Το συνταξιοδοτικό ασφαλώς και παραμένει ένα από τα μείζονα προβλήματα της Γαλλίας. Δεν αποτελεί όμως προτεραιότητα του προέδρου και της κυβέρνησής του στην παρούσα (προεκλογική μάλιστα) συγκυρία.
Προέχει η αντιμετώπιση του πέμπτου κύματος της πανδημίας (ο Εμανουέλ Μακρόν δεν χάνει το μέτρημα) και η αντιμετώπιση της προϊούσας ενεργειακής κρίσης, που όπως φαίνεται θα διαρκέσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έως το τέλος της δεκαετίας που διανύουμε. Κι αυτό λόγω των στενών χρονικά δεσμεύσεων της γαλλικής αλλά και των άλλων κυβερνήσεων του G20 για την «πράσινη μετάβαση» και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Έτσι η Γαλλία, βάσει του διαγγέλματος που απηύθυνε από τηλεοράσεως το βράδυ της Τρίτης ο Εμανουέλ Μακρόν, έπειτα από δεκαετίες θα κατασκευάσει και πάλι καινούργιους πυρηνικούς αντιδραστήρες, ενώ βέβαια παράλληλα θα επιταχύνει την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Το γαλλικό πρόγραμμα επενδύσεων με ορίζοντα το έτος 2030 προβλέπει μια νέα επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια ως ενδιάμεση ενεργειακή λύση στην προσπάθεια απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και τις σχετικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει και τους στόχους που έχει θέσει το Παρίσι. Διότι είναι πλέον σαφές ότι οι εναλλακτικές της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας απαιτούν χρονοβόρες διαδικασίες για να καλύψουν το κενό που θα αφήσει η εγκατάλειψη του άνθρακα, με τους ταχείς ρυθμούς που έχει αυτή αποφασιστεί να προχωρήσει.
«Όταν πέσουν οι μάσκες»
Ο Εμανουέλ Μακρόν, θα γίνει λοιπόν ο πρώτος πρόεδρος της Γαλλίας που έπειτα από δεκαετίες θα ενισχύσει την χρήση της πυρηνικής ενέργειας, την οποία ουδέποτε πάντως εγκατέλειψε η χώρα του παρά τη δαιμονοποίησή της στην υπόλοιπη Ευρώπη – και στη γειτονική Γερμανία μετά την καταστροφή στη Φουκουσίμα το 2011.
Θα γίνει όμως ο Μακρόν και ο πρώτος πρόεδρος της Γαλλίας μετά από τέσσερις δεκαετίες που θα αφήσει ανέγγιχτο το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας του. Μόνο ο Φρανσουά Μιτεράν κατά την πρώτη θητεία του (1981-1988) είχε αφήσει άθικτες τις συντάξεις. Δεν έκανε δηλαδή την παραμικρή μεταρρύθμιση, δεν άγγιξε ούτε καν το σύστημα συνταξιοδοτικών εισφορών.
Ο Μακρόν εν προκειμένω απευθυνόμενος στους Γάλλους είπε ότι η αναμόρφωση των συντάξεων αποτελεί αδήριτη ανάγκη. «Είναι σαφές ότι θα πρέπει να εργαζόμαστε για περισσότερο χρόνο στη ζωή μας», είπε. Αλλά επανέλαβε κάτι που και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες είχε υποστηρίξει, ότι στην παρούσα χρονική συγκυρία υπάρχουν δύο προτεραιότητες για τη χώρα: η υπέρβαση της υγειονομικής κρίσης και η σταθεροποίηση της αναπτυξιακής πορείας της γαλλικής οικονομίας.
Καυτή πατάτα
Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες αποφάσεις για τις συντάξεις θα ληφθούν μετά την προεδρική εκλογή του 2022 από τον ίδιο το Μακρόν, εφόσον επανεκλεγεί, ή από το διάδοχό του. Απευθυνόμενος στους Γάλλους ο πρόεδρος δεν έκρυψε τις απόψεις του για τις συντάξεις, την κατεύθυνση δηλαδή προς την οποία θα πρέπει να προχωρήσει η μεταρρύθμιση.
Είπε ότι ότι θα πρέπει να καταργηθούν τα ειδικά καθεστώτα που απολαμβάνουν ομάδες συνταξιούχων, να καθιερωθεί μια κατώτατη σύνταξη ύψους 1.000 ευρώ για όλους τους Γάλλους. Και επίσης να παραταθεί το κατώτατο όριο συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη και να παρασχεθεί η δυνατότητα, σε όσους το επιθυμούν, να εργαστούν μέχρι ακόμα πιο προχωρημένη ηλικία – με την υιοθέτηση επιπλέον κινήτρων.
Σημειωτέον ότι σε δημοσκοπήσεις που έχουν διενεργηθεί τους τελευταίους μήνες στη Γαλλία, μόνο το 20% των ψηφοφόρων συμφωνεί με την επέκταση του ανωτάτου ορίου συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη. Και μόνο αυτή τη μεταρρύθμιση να κάνει ο Μακρόν κατά τη δεύτερη θητεία του, εφόσον φυσικά επανεκλεγεί, θα καταταγεί στη χορεία των μεγάλων κοινωνικών μεταρρυθμιστών στη χώρα του. Θα πρόκειται, εξάλλου, για μια απόφαση δίχως πολιτικό κόστος γι’ αυτόν, αφού δικαίωμα για τη διεκδίκηση τρίτης συνεχόμενης θητείας δεν του δίνει το γαλλικό Σύνταγμα.
Πολιτικός μιθριδατισμός
Και οι προκάτοχοί του, εξάλλου, που τόλμησαν μεταρρυθμίσεις κατά την πρώτη προεδρική τους θητεία (οι Σιράκ, Σαρκοζί και Ολάντ δηλαδή) έκαναν μικρές μόνο διορθωτικές κινήσεις. Διότι είναι παγκοίνως γνωστό ότι το υψηλό πολιτικό κόστος των αντιδημοφιλών πολιτικών αποφάσεων, όσο απαραίτητα κι αν κρίνονται αυτά, απαιτεί ένα μιθριδατισμό εκ μέρους των κυβερνώντων: μια ισχυρή δόση μεταρρυθμίσεων σκοτώνει πρώτα εκείνον που τη χορηγεί.
Οι Σιράκ, Σαρκοζί και Ολάντ αντιμετώπισαν με «τακτ» το ζήτημα των συντάξεων προβάλλοντας το επιχείρημα ότι το δημογραφικό πρόβλημα στη Γαλλία είναι μικρότερο συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τις χώρες της Δύσης εν γένει. Και δεν ήταν είναι αστήρικτο το επιχείρημα αυτό, καθώς τα ποσοστά γεννήσεων στη χώρα ήταν τις τελευταίες δεκαετίες πολύ υψηλά χάρη στο γενναιόδωρο γαλλικό κράτος πρόνοιας, τα υψηλά επιδόματα που χορηγούνται στις μητέρες και τα άλλα μέτρα στήριξης της μητρότητας που εφαρμόζονται. Ωστόσο οι στατιστικές δείχνουν ότι η εξαιρετική αυτή δημογραφική εικόνα της Γαλλίας έχει αρχίσει να ξεθωριάζει τα τελευταία χρόνια.