έπειτα από ψυχιατρικές αξιολογήσεις, καθώς θεωρείτο πως είχε προβλήματα ψυχικής υγείας, το ανώτατο δικαστήριο της πολιτείας του Μισισιπή αποφάνθηκε πως ήταν σε θέση να λάβει αυτή την απόφαση και όρισε την εκτέλεσή του για χθες Τετάρτη.
Δυσκολία στην προμήθεια θανατηφόρων ουσιών για τις εκτελέσεις
Έγινε ο δέκατος θανατοποινίτης που εκτελέστηκε στις ΗΠΑ μέσα στο 2021 και ο πρώτος από το 2012 στην πολιτεία του Μισισιπή. Οι αρχές της πολιτείας δυσκολεύονται τα τελευταία χρόνια να προμηθευτούν τις θανατηφόρες ουσίες που χρειάζονται για τις εκτελέσεις.
Φαρμακευτικές εταιρείες, που δεν θέλουν να συνδέονται με τη θανατική ποινή, αρνούνται κατηγορηματικά να διαθέσουν τα προϊόντα τους σε αμερικανικές πολιτείες όπου συνεχίζει να εφαρμόζεται.
Συνήθως, κάθε εκτέλεση γίνεται αντικείμενο δικαστικής μάχης, που γενικά διαρκεί ως την τελευταία στιγμή και φθάνει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Οι θανατοποινίτες στη χώρα περνούν κατά μέσον όρο δεκαεννέα χρόνια στη φυλακή εν αναμονή της εκτέλεσής τους, σύμφωνα με το DPIC.