Η εξελισσόμενη πανδημία δοκιμάζει τις αντοχές του δημόσιου συστήματος υγείας, κλονίζει την κυβέρνηση και συγκλονίζει, με τις πολλές χιλιάδες πια θύματά της, την ελληνική κοινωνία.
Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός απειλεί ευθέως το εισόδημα των πολιτών, το ενεργειακό κόστος προσθέτει συνεχώς βάρη σε πλήθος δραστηριοτήτων, η αγορά των ομολόγων υπενθυμίζει κάθε τόσο το βάρος του υπέρογκου δημόσιου χρέους, η τραπεζική αγορά παραμένει δεσμευμένη από τα κόκκινα δάνεια, δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει όπως πρέπει τις χειμαζόμενες ακόμη μικρομεσαίες επιχειρήσεις, απαιτεί εξωπραγματικές εμπράγματες εξασφαλίσεις και επιτόκια πολλαπλάσια των σχεδόν μηδενικών αποδόσεων που απολαμβάνουν οι αποταμιευτές.
Παρά ταύτα, στην ελληνική οικονομία συμβαίνουν πράγματα και θαύματα τούτο τον καιρό, που κανείς δεν μπορούσε να τα φανταστεί πριν από τη βασανιστική πανδημία.
Μόνο το τελευταίο δωδεκάμηνο, επενδύθηκαν από ξένους, εκτός χρηματιστηριακής αγοράς, στην ελληνική οικονομία περισσότερα από 12 δισ. ευρώ, μέσω εξαγορών επιχειρήσεων ή λοιπών περιουσιακών στοιχείων, ακινήτων και άλλων
Τα πλεονεκτήματα και οι διαθέσιμοι πόροι
Συνδυασμός παραγόντων και συνθηκών έχει καταστήσει την Ελλάδα ελκυστική. Η χώρα έπειτα από δέκα χρόνια οικονομικής και δύο υγειονομικής κρίσης παραμένει φθηνή, το κόστος είναι ελεγχόμενο, οι μεγάλοι δημοσιονομικοί κίνδυνοι έχουν απομειωθεί σημαντικά, πολιτικά είναι σταθερή και μαζί διαθέτει ακόμη ανενεργό, καλά καταρτισμένο, ξενόγλωσσο και τεχνολογικά προηγμένο, νεανικό πληθυσμό.
Τα παραπάνω πλεονεκτήματα συνοδεύονται από διαθέσιμους πόρους ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ που προβλέπονται από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Δίκαιης Ενεργειακής Μετάβασης και τον νέο επενδυτικό νόμο που κατατίθεται τις επόμενες μέρες στη Βουλή. Η διαφορά σε σχέση με προηγούμενα ευρωπαϊκά πακέτα έγκειται στο γεγονός ότι τούτη τη φορά οι πόροι θα υπηρετήσουν προκαθορισμένους σκοπούς και συγκεκριμένα θα κατευθυνθούν οργανωμένα στην πράσινη μετάβαση, στην ψηφιοποίηση, στην εξωστρέφεια, στην καινοτομία και στην έρευνα και στη μεγέθυνση των επιχειρήσεων.
Συνδυασμός παραγόντων και συνθηκών έχει καταστήσει την Ελλάδα ελκυστική. Η χώρα έπειτα από δέκα χρόνια οικονομικής και δύο υγειονομικής κρίσης παραμένει φθηνή, το κόστος είναι ελεγχόμενο, οι μεγάλοι δημοσιονομικοί κίνδυνοι έχουν απομειωθεί σημαντικά και πολιτικά είναι σταθερή
Πόλος έλξης μεγάλων επενδυτικών σχημάτων
Συνδυαστικά οι παραπάνω παράγοντες επιδρούν καθοριστικά και είναι αυτοί που έχουν φέρει την ελληνική οικονομία στο κέντρο της διεθνούς προσοχής.
Η Ελλάδα από παρείσακτος της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας τείνει πλέον να γίνει της μόδας, προσελκύοντας κεφάλαια από όλον τον κόσμο. Πανίσχυρα, παγκόσμιας ακτινοβολίας επενδυτικά σχήματα που το καθένα διαχειρίζεται εκατοντάδες δισ. δολάρια ανακαλύπτουν εδώ ευκαιρίες μεγέθυνσης και υψηλής κερδοφορίας.
Οι αποτιμήσεις τους είναι πολλές φορές απροσδόκητες, πολύ πέρα από τα ελληνικά επιχειρηματικά ήθη και μέτρα. Μόνο το τελευταίο δωδεκάμηνο, επενδύθηκαν από ξένους, εκτός χρηματιστηριακής αγοράς, στην ελληνική οικονομία περισσότερα από 12 δισ. ευρώ, μέσω εξαγορών επιχειρήσεων ή λοιπών περιουσιακών στοιχείων, ακινήτων και άλλων.
Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν πρόκειται για κερδοσκοπικά funds, σαν εκείνα που προσέγγισαν την ελληνική κεφαλαιαγορά στα χρόνια της χρηματιστηριακής φούσκας του 1999, παρά για σχήματα αμιγώς επενδυτικά, τα οποία επιλέγουν προσεκτικά, μετρούν και ξαναμετρούν τις κινήσεις τους και τοποθετούνται μεσοπρόθεσμα σε ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, με σκοπό βεβαίως να κερδίσουν μέσω της εξυγίανσης, του εκσυγχρονισμού, της μεγέθυνσης και του πολλαπλασιασμού της αξίας τους.
Το προφίλ των πολύ ισχυρών επενδυτών
Οπως διευκρινίζει στο «Βήμα της Κυριακής» ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Φ. Καραβίας, «πρόκειται για πανίσχυρα, παγκόσμιας εμβέλειας, απρόσωπα επενδυτικά τεχνοκρατικά σχήματα, που δεν κάνουν χάρη σε κανέναν, παρά προσέρχονται με το υποδεκάμετρο, αξιολογούν τις ευρύτερες συνθήκες, πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές, εντοπίζουν την επένδυση που τους ενδιαφέρει, μετρούν και ξαναμετρούν το ρίσκο, προϋπολογίζουν πώς και πόσα θα κερδίσουν σε βάθος έξι-επτά ετών και ακολούθως τοποθετούνται».
Ο κ. Καραβίας πιστεύει ότι υπό την επίδραση αυτών των διεθνών επενδυτικών σχημάτων «η ελληνική οικονομία διεθνοποιείται με ταχύ ρυθμό, αλλάζει εκ θεμελίων και μετασχηματίζεται ραγδαία, καθώς απορροφά σύγχρονες πρακτικές μάνατζμεντ και τεχνικές μοντέρνας λειτουργίας». Οι εξελίξεις αυτές μόνο αδιάφορες δεν είναι. Οι αφανείς για τους πολλούς διεργασίες στο σώμα της ελληνικής οικονομίας μεταβάλλουν συνολικά το οικονομικό περιβάλλον, μετατοπίζουν τα κέντρα ισχύος και επιρροής, αλλάζουν τα επιχειρηματικά ήθη και βεβαίως δημιουργούν συνθήκες για νέες συμμαχίες με διεθνικά σχήματα, κάτι που ήταν σπάνιο για την ελληνική επιχειρηματικότητα. Κοινώς, άλλο κλίμα αναδύεται από αυτή τη ραγδαία διαδικασία διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας.
Το παράδειγμα με τις προσφορές της ΔΕΗ
Αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της εξελισσόμενης διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας ήταν η υπερκάλυψη στο πρώτο τέταρτο ανοίγματος του βιβλίου προσφορών της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ την περασμένη Τρίτη στο Λονδίνο. Η μέχρι πριν από δύο έτη προβληματική δημόσια επιχείρηση κατάφερε, διαθέτοντας μόλις το 17% των μετοχών της, να αποκομίσει 1.350 εκατ. ευρώ σε χρόνο-ρεκόρ. Και αυτό όταν κατά την ανακοίνωση του σχεδίου αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου η διοίκησή της είχε δηλώσει ότι θα διεκδικήσει μόλις 750 εκατ. ευρώ.
Εξαγορές και κινήσεις σε όλους τους κλάδους
Αλλά δεν είναι η μόνη πράξη που φανερώνει το εύρος της διεθνοποίησης και το βάθος του συντελούμενου μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας. Το πλήθος των εξαγορών και οι υψηλές αποτιμήσεις επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Αυτή τη στιγμή μεγάλα διεθνή funds, όπως τα CVC, Faralon, Oktry, BC Parterns, KKR, Bain Capital, Elligton, Macquarie κ.ά., διεκδικούν ελληνικές επιχειρήσεις σε όλους τους κλάδους, από τα τρόφιμα και τις κατασκευές, μέχρι την ενέργεια και τις υποδομές.
Και μαζί εξαγοράζουν ακίνητα και δάνεια που πίσω τους μπορεί να κρύβονται υποτιμημένες αξίες. Πληροφορίες αναφέρουν ότι προετοιμάζονται να διεκδικήσουν την PQH, τη διαχειρίστρια χρεών της παλαιάς Αγροτικής Τράπεζας. Ακόμη και η αύξηση κεφαλαίου της πολύπαθης Τράπεζας Αττικής προκαλεί έντονο ενδιαφέρον από συγκεκριμένα επενδυτικά σχήματα, με σκοπό να την αποκτήσουν και ακολούθως να τη μετατρέψουν σε τράπεζα των μικρομεσαίων, εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των συστημικών τραπεζών να παρακολουθήσουν τις ανάγκες των μικρών επιχειρήσεων.
Προς την αυτή κατεύθυνση διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας κατατείνουν και οι επενδύσεις στις οποίες προχωρούν μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες όπως η Pfizer, η Microsoft, η Friesland και άλλες που αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως βάση ανάπτυξης και προόδου.
Η μεταποίηση «έρχεται» Ευρώπη
Ευνοείται επίσης η ελληνική οικονομία από τη διαταραχή που η πανδημία προκάλεσε συνολικά στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Οι Ευρωπαίοι βρέθηκαν αίφνης εξαρτημένοι από χώρες μακρινές και ξένες, κατανόησαν την αξία της αυτάρκειας σε ορισμένα απλά αλλά κρίσιμα αγαθά, όπως το υγειονομικό υλικό, οι μάσκες, οι προστατευτικές ιατρικές στολές, τα τρόφιμα και άλλα. Κλονίστηκαν επίσης από το έλλειμμα εμβολίων και φαρμάκων. Ολα τούτα σε συνδυασμό με την εντεινόμενη διαφορά της Δύσης με την Κίνα οδηγούν σχεδόν με βεβαιότητα στη μετατόπιση της μεταποίησης στην Ευρώπη. Το ενδιαφέρον είναι ότι στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης αναπτύχθηκε εδώ κουλτούρα νέας παραγωγής και δημιουργίας. Ηδη καταγράφεται τάση υποκατάστασης εισαγωγών στην ελληνική οικονομία και παρατηρούνται προσπάθειες παραγωγικής αναγέννησης. Στα τρόφιμα, στο χαρτί, στο υγειονομικό υλικό, αλλά και σε πιο απαιτητικές δημιουργίες όπως τα πολυτελή σκάφη αναψυχής έχουν αναδειχθεί νέες επιχειρηματικές δυνάμεις, ικανές να κάνουν τη διαφορά.
Το θαύμα του Περάματος
Οι τραπεζίτες έχουν να λένε για το θαύμα του Περάματος, για την ιστορική από τα χρόνια του Μεσοπολέμου ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, που τα τελευταία χρόνια, έπειτα από μακρά περίοδο υποβάθμισης, αναγεννήθηκε στην κυριολεξία προσφέροντας μοναδικές δημιουργίες πολυτελών γιοτ που χρησιμοποιούν ζάπλουτοι της υφηλίου και ζηλεύουν ξακουστοί διεθνώς ντιζάινερ. Συγκροτήθηκε εκεί στους παλαιούς ταρσανάδες μια μοναδική οικονομική ζώνη με τζίρο που ξεπερνά τα 250 εκατ. ευρώ ετησίως.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι συνολικά το ευρύτερο περιβάλλον μεταπανδημικής ανασύνταξης ευνοεί προσπάθειες παραγωγικής ανασυγκρότησης. Η διεθνοποίηση προσφέρει την ευκαιρία, δίδει δυνατότητες και επιτρέπει στην Ελλάδα να προετοιμάζει ένα μέλλον διαφορετικό. Αρκεί να το αντιληφθεί και η πολιτική μας τάξη και βεβαίως μη μας βυθίσει ξανά η αναζωπύρωση του πανδημικού εφιάλτη.