Η28η Οκτωβρίου 1940 είναι μεγάλη εθνική μέρα. Οι Ελληνες, αν και ζούσαν σε συνθήκες ημιφασίζουσας δικτατορίας, αντιστάθηκαν στην ιταλική φασιστική επίθεση. Αυτός ο πόλεμος αρχικά είχε καθαρά χαρακτήρα υπεράσπισης της πατρίδας. Μόνο στη συνέχεια με την Κατοχή απέκτησε και αντιφασιστικό χαρακτήρα. Ακόμη όμως και ο Στάλιν, για να συσπειρώσει τους Ρώσους, δεν ονόμασε τον πόλεμο κατά του Χίτλερ αντιφασιστικό, ούτε υπεράσπισης του κομμουνισμού. Μεγάλο πατριωτικό πόλεμο τον ονόμασε. Για να τον νομιμοποιήσει επικαλέστηκε τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και την ιδέα της υπεράσπισης της πατρίδας κι όχι τον Λένιν.
Μια ακραία άποψη θεωρεί ως εθνικιστική οποιαδήποτε αναφορά στην πατρίδα. Αφελής και ανιστόρητη άποψη. Οι άνθρωποι αγαπούν την ιστορία τους, τη μητρική τους γλώσσα, τον λαϊκό τους πολιτισμό, το χωριό, την πόλη, τη θρησκεία τους. Οι άνθρωποι πάντοτε κινητοποιούνταν και συσπειρώνονταν ως μέλη κάποιων κοινοτήτων, φυλής, πόλης, εθνότητας, διεθνικών συσπειρώσεων και όχι ως μέλη της ανθρωπότητας γενικά. Στην πρώιμη και μέση νεωτερικότητα οι άνθρωποι συσπειρώθηκαν ως μέλη εθνών-κρατών. Το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης ήρθε μετά τους δυο καταστροφικούς πολέμους.
Ο πατριωτισμός με την έννοια της ετοιμότητας να θυσιαστεί κανείς γι’ αυτό που βρίσκεται πολύ κοντά του (οικογένεια, φυλή, πόλις, ρωμαϊκή patria, μεσαιωνικό βασίλειο) έχει πολύ παλιά καταγωγή.
Ο πατριωτισμός που συνδέεται με τον εθνικισμό είναι νεωτερικό φαινόμενο. Για τον Χέγκελ τα έθνη χρειάζεται να έχουν μια μακρά ιστορία πριν φτάσουν στον προορισμό τους, να μετατραπούν δηλαδή σε κράτη. Υπάρχουν δυο φάσεις του εθνικισμού στην πορεία συγκρότησης των εθνικών κρατών. Η μια πραγματοποιήθηκε στη Δυτική Ευρώπη και χαρακτηρίστηκε ως πορεία από το έθνος στο κράτος. Εδώ το μεγάλο βήμα έγινε με τη μετάβαση από τα μεσαιωνικά έθνη στις προτεσταντικές πατρίδες (Guy Hermet). Η διαίρεση της Ευρώπης σε μικρά βασίλεια διευκόλυνε την ανάπτυξη ενός πνεύματος πνευματικής αυτοτέλειας της πολιτικής από τον καθολικισμό, τον χωρισμό του κράτους από τη Εκκλησία δηλαδή. Η ανατολική δουλοπαροικία και ο αυστροοουγρικός πεφωτισμένος δεσποτισμός δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Εδώ υπάρχει η πορεία από το κράτος στο έθνος (αυτοκρατορίες με μικρά έθνη μέσα σε αυτές). Είτε όμως αποδίδει κανείς τη δημιουργία των εθνών στα κράτη (Max Weber, Eric Hobsbawm) είτε στις διαδικασίες του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού (Elie Kedourie, Ernst Gellner, Benedict Anderson), δεν αλλάζει το γεγονός πως αρχικά εθνικισμός και φιλελευθερισμός ήταν συνοδοιπόροι στον αγώνα τους για την ανατροπή των αυτοκρατοριών (Stuart Woolf). Και οι δυο ταυτίστηκαν με την πρόοδο και την άνοδο των μεσαίων τάξεων, αλλά και με την προτεραιότητα του μεγάλου έναντι του μικρού κράτους (John Stuart Mill αλλά και Friedrich Engels). Από το 1789 έως τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848 και οι δυο συγκλίνουν υπέρ του ατομικισμού, της προόδου, της ελεύθερης αγοράς και των πολιτικών ελευθεριών. Μετά το 1848 χωρίζουν οι δρόμοι τους και αλλάζουν και τα ταξικά τους στηρίγματα. Ο εξαίσιος πίνακας του Φρεντερίκ Σοριέ με τίτλο το «Σύμφωνο των Εθνών» (1848) παραχωρεί τη θέση του στο εθνικιστικό μίσος. Μέχρι τότε πνευματικός στυλοβάτης εθνικισμού και φιλελευθερισμού ήταν οι διανοούμενοι και βάση τους τα μεσαία στρώματα των πόλεων. Εκτοτε στη Δύση την «εκπροσώπηση» του αιτήματος της προόδου ανέλαβε ο σοσιαλισμός, ενώ την εκπροσώπηση του έθνους ανέλαβαν ο ρομαντισμός και το ρομαντικό κίνημα. Στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη από τα τέλη του 19ου αιώνα η σκυτάλη του εθνικισμού παραδίδεται από τις μεσαίες τάξεις και τους διανοούμενους στα αγροτικά στρώματα και στην Εκκλησία (Καθολική σε Πολωνία, Σλοβακία, Κροατία, Λιθουανία και Ορθόδοξη στα Βαλκάνια). Στον 20ό αιώνα πλέον ο εθνικισμός είναι ο κύριος παράγοντας πρόκλησης των δύο Παγκοσμίων Πολέμων. Αλλά και μετά απ’ αυτούς ακόμη και οι δήθεν σοσιαλιστικές χώρες – παρά τους μύθους περί διεθνισμού – βασίζονταν στον εθνικισμό ως συγκολλητική ουσία του διαρραγέντος «μαρξισμού – λενινισμού». Ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος και οι σημερινοί Κατσίνσκι και Ορμπαν δεν είναι προϊόντα παρθενογένεσης.
Από εδώ ξεκινά η ανάγκη διαχωρισμού του πατριωτισμού από τον εθνικισμό. Ο πατριωτισμός είναι έκφραση της αγάπης προς την πατρίδα σου, μέλος της οποίας είσαι εντελώς τυχαία. Εθνικισμός είναι να την «αγαπάς» επειδή πιστεύεις πως μόνο αυτή είναι εκπρόσωπος του καλού ό,τι και να κάνει και όλες οι πατρίδες των άλλων είναι το κακό ό,τι και να κάνουν. Πατριωτισμός είναι να αγαπάς την πατρίδα σου για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία, την επιστήμη, τον πολιτισμό, τα καφενεία και τις ομάδες της. Εθνικισμός είναι να την αγαπάς επειδή μισείς τα επιτεύγματα των άλλων. Πατριωτισμός είναι να την αγαπάς για τη θετική της συμβολή στον παγκόσμιο γίγνεσθαι. Εθνικισμός είναι να θεωρείς πως πέρα από εσένα όλοι οι άλλοι είναι κατώτεροι. Πατριωτισμός είναι να καταδικάζεις τις σφαγές που έκανε η πατρίδα σου. Εθνικισμός είναι να κλείνεις τα μάτια τους μπροστά τους. Εν τέλει οι Ελληνες έχουμε κάθε λόγο να αισθανόμαστε υπερήφανοι για το Επος της Πίνδου και την Επανάσταση του 1821, να θρηνούμε για τη Σμύρνη και τον Πόντο. Αλλά να μην ξεχνάμε και το τι συνέβη στην Τρίπολη το 1821 και στη βαθιά Τουρκία το 1921-1922. Μόνο τότε ο πατριωτισμός μας δεν είναι εθνικισμός.
*Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.