Τον ρόλο του επενδυτή καλείται να παίξει ο μέσος αποταμιευτής για να επιτύχει στην εποχή των αρνητικών επιτοκίων μια θετική απόδοση για τα χρήματά του, καθώς τα κλασικά τραπεζικά προϊόντα δεν αποτελούν πλέον επιλογή. Το ετησιοποιημένο όφελος της τάξης του 4% ή ακόμη και του 5% στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας που είχαν όσοι επέλεγαν προθεσμιακές καταθέσεις αποτελεί σήμερα όνειρο θερινής νυκτός. Λαμβάνοντας υπόψη και τον πληθωρισμό που βρίσκεται σε υψηλά αρκετών ετών λόγω της ενεργειακής κρίσης, όσοι τις επιλέγουν σήμερα βλέπουν τα χρήματά τους να χάνουν αξία.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικές πηγές, τα τελευταία δύο χρόνια οι καταθέτες που αναζητούν εναλλακτικές μορφές επένδυσης αυξάνονται συνεχώς. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι τα υπόλοιπα στους λογαριασμούς προθεσμίας συμπλήρωσαν τον Σεπτέμβριο 25 μήνες συνεχούς πτώσης, με τις καθαρές εκροές σε αυτό το διάστημα να ξεπερνούν τα 15 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 13 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ενα μεγάλο μέρος αυτής της διαρροής αναμφίβολα καταλήγει σε λογαριασμούς πρώτης ζήτησης από μερίδα του κόσμου που δεν ασχολείται πλέον με τις προθεσμιακές καταθέσεις. Πρόκειται κατά βάση είτε για καταθέτες που δεν θέλουν να δοκιμάσουν την τύχη τους σε προγράμματα που δεν διασφαλίζουν το αρχικό τους κεφάλαιο ή για αποταμιευτές που θέλουν να προχωρήσουν σε κάποια μεγάλη αγορά και πρέπει να έχουν διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή τα χρήματά τους.
Ως προς τις εναλλακτικές μορφές επένδυσης, οι βασικές επιλογές είναι οι εξής:
Αμοιβαία κεφάλαια
Μέσω αυτών, οι καταθέτες μπορούν να δημιουργήσουν ένα επενδυτικό χαρτοφυλάκιο κομμένο και ραμμένο στο προφίλ τους. Στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνονται υπόψη το ύψος της επιδιωκόμενης απόδοσης, η διάρκεια της επένδυσης και η ανοχή του αποταμιευτή στο ρίσκο. Μπορεί να επιλεγούν ένα ή περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια ή καλάθια αμοιβαίων κεφαλαίων για μεγαλύτερη διαφοροποίηση της επένδυσης. Επιπλέον, οι τράπεζες προσφέρουν προγράμματα τακτικής αποταμίευσης με πολύ χαμηλά ποσά που ξεκινούν ακόμη και από τα 50 ευρώ τον μήνα, τα οποία επενδύονται σε αμοιβαία κεφάλαια, ανάλογα με το προφίλ του καταθέτη. Από τα τέλη του καλοκαιριού του 2019 οι καθαρές εισροές στα αμοιβαία κεφάλαια των ΑΕΔΑΚ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα προσεγγίζουν τα 3 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 20% των εκροών στις προθεσμιακές καταθέσεις το ίδιο διάστημα.
Τραπεζοασφαλιστικά προγράμματα
Ενα σημαντικό τμήμα των προθεσμιακών καταθέσεων μετατράπηκε την τελευταία διετία και σε μακροχρόνια αποταμιευτικά προγράμματα, συνδυασμένα με ασφάλιση ζωής ή και υγείας του καταθέτη.
Με τον τρόπο αυτόν, ο αποταμιευτής επενδύει στις αγορές, διασφαλίζοντας επαγγελματική διαχείριση για τα χρήματά του, και ταυτόχρονα απολαμβάνει ασφαλιστικές καλύψεις. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές αυτών των προϊόντων, ανάλογα με το ρίσκο που θέλει να αναλάβει ο καθένας. Κάποια προγράμματα εγγυώνται μια ελάχιστη απόδοση, άλλα προσφέρουν ένα επίπεδο προστασίας στο αρχικό κεφάλαιο, ενώ κάποια δίνουν τη δυνατότητα για κλείδωμα της μέγιστης απόδοσης που πέτυχε το χαρτοφυλάκιο. Τέλος, οι καταβολές γίνονται είτε εφάπαξ ή σε τακτική βάση, ανάλογα με τις ανάγκες και την προτίμηση του αποταμιευτή, ενώ η διάρκεια αυτών των προϊόντων συνήθως διαμορφώνεται στα 10 χρόνια.
Απευθείας επενδύσεις
Δεν ήταν λίγοι οι επενδυτές που απέκτησαν ξανά μετοχές απευθείας από το ελληνικό χρηματιστήριο τους τελευταίους μήνες. Είναι χαρακτηριστικό πως κάποια στιγμή πριν από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης είχαν καταγράψει ρεκόρ 5ετίας, ξεπερνώντας τις 30.000.
Από την άλλη, πολλές ήταν και οι εκδόσεις ομολόγων, τόσο από το ελληνικό Δημόσιο, όσο και από μεγάλες επιχειρήσεις τα τελευταία δυόμισι χρόνια, παρέχοντας στους πιο συντηρητικούς καταθέτες μια εναλλακτική χαμηλού ρίσκου, με σαφώς πιο υψηλά επιτόκια από εκείνα των προθεσμιακών λογαριασμών.
Αγορά ακινήτου με δάνειο
Η αγορά ενός ακινήτου με δάνειο, με σκοπό την εκμετάλλευσή του, αποτελεί πλέον μια ελκυστική επιλογή, καθώς τα ενοίκια έχουν διαμορφωθεί σε υψηλά επίπεδα, ενώ οι τιμές πώλησης απέχουν ακόμη αρκετά από τα ιστορικά υψηλά τους. Ετσι, μπορεί κάποιος να διαθέσει κάποια χρήματα για τη συμμετοχή του κατά 20% τουλάχιστον στο τίμημα απόκτησης π.χ. μιας κατοικίας και στη συνέχεια να καταβάλλει κάθε μήνα στην τράπεζα τη δόση του, όπως γίνεται και σε ένα πρόγραμμα τακτικής αποταμίευσης. Μέσω της μίσθωσης του ακινήτου εξασφαλίζει ένα εισόδημα, που είναι υψηλότερο της μηνιαίας καταβολής, και ταυτόχρονα προσδοκά σε κεφαλαιακό κέρδος μέσω της ανόδου των τιμών στην κτηματαγορά.