Citi – Η πρόκληση του Συμφώνου Σταθερότητας και το «βουνό» που έχει μπροστά της η Ελλάδα

Καθώς οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ παραμένουν σε αναστολή, το 2022 θα είναι άλλο ένα έτος υποστηρικτικού δημοσιονομικού προσανατολισμού στην Ευρωζώνη, αναφέρει η Citi

Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας στην ζώνη του ευρώ έχει ανοίξει και επισήμως, την ώρα που η ΕΕ προσπαθεί να ανακάμψει από τη ύφεση της πανδημίας, η ενεργειακή κρίση είναι ήδη εδώ και ο πληθωρισμός ίσως αποδειχθεί λιγότερο «παροδικός» από όσο εκτιμάται.

Τα χρήματα που έχουν δοθεί από τις κυβερνήσεις για την στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών εν μέσω Covid-19 και το φιλόδοξο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την ΕΕ σε συνδυασμό με την χαλαρή νομισματική πολιτική έχουν αποδώσει καρπούς.

Ωστόσο, αναμένεται να προκαλέσουν υψηλότερα ελλείμματα και χρέη.

Για τον λόγο αυτό συμφωνήθηκε η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας, καθόσον βρίσκεται σε εξέλιξη η συζήτηση για την αναθεώρησή του.

Δημοσιονομικό βουνό

Και σύμφωνα με τους αναλυτές της Citi, Ελλάδα και Ιταλία έχουν ένα δημοσιονομικό βουνό που πρέπει να ανέβουν.

Καθώς οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ παραμένουν σε αναστολή, το 2022 θα είναι άλλο ένα έτος υποστηρικτικού δημοσιονομικού προσανατολισμού στην Ευρωζώνη, αν και μικρότερου μεγέθους και διαφορετικής φύσης σε σύγκριση με το 2020 και το 2021.

Στην έκθεσή της με τίτλο «Ζώνη του ευρώ: Η δημοσιονομική στήριξη εξακολουθεί να είναι στη μόδα» η Citi, υπογραμμίζει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της ζώνης του ευρώ πιθανότατα θα εξακολουθήσει να μειώνεται σε σύγκριση με το 2020-21, και θα διαμορφωθεί στο περίπου 4,5% του ΑΕΠ το 2022.

Η εξαίρεση της Γερμανίας και το 3% του ελλείμματος

Όμως κανένα από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης εκτός από τη Γερμανία δεν προβλέπει επιστροφή στο έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ το νωρίτερο πριν από το 2024, όπως προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας.

Η Citi τονίζει ότι αν και η δημοσιονομική στήριξη στην Ευρωζώνη παραμένει πολύ μικρότερη από ό,τι στις ΗΠΑ, εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη στην πρόσφατη ιστορία.

Προβλέπει επίσης, ότι οι κυβερνήσεις θα καταργήσουν σταδιακά τα έκτακτα μέτρα που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια των lockdown για να αντισταθμίσουν τις απώλειες των επιχειρήσεων και να προστατεύσουν τις θέσεις εργασίας.

Επιπλέον «αρκετά κράτη-μέλη σχεδιάζουν να εισαγάγουν νέα επεκτατικά μέτρα στους Προϋπολογισμούς του 2022. Αυτά στοχεύουν στη στήριξη της συνολικής ζήτησης – π.χ. φορολογικές περικοπές, υψηλότερες δημόσιες επενδύσεις και επιδοτήσεις για την άμβλυνση του ενεργειακού σοκ» αναφέρεται στην έκθεση.

Το 2022 οι αλλαγές

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τους αναλυτές του χρηματοπιστωτικού κολοσσού, η συζήτηση σχετικά με το εάν και πώς θα αλλάξουν οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ επιταχύνεται και μια απόφαση από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΕ θα είναι αναπόφευκτη το 2022.

«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η Ευρώπη θα προσπαθήσει να αποφύγει την πρόωρη δημοσιονομική αυστηροποίηση που υιοθετήθηκε μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-1009 και που προκάλεσε μια διπλή ύφεση που θα μπορούσε να αποφευχθεί».

Οι αναλυτές υπογραμμίζουν ότι η δημοσιονομική πολιτική στην Ευρωζώνη παραμένει πρωτίστως εθνική υπόθεση.

Αναφέρουν ότι το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα της ζώνης του ευρώ για το 2021 είναι πιθανό να είναι κοντά, αν όχι μεγαλύτερο, σε σχέση με το 2020 (7,2% του ΑΕΠ).

Αγορές ομολόγων

Ωστόσο, τονίζουν, η καθαρή έκδοση ομολόγων του 2021 αναμένεται να είναι σημαντικά μικρότερη από ό,τι το 2020, καθώς ο δανεισμός του 2020 είχε ξεπεράσει τις ανάγκες σε μετρητά κατά ένα μεγάλο περιθώριο έτσι ώστε να δημιουργηθούν αποθεματικά.

Και προσθέτουν ότι ένα αμετάβλητο ονομαστικό έλλειμμα σε σύγκριση με το 2020, σε ένα έτος όπου το ΑΕΠ πιθανότατα θα ανακάμψει κατά 5% περίπου, σημαίνει έμμεσα ότι η δημοσιονομική ώθηση ήταν ακόμα πολύ μεγάλη.

Το εκτιμώμενο διαρθρωτικό έλλειμμα διευρύνθηκε φέτος κατά περίπου όσο και το 2020 – περίπου 2,5 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ ετησίως.

Ωστόσο, αυτό εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερο από τη σωρευμένη δημοσιονομική ώθηση στις ΗΠΑ (όπου το έλλειμμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης φαίνεται να διευρύνεται στο 16,5% του ΑΕΠ το 2021 από 10% το 2020 και περίπου 5% πριν από την πανδημία).

Ελπίδα από τα φορολογικά έσοδα

Η Citi αναφέρει επίσης ότι η ανθεκτικότητα των κρατικών εσόδων ήταν αξιοσημείωτη, ειδικά σε σύγκριση με την ύφεση του 2008-09. Τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ παρέμειναν περίπου στα επίπεδα του 2019 έως το 1ο εξάμηνο του 21ου έτους.

Στην Ιταλία και την Ισπανία, τα φορολογικά έσοδα της κεντρικής κυβέρνησης (σε ευρώ) ήταν κοντά ή πάνω από τα επίπεδα του 2019 ήδη το καλοκαίρι.

Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να αντικατοπτρίζει το είδος της δημοσιονομικής στήριξης κατά τη διάρκεια της πανδημίας – που στοχεύει κυρίως στο να καλύψει τις απώλειες των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και να προστατεύσει τις θέσεις εργασίας, κάτι που με τη σειρά του επέτρεψε μικρότερο πλήγμα στα έσοδα.

Όποιος κι αν είναι ο λόγος, το γεγονός ότι τα φορολογικά έσοδα διατηρήθηκαν καλά είναι σημαντικό γιατί υποδηλώνει ότι η πανδημία μπορεί να μην έχει επηρεάσει ουσιαστικά τη φορολογική βάση. Και αυτό προοιωνίζεται για μια δυνητικά ταχεία μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος μετά την πανδημία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εάν το μακροοικονομικό υπόβαθρο εξελιχθεί περίπου όπως αναμένεται, όλα τα δημοσιονομικά ελλείμματα στην Ευρωζώνη θα συρρικνωθούν το 2022.

Αφήνοντας στην άκρη τη Γερμανία προς το παρόν (τα προσχέδια δημοσιονομικών σχεδίων (DBPs) των μεγάλων κρατών μελών Γαλλία, Ιταλία και η Ισπανία στοχεύουν σε δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 5% του ΑΕΠ για το 2022, από 8%-9% το 2021.

Το συνολικό έλλειμμα της Ευρωζώνης αναμένεται να μειωθεί σχεδόν στο μισό σε σύγκριση με το φετινό επίπεδο (από 7,5%-8% του ΑΕΠ σε λίγο πάνω από 4%). Σε όρους ευρώ, αυτό σημαίνει ότι οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες ενδέχεται να μειωθούν από 840 δισ. ευρώ το 2021 σε περίπου 480 δισ. ευρώ το 2022.

Τα μέτρα θα συνεχιστούν

Σύμφωνα με την Citi η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει ιδιαίτερα υποστηρικτική ακόμη και σε εθνικό επίπεδο.

«Αναμένουμε ότι τόσο τα ονομαστικά όσο και τα διαρθρωτικά ελλείμματα θα παραμείνουν σημαντικά μεγαλύτερα από ό,τι την περασμένη δεκαετία, αν και το κενό αναμένεται να κλείσει σχεδόν μέχρι το τέλος του 2022. Διακριτικά επεκτατικά μέτρα, επιπλέον αυτών που έχουν ήδη εγκριθεί το 2020 και το 2021, αν και μικρότερου μεγέθους , ενσωματώνονται στα νέα δημοσιονομικά σχέδια των κυριότερων χωρών της Ευρωζώνης» τονίζουν.

Το Ταμείο Ανάκαμψης

Οι επιχορηγήσεις και τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ (RRF) θα συμβάλουν σε πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη πέρα ​​από τον εγχώριο προϋπολογισμό.

Η Citi τονίζει τα δημοσιονομικά σχέδια παραμένουν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένα προς τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης και αναμένουν ότι αυτή η δέσμευση θα εκπληρωθεί το 2022 και πιθανώς και το 2023.

Και εκτιμά ότι πέρα από αυτόν τον ορίζοντα, και μετά από τριετή αναστολή, θα πρέπει οι δημοσιονομικοί κανίονες της ΕΕ να επιστρέψουν με κάποια μορφή.

Το αν και πώς θα αλλάξουν αυτοί οι κανόνες σε σχέση με το παλιό Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα είναι μια βασική συζήτηση για τους ευρωπαίους φορείς χάραξης πολιτικής πριν από το φθινόπωρο του 2022.

Η πρόκληση των δημοσιονομικών κανόνων

Η έκθεση αναφέρει ότι όταν επανενεργοποιηθεί το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) της ΕΕ, θα φανούν οι επιπτώσεις της αύξησης του δανεισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Εκτιμούν ότι 13 από τα 19 κράτη μέλη της Ευρωζώνης (όλα εκτός από τη μικρή Ιρλανδία, Σλοβακία, Ολλανδία, Λιθουανία, Λετονία, Λουξεμβούργο και Εσθονία) θα υπερβούν το 60% αναλογία χρέους προς ΑΕΠ, από 10 πριν από την πανδημία το 2019.

Το βουνό της Ελλάδας

Και σύμφωνα με το δημοσιονομικό σύμφωνο, θα αναγκαστούν να μειώνουν τον δείκτη χρέους κατά το 1/20 της υπέρβασης άνω του 60% κάθε χρόνο, κάτι που θα απαιτούσε τη μείωσή του μεταξύ 0,6% του ΑΕΠ ετησίως για τη Γερμανία και 6,5% του ΑΕΠ για την Ελλάδα ή 4,5% του ΑΕΠ για την Ιταλία, στόχοι τους οποίους η Citi χαρακτηρίζει μαθηματικά σχεδόν αδύνατους.

Ο κανόνας του χρέους ήταν πάντα δύσκολο να εφαρμοστεί και κανένα μέλος της ευρωζώνης δεν τέθηκε ποτέ σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) λόγω παραβίασης του κανόνα.

Ωστόσο, έξι κράτη μέλη της Ευρωζώνης θα υπερβούν το 3% του ΑΕΠ σύμφωνα με τις προβλέψεις για το 2023 που περιέχονται στα προσχέδια δημοσιονομικών σχεδίων από μόλις ένα το 2019 (Γαλλία) . Πέντε από αυτά θα παραβιάζουν και τα δύο κριτήρια το 2023 (Μάλτα, Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία). Είναι αυτή η ομάδα που κινδυνεύει περισσότερο από σημαντική αναγκαστική λιτότητα, τουλάχιστον θεωρητικά.

Η Citi υπενθυμίζει ότι ο ESM έχει προτείνει την αύξηση της τιμής αναφοράς για το επίπεδο του δημόσιου χρέους από το 60% του ΑΕΠ στο 100% του ΑΕΠ.

Από τις έξι χώρες που θα κατέληγαν σε ΔΥΕ λόγω υπέρβασης του ορίου του ελλείμματος του 3% του ΑΕΠ, μόνο τέσσερις θα εξακολουθούσαν να πλήττονται και τρεις από αυτές (Βέλγιο, Ισπανία και Γαλλία) θα έχουν σχετικά ήπιες ανάγκες προσαρμογής (χρέος /Μείωση του ΑΕΠ λιγότερο από 1% του ΑΕΠ ετησίως σύμφωνα με τον κανόνα 1/20).

«Μόνο η Ιταλία και η Ελλάδα θα έμεναν για να σκαρφαλώσουν κυριολεκτικά ένα βουνό».

Πηγή: ot.gr

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.