Δημοκρατία χωρίς εναλλαγή κομμάτων και προσώπων στην εξουσία δεν νοείται. Πρόκειται για κάτι που έχει περιγραφεί ως «κυκλοφορία των ελίτ», κινητικότητα του πολιτικού προσωπικού θα λέγαμε, αντίστοιχη προς τη γενική κοινωνική κινητικότητα – αυτή που έχει ονομαστεί «αμερικανικό όνειρο» – που όλοι τη θεωρούμε θετική. Πλην αυτών βεβαίως που προσπαθούν να την αποτρέψουν για να κρατήσουν τα προνόμιά τους, που τα διεκδικούν άλλοι. Γιατί οι πόροι είναι πάντα περιορισμένοι και οι ανθρώπινες ανάγκες απεριόριστες.
Η εξουσία λοιπόν διεκδικείται, όπως διεκδικούνται και ο πλούτος και το σεξ. Οσοι την κατέχουν κάνουν ό,τι μπορούν για να τη διατηρήσουν. Στα δημοκρατικά πολιτεύματα που στηρίζονται στον μη βίαιο ανταγωνισμό και στην ψήφο των πολιτών, οι κατέχοντες διαθέτουν δύο μέσα: τα κόμματα και το εκλογικό σύστημα. Προσπαθούν να οργανώσουν τα κόμματα έτσι ώστε να κατακτήσουν και να μείνουν στην ηγεσία τους και το εκλογικό σύστημα έτσι ώστε, μέσω του κόμματος, να φθάσουν και να μείνουν στην εξουσία.
Οσο όμως γίνεται δυσκολότερη η πρόσβαση στην ηγεσία των κομμάτων και στην εξουσία νέων ελίτ που προσπαθούν να εκτοπίσουν τις υπάρχουσες, αυξάνονται οι πιθανότητες οι εναλλαγές αυτές να μη γίνονται με δημοκρατικούς όρους.
Οι ελληνικοί πολιτικοί οίκοι
Η Ελλάδα είναι κλασική περίπτωση δημιουργίας πολιτικού ολιγοπωλίου μέσω του οποίου η χώρα κυβερνάται από τους οίκους Καραμανλή, Παπανδρέου και Μητσοτάκη: στα 47 χρόνια μεταπολίτευσης έξι χρόνια (1974-80) στην αρχή και 5,5 μετά (2004-2009), σύνολο 11,5 κυβέρνησε ο οίκος Καραμανλή – του οποίου όμως ο γενάρχης (Κωνσταντίνος) διετέλεσε επί 10 χρόνια Πρόεδρος της Δημοκρατίας και είχε διατελέσει πρωθυπουργός άλλα 8 χρόνια πριν από τη δικτατορία.
Ο οίκος Παπανδρέου κυβέρνησε 13 χρόνια (1981-1989, 1993-1996, 2009-2011) – και ο ιδρυτής του (Γεώργιος) είχε διατελέσει δύο φορές πρωθυπουργός πριν από τη δικτατορία.
Εξι χρόνια (ως τώρα: 3,5 το 1990-1993, 2,5 το 2019-2021) κυβερνά ο οίκος Μητσοτάκη – που κατείχε και τη δημαρχία της Αθήνας (3,5 χρόνια η Ντόρα Μπακογιάννη και 2,5 χρόνια [ως τώρα] ο Κώστας Μπακογιάννης) και του οποίου η παράδοση φθάνει κυριολεκτικά στα βάθη της ελληνικής ιστορίας, στον Γερο-Κωστή Μητσοτάκη (προπάππο του σημερινού πρωθυπουργού, γεννηθέντα το 1845) και στον κουνιάδο του Ελευθέριο Βενιζέλο.
Η χρυσή μία ψήφος
Ας δούμε πώς το εκλογικό σύστημα αναπαράγει τους έχοντες και κατέχοντες. Ο όρος «ενισχυμένη αναλογική» ίσχυε κάποτε αλλά κατέληξε ευφημισμός σκληρού πλειοψηφικού συστήματος με μία μόνο εκλογική περιφέρεια, τη χώρα: όποιο κόμμα «πιάνει» το 36,5% (37,5% με το νέο σύστημα) και παίρνει έστω και μία ψήφο παραπάνω από το δεύτερο κόμμα, τη χρυσή πλειοψηφική ψήφο, αυτομάτως τα παίρνει όλα – όχι μόνο την πλειοψηφία στη Βουλή, τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση: ορίζει την ηγεσία της δικαιοσύνης, του στρατεύματος, των σωμάτων ασφαλείας· διορίζει τους δημοσίους υπαλλήλους και διαχειρίζεται το δημόσιο χρήμα – κυρίως το δημόσιο χρέος (με γνωστά αποτελέσματα), τους εξοπλισμούς (και στη συνέχεια κάποιοι υπουργοί Αμυνας φυλακίζονται ως καταχραστές) και τα μεγάλα δημόσια έργα (όπου όλοι ανεξαιρέτως οι επιχειρηματίες κατηγορούνται ως «διαπλεκόμενοι»).
Προφανώς, με τέτοιο εκλογικό σύστημα «όποιος φεύγει από το μαντρί, τον τρώει ο λύκος» είχε εξηγήσει κάποτε ο Ευάγγελος Αβέρωφ – και όποιος θέλει κάποια ημέρα να γίνει τσοπάνος πρέπει καταρχήν να πάει σε μαντρί, να δηλώσει υποτέλεια και να ελπίζει ότι θα μπορέσει και αυτός να ιδρύσει δυναστεία. Κανείς δεν τα κατάφερε ως τώρα.
Τα κόμματα
Ας δούμε και τα κόμματα: στα 47 χρόνια ύπαρξης της ΝΔ, αποτέλεσαν σύντομα διαλείμματα οι προεδρίες Αβέρωφ, Εβερτ, Σαμαρά που διήρκεσαν 12 χρόνια συνολικά, τα υπόλοιπα 35 του κόμματος ηγείται Καραμανλής ή Μητσοτάκης. Ας σημειώσουμε ότι ποτέ οι δύο οίκοι δεν αναμετρήθηκαν απευθείας για την ηγεσία της ΝΔ, κάτι που επέτρεπε – κατά κανόνα – ο ένας οίκος να συμπαρίσταται στον άλλον που τη διεκδικούσε.
Στα 47 χρόνια του ΠαΣοΚ έχουμε 7,5 χρόνια προεδρίας του Κώστα Σημίτη, 3 χρόνια Βαγγέλη Βενιζέλου, 6 χρόνια Φώφης Γεννηματά (ανήκει σε ήσσονα οίκο) σύνολο 17, τα υπόλοιπα 30 ήσαν πρόεδροι ο Ανδρέας και ο Γιώργος Παπανδρέου – ο οποίος προχθές ανακοίνωσε ότι διεκδικεί ξανά την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, ουσιαστικά του κόμματος που ίδρυσε πριν από 47 χρόνια ο πατέρας του· το έκανε, μόνο όταν αποχώρησε από τη διεκδίκηση της ηγεσίας η εκπρόσωπος του ήσσονος οίκου.
Αχαλίνωτος ανταγωνισμός
Μου φαίνεται όλα αυτά είναι παγκοσμίως μοναδικά φαινόμενα για δημοκρατική χώρα· απαντώνται σε βασίλεια, δουκάτα, πριγκιπάτα, κληρονομικές δικτατορίες. Δεν μπορούμε να τα αγνοούμε όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τη δύσκολη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, της μόνης χώρας στη Δύση στην οποία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συνέβησαν τα τρία χειρότερα δυστυχήματα που μπορούν να συμβούν σε οποιοδήποτε κράτος: εμφύλιος πόλεμος, δικτατορία, χρεοκοπία.
Οι πιθανότητες κρίσης και καταφυγής σε εξωθεσμικά, βίαια μέσα πολιτικού ανταγωνισμού αυξάνονται όταν δεν υπάρχουν «χαλινοί», θεσμικές ισορροπίες που μπορούν να τον συγκρατήσουν σε ειρηνικά επίπεδα. Συνήθως αυτό επιτυγχάνεται με τη διάκριση των εξουσιών, με την ύπαρξη άνω και κάτω Βουλής, συνταγματικού δικαστηρίου, παρεμβατικών δικαιοδοσιών του προέδρου ή του κληρονομικού άρχοντα, ομοσπονδιακής συγκρότησης σε ορισμένα κράτη – τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει στην Ελλάδα, ούτε καν η τυπική διάκριση εξουσιών αφού η ηγεσία της δικαιοσύνης ορίζεται από τον πρωθυπουργό και ανώτατοι δικαστικοί ευελπιστούν σε κρατικές θέσεις (ή και πολιτικές) μόλις συνταξιοδοτηθούν. Ο κομματικός ανταγωνισμός σοβεί και στο εσωτερικό της δικαιοσύνης, όπως είναι πλέον φανερό και διά γυμνού οφθαλμού.
Συγκυβερνήσεις ή δικομματισμός;
Στις ελληνικές συνθήκες, είναι προφανές ποιον ευνοεί ο δικομματισμός. Επομένως το συμπέρασμα του αγαπητού φίλου, πρώην συναδέλφου στο Πάντειο και εξαίρετου επιστήμονα Θανάση Διαμαντόπουλου, σε αυτές εδώ τις σελίδες του προηγούμενου φύλλου του «Βήματος» («Συγκυβερνήσεις και λάθος ανάγνωση των αριθμών», Νέες Εποχές, σ. 3) – το συμπέρασμα ότι «πολιτικός που επιβάλλει αναλογικό σύστημα ωθείται είτε από έλλειμμα ιστορικής παιδείας ή από περίσσευμα καιροσκοπισμού» είναι απολύτως λάθος: απλώς ο πολιτικός αυτός θεωρεί ότι δεν έχει άλλον τρόπο να φθάσει στην εξουσία γιατί το σύστημα είναι δομικά κλειστό, λόγω των οίκων και του εκλογικού συστήματος.
Οταν φθάσει, ανάλογα πώς θα έχει διαμορφωθεί το πολιτικό τοπίο, μπορεί πλέον να είναι και αυτός υπέρ του πλειοψηφικού – πιστεύω δηλαδή ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει προ πολλού μετανιώσει που δεν ξέχασε (και) την προεκλογική υπόσχεσή του περί απλής αναλογικής.
Επιπλέον, το συμπέρασμά του στηρίζεται σε λανθασμένα επιχειρήματα – γράφει π.χ.: «στην Ευρώπη του 20ού αιώνα δεν αναφέρεται κατάρρευση ή ανατροπή δημοκρατίας όπου υπήρχε μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία και αυτοδύναμη κυβέρνηση». Το κίνημα του 1909 στην Ελλάδα υποχρέωσε σε παραίτηση πανίσχυρη μονοκομματική κυβέρνηση (Θεοτόκη) και έφερε τον Βενιζέλο – του οποίου οι επίσης πανίσχυρες κυβερνήσεις ανατράπηκαν (δις) το 1915 από τον Κωνσταντίνο και έτσι φθάσαμε στην αποσχιστική-στασιαστική κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, στην οιονεί βενιζελική δικτατορία 1917-20 και σε όσα τραγικά ακολούθησαν από το 1922 και μετά – ως το 1974, θα έλεγα.
Παρά τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις, οι καταρρεύσεις και ανατροπές δημοκρατιών δεν είναι στιγμιαία αδικήματα.
Ηγέτες και πολιτική κινητικότητα
Και είναι περίεργη η καταφρόνια για την πολυκομματική κυβέρνηση του 1926 όταν ο ίδιος εξηγεί θαυμάσια στο βιβλίο του «Δέκα και Μία δεκαετίες Πολιτικών Διαιρέσεων» (2ο τεύχος, σελ. 60-69) πώς η «πολιτική συλλογικότητα» υπονομεύθηκε από τον «Ηγέτη» (Ελευθέριο Βενιζέλο), που ανέτρεψε την πολυκομματική κυβέρνηση, άλλαξε το αναλογικό σύστημα σε πλειοψηφικό επειδή έκρινε ότι τον συνέφερε, για να το ξανακάνει αναλογικό το 1932 επειδή τώρα θεώρησε ότι αυτό τον συνέφερε, για να οργανώσει δύο κινήματα στη συνέχεια (1933 και 1935) που οδήγησαν τελικά στην επαναφορά της βασιλείας και στη δικτατορία του Μεταξά. Ενδιαμέσως, η πανίσχυρη, μονοκομματική κυβέρνηση Βενιζέλου είχε οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία.
Να προσθέσω ότι το εκλογικό σύστημα άλλαξε σε πλειοψηφικό το 1952 επειδή Πλαστήρας – Παπάγος έκριναν και οι δύο ότι τους ευνοούσε; Οτι οι παινεμένες μονοκομματικές και με ισχυρή πλειοψηφία στη Βουλή κυβερνήσεις 1952-1967 οργάνωσαν τον ένοπλο αγώνα στην Κύπρο υπό τον Γρίβα, ανέχθηκαν το συνταγματικό πραξικόπημα του Μακαρίου («13 σημεία», 1963) και οδηγηθήκαμε τελικά σε δικτατορία και στην Κυπριακή Καταστροφή; Και ότι η μεταπολιτευτική μονοκομματική κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή Β’ οδήγησε στη χρεοκοπία; Εχουμε ξεχάσει την πόλωση, την οξύτητα του δικομματικού ανταγωνισμού 2010-19 για τη μία επιπλέον χρυσή ψήφο της νίκης;
Για να μη μακρηγορήσω ακόμα περισσότερο, μου φαίνεται αναγκαίο να αποδυναμωθούν οίκοι, πρωθυπουργοί, αρχηγοί κομμάτων, τα ίδια τα κόμματα – μόνο με την απλή αναλογική και τις κυβερνήσεις συνεργασίας μπορεί να γίνει αυτό. Και δεν ισχυρίζομαι βεβαίως ότι η απλή αναλογική και οι συγκυβερνήσεις αποτελούν πολιτική πανάκεια που οδηγούν τις χώρες σε ρόδινους ορίζοντες – υποστηρίζω μόνο ότι στις συγκεκριμένες συνθήκες μπορούν να απαλύνουν τον ανταγωνισμό και να ενισχύσουν την αναγκαία στις δημοκρατίες πολιτική κινητικότητα.