Ο λόγος του είναι μείγμα τεχνοκρατικού και πολιτικού και βλέπει τη μεγάλη εικόνα των διεθνών τάσεων, τις οποίες πρέπει, όπως τονίζει, να ενσωματώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην ανάλυσή του. Ο Δημήτρης Λιάκος αποτελεί ένα από τα πρόσωπα που η ανάλυσή τους ξεφεύγει από τα κομματικά τείχη και γι’ αυτό προτάσσει και ως στόχο του ΣΥΡΙΖΑ να ξανακερδίσει το πολιτικό κέντρο. Ο οικονομολόγος και πρώην υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, στέκεται και στην αύξηση του δημοσίου χρέους, υποστηρίζοντας ότι γινόμαστε μάρτυρες εφησυχασμού και λίγοι θέλουν να ταράξουν το κλίμα ευδαιμονίας που επιχειρείται να καλλιεργηθεί.
Θα ξεκινήσω πεσιμιστικά: Το δημόσιο χρέος μεγαλώνει και νομίζω ότι εθελοτυφλούμε πάλι, πολιτικοί και ΜΜΕ.
«Οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης αντιμετωπίστηκαν διεθνώς κυρίως μέσω των εθνικών προϋπολογισμών. Συνέπεια, η σημαντική αύξηση ελλειμμάτων και δημοσίου χρέους, που στην ελληνική περίπτωση έχει ξεπεράσει το 200%/ΑΕΠ. Συμφωνώ με την παρατήρηση ότι ελάχιστοι ανησυχούν, λησμονώντας τα αίτια της περιπέτειας της προηγούμενης δεκαετίας. Αντιθέτως, γινόμαστε μάρτυρες εφησυχασμού για να μη διαταραχθεί η αίσθηση του «όλα βαίνουν καλώς». Επομένως δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι δημοσίως δεν συζητούνται ζητήματα που έχουν ανοίξει στην Ευρώπη όπως η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, οι πιθανές αλλαγές στη νομισματική πολιτική λόγω πληθωρισμού, που θα καθορίσουν το μελλοντικό πλαίσιο άσκησης της οικονομικής πολιτικής».
Ανησυχείτε συνολικά για την πορεία της οικονομίας; Βλέπετε κάτι θετικό ή όλα μαύρα;
«Είναι αληθές ότι η ελληνική οικονομία ανακάμπτει ακολουθώντας τη θετική διεθνή τάση. Οι συνολικοί διαθέσιμοι πόροι μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση και στη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Ζητούμενα η απορρόφησή τους, η αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος, η συμπεριληπτικότητα της ανάκαμψης, η επούλωση των «πανδημικών» πληγών και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Στο τελευταίο, κρίσιμο είναι η κατεύθυνσή τους. Ωστόσο η παρατηρούμενη ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης, τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η εξελισσόμενη ενεργειακή κρίση και οι σημαντικές ανατιμήσεις μπορούν να υπονομεύσουν την ανάκαμψη και να απειλήσουν την κοινωνική συνοχή. Χρειάζεται εγρήγορση και η εφαρμογή ενός μείγματος πολιτικών προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις χωρίς να απειλούνται οι μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας».
Ο πληθωρισμός επέστρεψε. Μπορεί να γίνει εργαλείο θετικής πολιτικής ο αυξημένος πληθωρισμός; Θα μπορούσε να εφαρμοσθεί η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή που ήταν σε ισχύ πριν από 38 χρόνια από την κυβέρνηση ΠαΣοΚ;
«Θα διαφωνούσα με κάτι τέτοιο, καθώς θα δημιουργούσε προϋποθέσεις για έναν νέο δημοσιονομικό εκτροχιασμό και παράλληλα θα συντελούσε στη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων και στην επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Είμαι υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού και της συσχέτισής του με το ΑΕΠ, της ουσιαστικής ενδυνάμωσης των εργασιακών δικαιωμάτων και των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης. Στο μέτωπο των ανατιμήσεων θεωρώ ως απάντηση ένα μείγμα μέτρων που θα συμπεριλαμβάνει τη διεύρυνση της περιμέτρου των δικαιούχων και την επέκταση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις για τα ενεργειακά τιμολόγια με παράλληλη αύξηση του προϋπολογισμού του φακέλου, την απορρόφηση μέρους των αυξήσεων από τους παρόχους και τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Ιδιαίτερα για τα ευάλωτα νοικοκυριά, εν όψει του χειμώνα, θα πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο περικοπών ρεύματος ή/και φυσικού αερίου, αν θέλουμε να αποκαλούμαστε ευνομούμενη πολιτεία».
Ως οικονομία, κοινωνία, πολιτικό σύστημα και ΜΜΕ, αντιλαμβανόμαστε τη μεγάλη αναδιάρθρωση που γίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω και της πανδημίας; Πώς τοποθετούμαστε ως χώρα;
«Πανδημία και κλιματική αλλαγή θέτουν ένα νέο πλαίσιο προβληματισμού, ανάλυσης και άσκησης πολιτικής. Η εκδήλωσή τους απογύμνωσε το καθιερωμένο σύστημα αναδεικνύοντας τα όρια και τις αδυναμίες του. Η ενίσχυση των συστημάτων υγείας και κοινωνικής πρόνοιας οφείλει να συμπεριληφθεί ως απαραίτητο συστατικό της αναπτυξιακής ατζέντας. Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την παραγωγή και την κατανάλωση με τρόπο καθοριστικό, προβάλλοντας τις απαιτούμενες αλλαγές ως επιτακτικές. Τα συστήματα πρόβλεψης και πολιτικής προστασίας οφείλουν να αναθεωρηθούν και να ενισχυθούν, ενώ η ανθεκτικότητα των υπαρχουσών υποδομών δεν επαρκεί στις νέες συνθήκες. Προσθέτοντας τις ανισότητες και τις γεωπολιτικές αναταράξεις με εμφανείς επιπτώσεις σε πεδία όπως η κοινωνική συνοχή, η ασφάλεια, το Μεταναστευτικό κ.ά. έχουμε σχηματισμένη τη «μεγάλη εικόνα» των εξελίξεων στο διεθνές περιβάλλον. Μας απασχολούν όλα αυτά; Κρίνοντας από τον δημόσιο διάλογο, ελάχιστα. Αντιλαμβάνομαι ότι λίγοι θέλουν να ταράξουν το κλίμα ευδαιμονίας που επιχειρείται να καλλιεργηθεί, ωστόσο οι πρόσφατες εξελίξεις μας καλούν να το πράξουμε».
Πώς μπορεί να διαφοροποιηθεί ένα κόμμα της Αριστεράς όταν συντελούνται τόσο μεγάλες διεργασίες σε παγκόσμιο επίπεδο ή απλά είναι διαχειριστής όταν έρθει στην εξουσία;
«Συνεχίζοντας από την προηγούμενη απάντηση, να υπενθυμίσω τι σας είχα πει το περυσινό καλοκαίρι. Να σκεφθούμε out of the box. Θεωρώ ότι το πρόγραμμα που παρουσιάστηκε στη σχετική συνδιάσκεψη στις αρχές του καλοκαιριού έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Ως γενική τοποθέτηση θα έλεγα ότι ένα σύγχρονο προοδευτικό κόμμα οφείλει στο πολιτικό πρόγραμμά του να ενσωματώνει πορίσματα της διεθνούς αναζήτησης γύρω από τα προαναφερθέντα κρίσιμα ζητήματα. Οι θέσεις-προτάσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες, τους διεθνείς συσχετισμούς και συμμαχίες, τις κοινωνιολογικές συνθήκες, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Παράλληλα θα πρέπει να καταπιαστεί με τις ιστορικές εκκρεμότητες και τους αναχρονισμούς του παρελθόντος με μια αίσθηση κατεπείγοντος. Ως καλύτερος διαχειριστής της εξουσίας; Πρέπει να είναι και αυτό. Αλλά θα ήταν καταστροφικό αν περιοριζόμασταν σε αυτό. Αλλά, το θέτω συμβολικά, ως ένας αποφασισμένος εκφραστής των απαραίτητων μετασχηματισμών, αλλαγών που δεν θα αφορούν μόνο την οικονομία αλλά θα διαπερνούν το σύνολο της πολιτικής προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της κοινωνίας και της δημοκρατίας».
Γιατί δεν πείθει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ; Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει υποτιμήσει τον Κ. Μητσοτάκη και τη σημερινή ΝΔ και τους «διαβάζει» λάθος;
«Δεν διακρίνω καμία υποτίμηση. Ο κ. Μητσοτάκης είναι στην κυβέρνηση την τελευταία διετία ασκώντας μια πολιτική με καθαρό ιδεολογικό πρόσημο και στρατηγική. Κατά την άποψή μου έχει δημιουργήσει τη δική του κοινωνική συμμαχία με ρίζες στο δημοψήφισμα του 2015, όταν οι δυνάμεις του πολιτικού κέντρου στράφηκαν σε αυτόν – αυτές είναι που τον έβγαλαν πρωθυπουργό, όχι η γοητεία της Δεξιάς στην ελληνική κοινωνία. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ξανακερδίσει το πολιτικό κέντρο για να διεκδικήσει την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου, οφείλει να κάνει ό,τι πρέπει γι’ αυτό. Θεωρώ ότι οφείλουμε να εντατικοποιήσουμε την προσπάθεια επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης με την κοινωνία των πολιτών, να ενσωματώσουμε στην ανάλυσή μας τη «μεγάλη εικόνα» των διεθνών τάσεων και να ενισχύσουμε την καθαρότητα της διαφοροποίησής μας από τα πεπραγμένα και τη στρατηγική της ΝΔ. Θα πρόσθετα τρία στοιχεία. Πρώτον, να περιορίσουμε την ενοχικότητα για τα πεπραγμένα της κυβερνητικής περιόδου. Σαφώς καταγράφηκαν λάθη και παραλείψεις. Εγιναν όμως πολλά θετικά και σημαντικά, στοιχείο που προκύπτει από την αντικειμενική ανάλυση των στατιστικών δεδομένων. Δεύτερον, στα επίδικα ζητήματα της επικαιρότητας μπορούμε να έχουμε πιο ριζοσπαστικά προωθημένες θέσεις, π.χ. για τον εμβολιασμό, το θεσμικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ. Τρίτον, να εντάξουμε στις θέσεις μας το στοιχείο του στόχου γύρω από το οποίο επιθυμούμε να συντελεστεί η νέα κοινωνική πλειοψηφία. Με μια πρόταση, να δείξουμε πως οραματιζόμαστε την Ελλάδα των επόμενων δεκαετιών».