Στην ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και τις δέκα χώρες, οι οποίες μέσω των πρεσβειών τους τοποθετήθηκαν για την υπόθεση του φυλακισμένου Οσμάν Κάβαλα, δόθηκε εν τέλει μία «κομψή» λύση σχολιάζει στις σελίδες της η Süddeutsche Zeitung: «Διατυπώθηκε μια δήλωση την οποία οι εμπλεκόμενοι στη διαμάχη μπορούν να ερμηνεύσουν όπως τους αρέσει. Και οι δύο πλευρές νιώθουν να επιβεβαιώνονται, δίχως να εκτίθενται και έχοντας αποφύγει τη σύγκρουση». Όπως επισημαίνει ο συντάκτης «οι διπλωμάτες ήταν σημαντικά πρόσωπα: οι πρεσβευτές των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Γαλλίας και επτά άλλων κρατών με μεγάλη επιρροή. Όσο και αν διπλωματικά μπορεί να μη θεωρήθηκε φρόνιμη αυτή η δημόσια κριτική, η υπόθεση αποκλιμακώθηκε χάρη σε μία πραγματικά ανούσια δήλωση ως tweet μέσω κινητού τηλεφώνου. Μία εκεχειρία λοιπόν μέσω Twitter. Με μια νηφάλια ανάγνωση του σύντομου κειμένου -μίας και μόνο πρότασης- οι κυβερνήσεις των ενδιαφερόμενων κρατών δεν παραδέχθηκαν κανένα λάθος. Πόσο μάλλον, ότι ζήτησαν συγγνώμη από την Τουρκία. Η θέση τους γνωστή: Οι διπλωμάτες τους ακολουθούν τους κανόνες του παιχνιδιού που συμφωνήθηκαν στη „Συμφωνία της Βιέννης”».
Στο ερώτημα ωστόσο «είναι δηλαδή και πάλι όλα καλά;» η εφημερίδα απαντά: «Όχι. Η υπόθεση Κάβαλα θα τεθεί και πάλι επί τάπητος σε μερικές εβδομάδες. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποφάσισε το 2019 ότι ο φιλάνθρωπος και υποστηρικτής της κοινωνίας των πολιτών που φυλακίστηκε χωρίς δικαστική απόφαση πρέπει να αφεθεί ελεύθερος. Η Τουρκία είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, πρέπει να σεβαστεί την απόφαση. Εάν αυτό δεν συμβεί μέχρι τον Δεκέμβριο, η Άγκυρα απειλείται με αποβολή από το συμβούλιο. Και τότε η Τουρκία θα έχανε πραγματικά το σύνδεσμό της με την Ευρώπη και τη Δύση. Ο χρόνος για να βρεθεί μία λύση είναι ελάχιστος».
Αναφερόμενη στο ίδιο ζήτημα η taz δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Τεμενάς στον Ερντογάν» και παρατηρεί σκωπτικά: «Μια εβδομάδα διήρκησε η επίθεση υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανεξάρτητης δικαιοσύνης. Μετά οι αποφασισμένοι μαχητές από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Σκανδιναβία υπέστειλαν και πάλι τις σημαίες. Αφού ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απείλησε ότι θα απελάσει τους πρεσβευτές των δέκα χωρών που είχαν ζητήσει την απελευθέρωση του ακτιβιστή ανθρωπίνων δικαιωμάτων Οσμάν Κάβαλα, ανέκρουσαν πρύμναν. Ακόμα κι αν ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ στη συνέχεια υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν φυσικά την εκστρατεία για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλο τον κόσμο και θα παρακολουθούν τη μοίρα του Οσμάν Κάβαλα, εντούτοις ήταν ένας τεμενάς στον Ερντογάν. Κατά τη διάρκεια του τουρκικού υπουργικού συμβουλίου, οι ΗΠΑ και στη συνέχεια οι άλλες εννέα χώρες δημοσίευσαν μια δήλωση που είχαν συμφωνήσει προηγουμένως με τον σύμβουλο εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν. Αυτό επεσήμανε, διπλωματικά εξωραϊσμένα, αλλά αρκετά ξεκάθαρα: Συγγνώμη, δεν θα το ξανακάνουμε. Αυτό απέτρεψε την απέλαση των πρέσβεων, αλλά και την απελευθέρωση του Καβάλα. Και κυρίως, οι ενέργειες της Δύσης έδωσαν στον Ερντογάν μια μεγάλη ευκαιρία να παρουσιαστεί για ακόμη μια φορά ως ισχυρός άνδρας που μπορεί να βάλει στη θέση τους όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και τη μισή Ευρώπη συν τον Καναδά και τη Νέα Ζηλανδία. Μια επιτυχία που ήρθε την κατάλληλη στιγμή για τον κλονισμένο πρόεδρο».
H Μπας στην πρώτη της ομιλία ως πρόεδρος της γερμανικής βουλής
H ιστοσελίδα Spiegel Online αναφέρεται στην εκλογή της δεύτερης γυναίκας στο αξίωμα της προέδρου της γερμανικής βουλής στην γερμανική ιστορία, ενώ τονίζει ότι πρόκειται για ένα «σημείο καμπής» στο γερμανικό κοινοβούλιο: ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αποχωρεί από το βήμα – η πολιτικός του SPD Μπέρμπελ Μπας αναλαμβάνει καθήκοντα. Ωστόσο, για τον συντάκτη του Spiegel η Μπας δεν ανέλαβε το δεύτερο υψηλότερο αξίωμα, γιατί η προηγούμενη καριέρα της την προόριζε για τη θέση αυτή, αλλά «επιλέχθηκε επειδή το SPD χρειαζόταν μία γυναίκα. Επειδή οι Σοσιαλδημοκράτες θέλουν να διορίσουν Καγκελάριο και Ομοσπονδιακό Πρόεδρο και ισχυρίζονται ότι είναι κοινωνικοπολιτικά ενημερωμένοι στο πνεύμα της σημερινής εποχής». Παρόλα αυτά, όπως επισημαίνει, «με την Μπας εγκαινιάζεται ένα νέο στιλ στο δεύτερο υψηλότερο αξίωμα της γερμανικής πολιτικής. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μόλις εκφώνησε την τελευταία του ομιλία και φέροντας τον τίτλο του γηραιότερου, άνοιξε την ψηφοφορία. Πειθαρχημένος μέχρι τέλους, ο 79χρονος δεν επέτρεψε στον εαυτό του κανέναν συναισθηματισμό, αποχαιρετώντας τη θέση που θα ήθελε να συνεχίσει να κατέχει ο ίδιος. Αντίθετα η Μπας έδειξε συναισθήματα, αποδεχόμενη το εκλογικό αποτέλεσμα „με την καρδιά της”».
Με μία αναδρομή στη διαφορετική βιογραφία της νέα προέδρου σε σχέση με εκείνη του προκατόχου της, το άρθρο καταλήγει, ότι η νέα πρόεδρος της ομοσπονδιακής βουλής «ζητά μια κατανοητή πολιτική. Τονίζει ότι οι πολίτες δεν αισθάνονται πλέον ότι τους αφορά η πολιτική και προειδοποιεί τους βουλευτές να μην κρύβονται πίσω από την πολιτική „τεχνική ορολογία” και πίσω από τις απόψεις των ειδικών. (…) H νέα πρόεδρος απαιτεί σεβασμό προς τους πολίτες από τους βουλευτές, αλλά και αντίστροφα, από τους πολίτες σεβασμό προς τη Βουλή».
Πηγή: Deutsche Welle