Το χάσμα ανάμεσα στον αριθμό των τρίτων δόσεων εμβολίου που χορηγούνται καθημερινά σε όλο τον κόσμο και των πρώτων δόσεων που πραγματοποιούνται στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι ένα σκάνδαλο, τόνισε ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους.
«Κάθε ημέρα χορηγούνται περίπου έξι φορές περισσότερες αναμνηστικές δόσεις παγκοσμίως σε σχέση με τις πρώτες δόσεις σε χώρες χαμηλού εισοδήματος» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο «αυτό είναι ένα σκάνδαλο το οποίο πρέπει να σταματήσει τώρα».
Μόλις σε πέντε χώρες στην Αφρική έχει εμβολιαστεί πάνω από το 35% του πληθυσμού, μεταξύ των οποίων το Μαρόκο, η Τυνησία και ο Μαυρίκιος. Στην πλειονότητα των αφρικανικών χωρών το ποσοστό των εμβολιασμένων είναι κάτω από 10%.
Στην απέναντι όχθη, πολλά κράτη όπως η Γερμανία, το Ισραήλ, ο Καναδάς, η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες -όπως και η Ελλάδα άλλωστε- έχουν προχωρήσει σε προγράμματα χορήγησης της τρίτης δόσης. Ο ΠΟΥ ανέφερε σε ένα email ότι 92 χώρες είχαν επιβεβαιώσει προγράμματα για την παροχή πρόσθετων δόσεων και ότι καμία από αυτές δεν ήταν χαμηλού εισοδήματος.
28,5 εκατ. δόσεις σε όλο τον κόσμο
Σημειώνεται πως περίπου 28,5 εκατομμύρια δόσεις εμβολίου κατά του κορωνοίού χορηγούνται καθημερινά σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, περίπου το ένα τέταρτο αυτών είναι αναμνηστικές ή πρόσθετες δόσεις.
Οι αξιωματούχοι του ΠΟΥ αντιπαραβάλλουν τα τουλάχιστον 6,9 εκατομμύρια ενισχυτικές δόσεις που χορηγούνται ημερησίως σε παγκόσμια κλίματα, με τα 1,1 εκατομμύρια πρώτες δόσεις που χορηγούνται σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Μόνο το 4,5% των ανθρώπων σε χώρες χαμηλού εισοδήματος έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου κατά του κορωνοϊού, ποσοστό που είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο στις πιο πλούσιες χώρες.
Οι ειδικοί στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διχαστεί σχετικά με το εάν οι ενισχυτικές δόσεις είναι απαραίτητες για τους περισσότερους υγιείς Αμερικανούς και πολλοί ισχυρίζονται ότι οι δύο πρώτες δόσεις εμβολίου συνεχίζουν να προσφέρουν ισχυρή προστασία έναντι σοβαρών ασθενειών και νοσηλείας. Άλλοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι νέα δεδομένα υποδεικνύουν ότι μειώνεται η προστασία με το πέρασμα κάποιου χρονικού διαστήματος.