Σε «πυρετό» προσυμφωνιών βρίσκονται πολλά κράτη ανά τον κόσμο με εκείνες τις φαρμακευτικές εταιρείες που έχουν διανύσει σημαντικό ερευνητικό δρόμο για την ανακάλυψη νέων θεραπειών έναντι της λοίμωξης Covid-19. Υπό τις εξελίξεις αυτές, η επιστημονική κοινότητα ατενίζει το μέλλον με συγκρατημένη αισιοδοξία, προσδοκώντας ότι την άνοιξη του 2022 ο πανδημικός ιός θα χάσει τον πόλεμο, υπό την προϋπόθεση ότι το εμβόλιο θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή επίθεσης.
Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται σε τελικό στάδιο διερευνητικών επαφών με τη φαρμακοβιομηχανία MSD (Merck στις ΗΠΑ), υπό την ομπρέλα μιας ευρωπαϊκής συμφωνίας, αλλά και σε επίπεδο διμερών διεργασιών, για την παραγγελία της νέας αντι-ιικής θεραπείας που ήδη έχει τεθεί υπό αξιολόγηση από τον Οργανισμό Φαρμάκων και Τροφίμων στις ΗΠΑ (FDA).
Οι νέες θεραπείες
Στόχος είναι εφόσον και όταν εγκριθεί το πρώτο διά του στόματος φάρμακο και από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) – εκτιμάται ότι αυτό θα συμβεί περί τα τέλη Δεκεμβρίου με αρχές Ιανουαρίου – η παράδοση να είναι άμεση, ακόμη και την επομένη της απόφασης, στη χώρα μας.
Παράλληλα, τον επόμενο – όπως όλα δείχνουν – μήνα θα προστεθεί στη φαρέτρα των νοσοκομειακών γιατρών και ένας περιορισμένος (2.000 αρχικά και σε δεύτερο χρόνο 4.000 – 5.000 δόσεις επιπλέον) αριθμός θεραπειών με μονοκλωνικά αντισώματα που θα προορίζονται αποκλειστικά και μόνον για ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών σε περίπτωση νόσησης.
Υπό τα δεδομένα αυτά οι νέες θεραπείες που αναμένονται στην Ευρώπη, εάν όχι στα τέλη του έτους, τουλάχιστον από τις αρχές του 2022 υπολογίζεται πως θα αλλάξουν ριζικά τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας. Στον… ερευνητικό μαραθώνιο το νήμα αναμένεται να κόψει το αντι-ιικό χάπι της Merck (ευρωπαϊκή MSD), το οποίο σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν αυτόν τον μήνα μείωσε κατά 50% το ποσοστό νοσηλείας και θανάτου σε δοκιμή που έγινε σε ασθενείς με ήπια ως μέτρια συμπτώματα της νόσου, οι οποίοι εμφάνιζαν τουλάχιστον έναν παράγοντα κινδύνου για τη νόσο. Μάλιστα, η κλινική δοκιμή διακόπηκε πρόωρα καθότι η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου ήταν εντυπωσιακή με συνέπεια να μην είναι πλέον ηθική η χορήγηση placebo στην ομάδα ελέγχου, με τον FDA ήδη να αξιολογεί τα δεδομένα.
Ανταπόκριση
Επίσης πριν από το τέλος του 2021 αναμένονται τα αποτελέσματα των μελετών για το χάπι της Pfizer κατά του κορωνοϊού. Παράλληλα, την περασμένη Δευτέρα η εταιρεία AstraZeneca ανακοίνωσε πως το πρώτο ενέσιμα χορηγούμενο σκεύασμα προστασίας της κατά της Covid-19, πέρα από τα εμβόλια, ανταποκρίθηκε στους κύριους στόχους του σε δοκιμή προχωρημένης φάσης.
Το φάρμακο, με την ονομασία AZD7442, μείωσε τον κίνδυνο ανάπτυξης σοβαρής Covid-19 ή θανάτου κατά 50% σε ασθενείς που ήταν συμπτωματικοί για επτά ημέρες ή λιγότερο. Σημειώνεται δε πως το συγκεκριμένο «κοκτέιλ» αντισωμάτων, αν τελικά λάβει έγκριση μετά το πρόσφατο αίτημά της στις αρμόδιες αμερικανικές και ευρωπαϊκές αρχές, θα χορηγείται και ως θεραπεία για την προστασία όσων δεν έχουν αρκετά ισχυρή ανοσολογική απόκριση στα εμβόλια κατά του κορωνοϊού, δηλαδή άτομα με ανοσοκαταστολή, όπως είναι οι μεταμοσχευμένοι.
Μια νέα φάση
«Οι εξελίξεις δείχνουν ότι σταδιακά μπαίνουμε σε μια νέα φάση. Θα μπορούμε, εφόσον οι νέες θεραπείες εγκριθούν, να λέμε με σιγουριά πως έχουμε τα μέσα να αντιμετωπίσουμε την πανδημία. Στη χώρα μας όμως, ακόμη κι αν καταγραφούν θετικές εκβάσεις στον τομέα των θεραπειών, το μεγάλο ποσοστό ανεμβολίαστων και πάλι θα μας καθυστερήσει» υπογραμμίζει με νόημα στο «Βήμα» ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Ιατρικό Τμήμα του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης – πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος.
Και εξηγεί: «Σήμερα, έχουμε περίπου 3,8 εκατομμύρια πολίτες που δεν έχουν εμβολιαστεί, εκ των οποίων υπολογίζεται πως περίπου 500.000 είναι άνω των 60 ετών και συνεπώς πιο ευάλωτοι σε επιπλοκές. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η οποιαδήποτε θεραπευτική παρέμβαση θα είναι ατελής, καθώς η αποτελεσματικότητα των νέων φαρμάκων είναι περί του 50%. Συνεπώς, ένας στους δύο και πάλι θα νοσεί βαριά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Συνεπώς, το εμβόλιο παραμένει το νούμερο ένα όπλο για να φύγουμε από την πανδημία, να αλλάξουμε κεφάλαιο. Οι ανεμβολίαστοι μπλοκάρουν την ανθρωπότητα να κάνει το επόμενο βήμα».
Θεραπευτικό κόστος
Επιπρόσθετα, ο καθηγητής θέτει ένα ακόμη κρίσιμο θέμα που αφορά το υψηλό θεραπευτικό κόστος – και υπολογίζεται από 500 έως και 2.000 ευρώ ανά ασθενή, ανάλογα με το φάρμακο -, όταν η τιμή του αποτελεσματικότερου εμβολίου δεν ξεπερνά τα 20 ευρώ. Υπό το πρίσμα αυτό στη συζήτηση που εκτυλίσσεται συμπεριλαμβάνεται και η οικονομική επιβάρυνση των δοκιμαζόμενων συστημάτων υγείας, που ούτως ή άλλως «στροβιλίζονται» στον θόρυβο των επιχειρημάτων των αρνητών.Εν τω μεταξύ, ένας ακόμη σκόπελος είναι οι περιορισμοί στην παραγωγή των νέων θεραπειών. Και παρότι έχουν ειπωθεί πολλά για τις δυσκολίες στη μαζική διάθεση μονοκλωνικών αντισωμάτων, η αυξανόμενη ζήτηση και στις αντι-ιικές θεραπείες αναμένεται να δημιουργήσει αρρυθμίες στην τροφοδοσία, τουλάχιστον κατά τους πρώτους μήνες, όπως συνέβη και με τα εμβόλια στις αρχές του 2021.
«Θα μπει στη γωνία»
Είναι ενδεικτικό ότι η Merck έχει ανακοινώσει την παραγωγή 10 εκατ. θεραπειών έως τα τέλη του έτους, εκ των οποίων 1,2 εκατ. δόσεις έχουν ήδη δεσμευτεί από τις ΗΠΑ την ώρα που ανάλογες συμφωνίες έχουν κλειδώσει από τις κυβερνήσεις της Σιγκαπούρης, της Νέας Ζηλανδίας, της Αυστραλίας και της Νότιας Κορέας, με αποτέλεσμα να μικραίνει ημέρα με την ημέρα η… πίτα της διαθεσιμότητας. Για αυτό και πρόσφατα στελέχη της εταιρείας εξέφρασαν ότι δρομολογούνται διαδικασίες για διπλασιασμό της παραγωγικής ικανότητας από το νέο έτος.Σε κάθε περίπτωση και «εάν όλα αυτά δουλέψουν, τότε η πανδημία θα μπει στη γωνία. Το πιθανότερο είναι να εμβολιαζόμαστε με μία παροδικότητα, παρ’ όλα αυτά η χρονική συχνότητα θα προσδιοριστεί όσο περνούν τα χρόνια, όπως συνέβη και με τη γρίπη. Από εκεί και ύστερα το επικρατέστερο σενάριο δείχνει ότι ο κορωνοϊός θα περάσει σε ενδημική φάση, που σημαίνει ότι θα καταγράφονται εξάρσεις εποχικές ή σε ορισμένες χώρες, χωρίς εν τούτοις τις ίδιες επιπτώσεις και πίεση στα συστήματα υγείας» τονίζει ο καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης, κάνοντας μια πρώιμη εισαγωγή για τα όσα μας επιφυλάσσει το μέλλον. «Υπάρχει όμως και το σενάριο ο ιός, υπό την πίεση αυτή να μεταλλαχθεί δραματικά και να εξελιχθεί σε ένα άκαμπτο στέλεχος. Και ακόμη πιο λίγες πιθανότητες να εξαφανιστεί, όπως έκανε και ο πρώτος ιός SARS».
Αυστηρά κριτήρια για τις αντι-ιικές αγωγές
Η επιστημονική κοινότητα στη χώρα μας αναμένεται – και σύμφωνα πάντα με πρώιμες συζητήσεις – να ακολουθήσει για τις αντι-ιικές αγωγές, που όπως όλα δείχνουν θα λάβουν τους μήνες που έρχονται έγκριση, το «μοντέλο» των αυστηρών κριτηρίων που θα εφαρμοστεί και στην περίπτωση των μονοκλωνικών αντισωμάτων. Στόχος της αυστηρής κατηγοριοποίησης θα είναι να ωφεληθούν οι πλέον ευάλωτοι, δηλαδή ηλικιωμένοι ανεμβολίαστοι, αλλά και πολίτες με σοβαρά νοσήματα υγείας, έως ότου εξασφαλιστεί μαζική πρόσβαση σε αυτές.
3,5 εκατομμύρια Ελληνες παραμένουν ανεμβολίαστοι
Οι έλληνες ειδικοί επιμένουν ότι προς το παρόν οι πολιτικές υγείας θα πρέπει να εστιάσουν στο «εδώ και στο τώρα», καθώς παρά την πληθώρα διαθέσιμων εμβολίων έναντι της Covid-19, η Ελλάδα έχει χάσει πολύτιμο χρόνο που αποτιμάται σε απώλειες ανθρώπινων ζωών. Η αιτία; Τουλάχιστον 3,5 εκατομμύρια Ελληνες (ανεξαρτήτως ηλικίας) παραμένουν ανεμβολίαστοι.
«Αν συνεχίσουμε να σερνόμαστε με αυτούς τους ρυθμούς, τότε ως τα τέλη του έτους θα μετράμε επιπλέον 2.500 θανάτους. Ολα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα καταγραφεί έξαρση στην Αττική, που προς το παρόν «κοιμάται». Θα πρέπει όμως να μην ξεχνάμε ότι η εμβολιαστική κάλυψη στο ανατολικό και δυτικό τμήμα της πρωτεύουσας παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή, με τους κινδύνους που εγκυμονούν λόγω της κατάστασης αυτής να είναι γνωστοί. Και έπειτα, υπάρχει και η Βόρεια Ελλάδα όπου σήμερα επικεντρώνεται το πρόβλημα» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης.
Προβληματισμός και θλίψη
Συνεπώς ο ίδιος παρατηρεί με μια ισχυρή δόση προβληματισμού και θλίψης ότι όσα προσδοκούμε για το μέλλον (εξαιτίας των ομολογουμένως πολλά υποσχόμενων πλην όμως πειραματικών έως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές θεραπειών) θα μπορούσαν να είχαν ήδη επιτευχθεί με το μαζικότερο, αποτελεσματικότερο και φθηνότερο εμβόλιο. Λαμπρό παράδειγμα αποτελούν η Πορτογαλία και η Δανία, όπου οι θάνατοι έχουν μηδενιστεί ή κυμαίνονται σε ημερήσια βάση σε μονοψήφιους αριθμούς, γεγονός που αποδίδεται αποκλειστικά και μόνον στο υψηλό «τείχος ανοσίας» που έχει επιτευχθεί.
Και παρότι πίσω στη χώρα μας η καθημερινότητα διατηρεί τη… μουντάδα της όσο οι «σκληροί» πανδημικοί δείκτες παραμένουν υψηλοί, ο καθηγητής Πνευμονολογίας υπερασπίζεται τη θετική επίδραση των εμβολίων, συμπεριλαμβανομένης της ανοσίας που έχει προκληθεί μέσω της φυσικής νόσησης, καθώς έχει μετριάσει τις «φονικές» διαθέσεις του SARS-CoV-2.
Διαπιστώνεται υποδιπλάσια μείωση
«Στο πρώτο κύμα είχαμε 175 νεκρούς. Στο δεύτερο κύμα καταγράφτηκαν συνολικά 4.700 θάνατοι και με την έλευση του τρίτου κύματος προστέθηκαν επιπλέον 6.300 νεκροί. Αντιθέτως, κατά το εξελισσόμενο τέταρτο κύμα (από τις 25 Ιουνίου έως και σήμερα) και παρά την ταχεία εξάπλωση του μεταδοτικότερου στελέχους Δέλτα, έχουν καταγραφεί 2.500 απώλειες. Σαφώς, ο αριθμός τους παραμένει υψηλός, όμως διαπιστώνεται υποδιπλάσια μείωση που οφείλεται σε αυτό το ποσοστό εμβολιασμού» καταλήγει.
Αναλυτικότερα και σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα στην Ελλάδα έχουν εμβολιαστεί πλήρως 6,28 εκατ. πολίτες, ενώ εκτιμάται ο αριθμός αυτός να φτάσει τα επόμενο διάστημα τα 6,5 εκατ., με τους ρυθμούς για προγραμματισμό νέων ραντεβού να βρίσκονται καθηλωμένοι σε χαμηλά επίπεδα.