Περίπου 4.000 κάμερες, συνολικού κόστους οκτώ εκατ. ευρώ, οι οποίες θα τοποθετηθούν στις στολές των δυνάμεων «άμεσης επέμβασης» της ΕΛ.ΑΣ., όπως η Ομάδα ΔΙΑΣ, η Αμεση Δράση, οι ΟΠΚΕ κ.ο.κ. και οι οποίες θα καταγράφουν εκατοντάδες περιστατικά σε καθημερινή βάση, θα προμηθευθεί εντός των επομένων μηνών το Σώμα, σε συνέχεια των σχετικών εξαγγελιών του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Τάκη Θεοδωρικάκου και του υφυπουργού Λευτέρη Οικονόμου.
Πρόκειται για μία κίνηση, που έρχεται στον απόηχο περιστατικών αστυνομικής αυθαιρεσίας και αναμένεται να μετατρέψει την ΕΛ.ΑΣ. σε μία απέραντη ομάδα… εικονοληπτών, προκειμένου να αποφευχθούν στο μέλλον αμφιλεγόμενα και «θολά» σημεία στις ενέργειες των ενστόλων.
Η προσθήκη στις στολές των αστυνομικών, έχει ως στόχο την πρόληψη τέτοιων περιστατικών, καθώς όσοι τις φέρουν θα γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι όλες οι ενέργειές τους καταγράφονται και προφανώς θα αποφεύγουν βιαιότητες εναντίον πολιτών, κατάχρηση εξουσίας και άλλες αυθαιρεσίες.
Οι περισσότερες από αυτές τις κάμερες θα βιντεοσκοπούν τα συμβάντα και το σχετικό οπτικό υλικό θα μπορεί να αναζητείται και να αναλύεται σε δεύτερη φάση, ιδίως μετά από καταγγελίες πολιτών. Ορισμένες, όμως, θα μεταδίδουν ακόμα και live εικόνα στο επιχειρησιακό κέντρο της ΕΛ.ΑΣ. Ολα αυτά στη συνέχεια της αιματηρής καταδίωξης στο Πέραμα πριν από περίπου δύο εβδομάδες με αποτέλεσμα τον θάνατο ενός νεαρού Ρομά, του ξυλοδαρμού πολιτών από αστυνομικούς στην πλατεία της Νέας Σμύρνης τον περασμένο Μάρτιο στο πλαίσιο ελέγχων για την τήρηση των μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας του κοροναϊού και άλλων ανάλογων συμβάντων. Ακόμη, με την εξαγγελθείσα ψηφιοποίηση του επιχειρησιακού κέντρου της ΕΛ.ΑΣ. αναμένεται το «στρατηγείο» των αρχών ασφαλείας να έχει εικόνα και στίγμα όλων των οχημάτων (περιπολικών, τζιπ της ΟΠΚΕ, μοτοσικλετών της ΔΙΑΣ κ.ο.κ.) ώστε να γίνεται ορθός σχεδιασμός των επιχειρήσεων. Πρόκειται για μία ακόμα «μαύρη τρύπα» που αναδείχθηκε μετά το συμβάν του Περάματος, όταν οι αρμόδιοι αξιωματικοί του επιχειρησιακού κέντρου, όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, αγνοούσαν ότι πέντε δίτροχα της ΔΙΑΣ κατεδίωκαν το ύποπτο ΙΧ, παρά τις εντολές για παύση του ανθρωποκυνηγητού. Επιπλέον, από τους επιτελείς της λεωφόρου Κατεχάκη εκτιμάται ότι με αυτά τα συστήματα πλήρους εντοπισμού του στίγματος θα αποφεύγονται ψευδείς αναφορές ορισμένων περιπολούντων αστυνομικών, που αναφέρουν ότι βρίσκονται εν μέσω «σημαντικών ερευνών» ενώ αυτοί βρίσκονται στατικοί σε… καφετέριες.
Γιγαντοοθόνες
Στο επιχειρησιακό κέντρο της ΕΛ.ΑΣ., μάλιστα, αναμένεται να τοποθετηθούν και γιγαντοοθόνες για την καλύτερη αποτύπωση των συμβάντων, ενώ αναμένεται να αναζητηθούν σχετικές πληροφορίες για τον τρόπο λειτουργίας άλλων επιχειρησιακών κέντρων σε ευρωπαϊκές χώρες, στις ΗΠΑ κ.λπ. Επιπλέον, ενδέχεται να υπάρξουν αλλαγές και στον τρόπο καταδίωξης υπόπτων με τη χρήση ηχητικών μηνυμάτων, την τήρηση αποστάσεων και την ενεργοποίηση επιπλέον αστυνομικών δυνάμεων για αλληλοεπικάλυψη, πάντα με βάση το δόγμα «καμιά καταδίωξη και παρακολούθηση υπόπτων δεν εγκαταλείπεται».
Σημειώνεται ότι η προμήθεια των χιλιάδων καμερών έρχεται σε συνέχεια της τοποθέτησης 20 φορητών καμερών -πάνω σε στολές – σε αστυνομικούς της ομάδας «ΔΡΑΣΗ» και άλλων τόσων (μεγαλύτερου μεγέθους, με αντικραδασμικές λαβές) που φέρουν οι διμοιρίες των ΜΑΤ.
Αλλωστε, σταθερές κάμερες με ευρυγώνια λήψη αναμένεται να τοποθετηθούν και στα παρμπρίζ ή στην οροφή των περιπολικών για την καταγραφή των κινήσεων του πληρώματός τους και για την καλύτερη διαχείριση περιστατικών στα οποία οι αστυνομικοί δρουν εποχούμενοι. Σε αυτή την περίπτωση προαπαιτείται, ωστόσο, νέο νομοθετικό πλαίσιο για τη λειτουργία τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η ενεργοποίηση των καμερών θα γίνεται μόνο όταν είναι σε εξέλιξη επιχειρήσεις της ΕΛ.ΑΣ. και δεν θα καταγράφουν οποιαδήποτε άλλη κίνηση των αστυνομικών ή απλές επαφές και συνομιλίες των ενστόλων.
Η ποιότητα της εικόνας
Τέλος, ζητούμενο αποτελεί και η ποιότητα της εικόνας που θα μεταφέρεται – κατά περίσταση – στο επιχειρησιακό κέντρο της ΕΛ.ΑΣ. Ενδεικτικό της εν εξελίξει προεργασίας είναι ότι οι αξιωματικοί της Διεύθυνσης Αστυνομικών Επιχειρήσεων (στην οποία υπάγονται και τα ΜΑΤ) και των τεχνικών υπηρεσιών ταξίδεψαν σε Βερολίνο και Παρίσι προκειμένου να ενημερωθούν λεπτομερώς για την αντίστοιχη τεχνολογία που χρησιμοποιούν οι συνάδελφοί τους ξένων διωκτικών αρχών, ώστε να προχωρήσουν στην προμήθεια των πλέον κατάλληλων καμερών για τα ΜΑΤ. Από τα βασικά κριτήρια για την επιλογή των υλικών ήταν η σταθερότητα και η ευκρίνεια της εικόνας. Γι’ αυτό, όσον αφορά στα ΜΑΤ, φέρεται να εγκαταλείφθηκε η ιδέα να τοποθετηθούν κάμερες στις στολές (σε μέγεθος μικρού κινητού, στο ύψος του στήθους) ή στα κράνη και αντιθέτως υιοθετήθηκε το γερμανικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο ένας αστυνομικός από κάθε διμοιρία στέκεται πίσω από τους συναδέλφους του και κρατάει κάμερα σε ύψος δυόμισι – τριών μέτρων με ειδικό πτυσσόμενο κοντάρι που έχει μηχανισμό σταθεροποίησης εικόνας, ενώ φέρει και αναμεταδότη σε μέγεθος αποκωδικοποιητή.