Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, δημόσια δεν μιλούν για την εκλογή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής, είτε για λόγους δεοντολογίας, όπως δηλώνουν, είτε γιατί δεν ξέρουν ποια εξέλιξη τους συμφέρει, όμως τα επιτελεία τους είναι διχασμένα, πολύ περισσότερο οι υποστηρικτές τους. Η αρχική εκτίμηση ότι, κάθε πλευρά έχει τις προτιμήσεις της, για την μεσοπρόθεσμη στρατηγική της, έχει αντικατασταθεί με έντονο σκεπτικισμό. Αυτό οφείλεται, στο γεγονός ότι, όλες οι πλευρές, μέχρι πριν λίγες ημέρες κατέληγαν στο συμπέρασμα πως, όποιος και να εκλεγεί στην ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, δεν θα μπορούσε να το ξεκολλήσει από το μονοψήφιο ποσοστό των τελευταίων εκλογών. Συνεπώς, δεν θα άλλαζε την υπάρχουσα κομματική διάταξη, δηλαδή την ΝΔ σε κυρίαρχη θέση και τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, να περίμενε την φθορά της κυβέρνησης για να πάρει την θέση της. Γιαυτό, οι στρατηγικές που παρουσίασαν τα δύο κυρίαρχα κόμματα στην ΔΕΘ, τον Σεπτέμβριο, δεν περιείχαν πολιτικές εξελίξεις και πιθανές εκλογές στο προσεχές μέλλον. Οι δημοσκοπήσεις του Σεπτέμβρη, έδειξαν μια σχετική φθορά της κυβέρνησης, όμως η στασιμότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως και των άλλων κομμάτων, δεν επέτρεπε αναλύσεις για επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων. Ο πρωθυπουργός φαινόταν να ελέγχει πλήρως τις πρωτοβουλίες των κινήσεων, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση, κάνοντας την αδυναμία της πολιτική επιλογή, κατήγγειλε την κυβέρνηση για την πολιτική της σε υψηλούς τόνους στους βασικούς τομείς, αλλά δεν έβαζε θέμα εκλογών, με επιχείρημα την πανδημία. Μάλιστα στα σενάρια, πιθανών πρόωρων εκλογών από την κυβέρνηση, για να κάψει την απλή αναλογική, και να κερδίσει στις επαναληπτικές εκλογές νέα αυτοδυναμία, με βάση τον πλειοψηφικό εκλογικό νόμο που έχει ψηφίσει, μιλούσε για ανευθυνότητα της κυβέρνησης. Ξαφνικά, η δυναμική που άρχισε να δημιουργείτε, μετά την αποχώρηση από την διεκδίκηση της ηγεσίας του Κινήματος Αλλαγής της Φώφης Γεννηματά και την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Γιώργου Παπανδρέου, άρχισε να αλλάζει τα δεδομένα. Ο αδόκητος θάνατος της Φώφης Γεννηματά, δημιούργησε ένα συναισθηματικό κίνητρο, σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας, να προσέξουν το Κίνημα Αλλαγής. Είναι βέβαιο, ότι, το συναισθηματικό κίνητρο θα υποχωρήσει, όμως η δυναμική του Κινήματος Αλλαγής, στον δρόμο για την εκλογή ηγεσίας, μπορεί να συνεχίσει να μεγαλώνει. Το ερώτημα βέβαια είναι, ποιες είναι οι βασικές προϋποθέσεις για να συμβεί αυτό; Πολύ περισσότερο, ποιες είναι οι προϋποθέσεις που μπορεί να αναπτύξουν υψηλή δυναμική, η οποία θα απειλήσει, την σημερινή διάταξη των κομματικών δυνάμεων, και θα αναγκάσει την κυβέρνηση, να επισπεύσει τον χρόνο των εκλογών, βλέποντας ότι, δεν θα είναι δεδομένο το αποτέλεσμα των επαναληπτικών εκλογών;
Οι κομματικοί συσχετισμοί, που καταγράφηκαν στις εκλογές της 6ης Μαΐου του 2012 και,, έδωσαν διαδοχικά τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, ήταν αποτέλεσμα της πολύπλευρης κρίσης, που ξεκίνησε το 2008 και εκδηλώθηκε με εκρηκτικό τρόπο στις αρχές του 2010, από την ερμηνεία των αιτιών που την προκάλεσαν και, από την διαχείρισή της. Το ΠΑΣΟΚ, πέρα από τις υπαρκτές δικές του ευθύνες, επιλέγει ως ο «βολικός βάρβαρος», από πολλούς, για να φορτωθεί την κρίση και την επώδυνη διαχείρισή της. Ήταν θέμα χρόνου, να αρχίσει να αποκαλύπτεται η αλήθεια, όμως αυτό δεν αρκεί για να αλλάξει τις νέες κομματικές ισορροπίες, αφού οι περισσότεροι πολίτες δεν θέλουν να σκεφτούν, την πιθανότητα να αποδέχτηκαν λάθος ερμηνείες της κρίσης, άλλωστε δεν βλέπουν αυτό, σε τι θα τους ωφελήσει σήμερα και στο μέλλον.. Συνεπώς, μόνο στα χέρια των υποψηφίων για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής και των ανθρώπων τους, βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα: με ποιες προϋποθέσεις μπορεί να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο το Κίνημα Αλλαγής, επισπεύδοντας τις πολιτικές εξελίξεις, με αποτέλεσμα την αλλαγή των κομματικών συσχετισμών; Εγώ πιστεύω, ότι, τρεις είναι οι βασικές προϋποθέσεις:
1. Μια σαφή ανάλυση της εξέλιξης της παγκόσμιας οικονομίας, πως εντάσσεται η ΕΕ μέσα σε αυτήν και φυσικά η χώρα μας. Είναι γεγονός ότι, οι δυνάμεις των μεγάλων, παλιών και νέων αγορών, με την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών και ειδικά των τεχνολογιών της επικοινωνίας, καθορίζουν τις βασικές οικονομικές επιλογές των χωρών, όπως και τις πολιτικές, πολιτισμικές και κοινωνικές επιλογές των κοινωνιών. Τα μέσα που διαθέτουν οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που θέλουν να αμφισβητήσουν την απόλυτη κυριαρχία των κατόχων του πλούτου και των τεχνολογιών, είναι ανίσχυρα, παρ’ ότι είναι συντριπτικά πλειοψηφικές. Χωρίς τον καθορισμό των κοινωνικών αντιπάλων, και των κοινωνικών ομάδων που θέλει να εκφράσει ένα Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, δεν θα μπορέσει να διαμορφώσει την πολιτική και προγραμματική του πρόταση, ούτε θα μπορέσει να καθορίσει τους πολιτικούς συμμάχους του
2. Η διατύπωση μιας Ριζοσπαστικής Σοσιαλδημοκρατικής πρότασης, που θα αντιπαρατίθεται συνολικά, στην ακραία φιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης. Μια πολιτική και προγραμματική πρόταση, που θα αμφισβητεί την ντετερμινιστική ερμηνεία της κυβέρνησης, για την πολιτική της, τις κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες που προκαλεί. Ανισότητες που όχι μόνο δεν αμβλυνθούν, αντιθέτως θα ενταθούν, με το σχέδιο της κυβέρνησης, για την διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. 3. Δεν πρέπει να κοιτά στο παρελθόν, πρέπει να κοιτάζει στο μέλλον, γιατί αυτό αφορά την χώρα και την πλειοψηφία των πολιτών. Οι εσωκομματικές εκλογές δεν γίνονται, ειδικά την κρίσιμη αυτή περίοδο, για να λυθούν πολιτικές και προσωπικές αντιθέσεις, που δεν λύθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, στην αρχή της κρίσης. Ο ημερολογιακός χρόνος είναι μικρός, μέχρι την εκλογή ηγεσίας στο Κίνημα
Αλλαγής, όμως πολιτικά είναι πυκνός και, μόνο η απελευθέρωση δημιουργικής ενέργειας, μπορεί δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Διαφορετικά θα σβήσει, επιβεβαιώνοντας όσους λένε ότι, δεν υπάρχει στην χώρα μας θέση, για ένα κόμμα του οραματικού ορθολογισμού.