Εφετείο των ΗΠΑ απεφάνθη την Παρασκευή ότι η τουρκική κρατική τράπεζα Halkbank μπορεί να διωχθεί με την κατηγορία ότι βοήθησε το Ιράν να αποφύγει τις αμερικανικές κυρώσεις.
Το 2ο Περιφερειακό Εφετείο των ΗΠΑ απεφάνθη, μάλιστα, ότι η τουρκική τράπεζα, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, δεν καλύπτεται από την ασυλία λόγω έδρας σε χώρα εκτός των ΗΠΑ.
Ο Robert Cary, δικηγόρος της Williams & Connolly που εκπροσωπεί τη Halkbank, αρνήθηκε να σχολιάσει. Δεν υπήρξε κανένα σχόλιο ούτε από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ή την ίδια τη Halkbank.
Οι εισαγγελείς κατηγόρησαν τη Halkbank ότι μετατρέπει τα έσοδα από το πετρέλαιο σε χρυσό και, στη συνέχεια, σε μετρητά προς όφελος ιρανικών συμφερόντων, καθώς και ότι πλαστογραφεί παραστατικά για μεταφορά τροφίμων, προκειμένου να δικαιολογήσει το ξέπλυμα εσόδων από λαθρεμπόριο πετρελαίου.
Οι Αμερικανοί εισαγγελείς υποστήριξαν επίσης ότι η Halkbank βοήθησε το Ιράν να μεταφέρει κρυφά 20 δισεκατομμύρια δολάρια, με τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο δολάρια να «ξεπλένονται» μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ.
Η Halkbank έχει δηλώσει αθώα για τις κατηγορίες της τραπεζικής απάτης, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της συνωμοσίας σχετικά με την τήρηση πλαστών παραστατικών μεταφοράς χρημάτων και δημιουργία εικονικών εταιρειών στο Ιράν, την Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για την παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων.
Η τράπεζα υποστήριξε ότι απαλλάσσεται από τις διώξεις, βάσει του ομοσπονδιακού νόμου των ΗΠΑ που παρέχει ασυλία, επειδή είναι κτήμα του τουρκικού κράτους.
Το δικαστήριο είπε ότι η Halkbank συνδύαζε τον σκοπό της – να λειτουργήσει ως αποθετήριο για τα έσοδα από το ιρανικό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της τουρκικής κυβέρνησης – με τη δράση της, η οποία ήταν ένα σχέδιο συμμετοχής σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Το Εφετείο έκρινε, επίσης, ότι ακόμα και αν ο νόμος «παρέχει ασυλία κυριαρχίας σε ποινικές υποθέσεις, η παραβατική συμπεριφορά για την οποία κατηγορείται η Halkbank, εμπίπτει στην εξαίρεση των εμπορικών δραστηριοτήτων της FSIA από την ασυλία των κρατών».
Η Halkbank είχε ασκήσει έφεση κατά της απόφασης της 1ης Οκτωβρίου του περιφερειακού δικαστή των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Μπέρμαν, που επέτρεπε τη δίωξή της.
Ο Μπέρμαν έχει επιβλέψει αρκετές σχετικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της καταδίκης του πρώην στελέχους της Halkbank, Μεχμέτ Χακάν Ατίλα και της παραδοχής ενοχής από τον Τουρκο-Ιρανό έμπορο χρυσού, Reza Zarrab.
Ο «φίλος» Τράμπ και ο γαμπρός του Ερντογάν
Η περίπτωση της Halkbank έχει περιπλέξει τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, με τον τούρκο πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, να υποστηρίζει την αθωότητα της Halkbank σε υπόμνημά του το 2018, προς τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
Αμερικανοί αξιωματούχοι, εξάλλου, έχουν δηλώσει ανοιχτά πως όσο ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ ο Τραμπ, δεν κινδύνευε ο «φίλος του» Ερντογάν από το σκάνδαλο της Halkbank…
Σημειώνεται, επιπλέον, ότι η εν λόγω τράπεζα είχε συνδεθεί με το όνομα του γαμπρού τού Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ο οποίος, μυστηριωδώς, παραιτήθηκε από τη θέση του υπουργού Οικονομικών, επικαλούμενος λόγους υγείας, το Νοέμβριο του 2020, τότε που ομοσπονδιακός δικαστής της Νέας Υόρκης είχε αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση της τράπεζας σε δίκη.
Το κατώτερο δικαστήριο είχε προγραμματίσει μια δίκη να ξεκινήσει για τις 3 Μαΐου, αλλά η διαδικασία ανεστάλη κατά τη διάρκεια της έφεσης και δεν έχει ακόμη προγραμματιστεί νέα δίκη.
Να σημειωθεί ότι η δεύτερη σε μέγεθος τουρκική τράπεζα «κινδυνεύει» με πρόστιμο ύψους 20 δισ. δολαρίων και, σε περίπτωση που της επιβληθεί, αυτό θα αποτελέσει ίσως το τελειωτικό χτύπημα για την τουρκική οικονομία, που ήδη καταρρέει, αλλά και για τις καταθέσεις ιδιωτών και επιχειρήσεων στην Halkbank.