Το εμβόλιο ενάντια στον νέο κορωνοϊό προκαλεί ενεργοποίηση του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος. Ενώ μέχρι σήμερα έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό η αντισωματική απόκριση που επάγεται μετά τον εμβολιασμό, πολύ λιγότερα είναι γνωστά σχετικά με το τι συμβαίνει με την κυτταρική απόκριση, την ενεργοποίηση των Τ κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος τα οποία προσφέρουν μακροπρόθεσμη προστασία ενάντια στον ιό. Τώρα ερευνητές των Ινστιτούτων Gladstone διεξήγαγαν ενδελεχή μελέτη σχετικά με τα Τ κύτταρα πριν και μετά τον εμβολιασμό.

Διαφορές στην απόκριση

Οπως ανέφεραν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «eLife» και τα δύο mRNA εμβόλια (τόσο αυτό των Pfizer/BioNTech όσο και εκείνο της Moderna) οδηγούν στην παραγωγή πληθυσμών Τ κύττάρων τα οποία μπορούν να αναγνωρίσουν διαφορετικά στελέχη του ιού SARS-CoV-2. Είναι όμως αξιοσημείωτο ότι εντοπίστηκαν βασικές διαφορές στην απόκριση των Τ κυττάρων σε άτομα που είχαν μολυνθεί με τον νέο κορωνοϊό πριν από τον εμβολιασμό τους σε σύγκριση με όσα άτομα δεν είχαν έλθει σε επαφή με τον ιό πριν εμβολιαστούν.

«Παράθυρο» βελτίωσης της κυτταρικής ανοσίας

«Συνολικά τα δεδομένα μας ενισχύουν την άποψη ότι τα εμβόλια επάγουν μια πολύ ισχυρή απόκριση των Τ κυττάρων στα υγιή άτομα» ανέφερε η ερευνήτρια των Ινστιτούτων Gladstone Νάντια Ρόουν, κύρια συγγραφέας της μελέτης. Προσέθεσε ωστόσο ότι «μαρτυρούν πως πιθανώς υπάρχουν τρόποι για να βελτιώσουμε περαιτέρω την κυτταρική ανοσία ωθώντας περισσότερα Τ κύτταρα που έχουν παραχθεί μετά τον εμβολιασμό να ‘εγκατασταθούν’ στο αναπνευστικό σύστημα».

Τα δύο βασικά «όπλα» του ανοσοποιητικού συστήματος

Το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα διαθέτει δύο βασικά «όπλα» που πολεμούν τις λοιμώξεις. Το ένα είναι τα αντισώματα που παράγονται από τα Β κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και τα οποία μπορούν να αναγνωρίζουν γρήγορα τον εχθρό, να τον στοχεύουν και να προλαμβάνουν τη μόλυνση των κυττάρων. Το άλλο είναι τα Τ κύτταρα τα οποία εντοπίζουν και καταστρέφουν τα ήδη προσβεβλημένα από τον ιό κύτταρα. Ενώ τα αντισώματα είναι πιο αποτελεσματικά στο να εξουδετερώνουν την αρχική λοίμωξη, τα Τ κύτταρα γενικώς διαρκούν περισσότερο μετά από λοίμωξη ή εμβολιασμό και βοηθούν στο να αντιμετωπιστεί η νόσος στα πρώιμα στάδιά της προτού εμφανιστούν σοβαρά συμπτώματα.

Η ποιότητα μετράει

Τα Τ κύτταρα όμως είναι ποικίλα και δύσκολο να μελετηθούν.  Διαφορετικές υπο-ομάδες Τ κυττάρων αποκρίνονται διαφορετικά στα μολυσμένα κύτταρα και έχουν διαφορετικές λειτουργίες μέσα στο πλαίσιο της γενικής κυτταρικής απόκρισης. Μέχρι σήμερα οι λίγες μελέτες που έχουν διερευνήσει πώς τα Τ κύτταρα αποκρίνονται στη λοίμωξη με COVID-19 ή στα εμβόλια μετρούν τον αριθμό όλων των Τ κυττάρων που αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 χωρίς να δίνουν έμφαση στις διαφορετικές ομάδες τους. Αυτό το κενό ήλθε να γεμίσει τώρα η ομάδα της δρος Ρόουν. Και αυτό διότι, όπως εξήγησε η ειδικός «δεν είναι μόνο ο αριθμός των Τ κυττάρων που παίζει ρόλο αλλά η ποιότητά τους – αν πρόκειται δηλαδή για τον τύπο των Τ κυτάρων που μπορεί να καταστρέψει τα μολυσμένα από τον ιό κύτταρα».  

 

Μέτρηση επιπέδων 40 διαφορετικών πρωτεϊνών στα Τ κύτταρα

Αναζητώντας αυτές τις διαφορετικές ποιότητες, η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε μια τεχνολογία που ονομάζεται CyTOF και η οποία μπορεί να μετρήσει τα επίπεδα σχεδόν 40 διαφορετικών πρωτεϊνών στην επιφάνεια των Τ κυττάρων καθώς και εντός τους. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να εντοπίσουν ακριβώς τις υπο-ομάδες των Τ κυττάρων που μπορούσαν να αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 πριν και μετά τον εμβολιασμό.

Η προσέγγιση εφαρμόστηκε σε δείγματα αίματος 11 ατόμων που είχαν λάβει mRNA εμβόλιο ενάντια στον νέο κορωνοϊό. Συγκεκριμένα ελήφθη από κάθε εθελοντή δείγμα αίματος πριν από τον εμβολιασμό, περί τις δύο εβδομάδες μετά την πρώτη δόση και περί τις δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Εξι από τους εθελοντές είχαν μολυνθεί από τον ιό πριν από τον εμβολιασμό τους και είχαν εμφανίσει ήπια συμπτώματα.

Ευρεία προστασία των εμβολίων

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι όλοι οι πλήρως εμβολιασμένοι εθελοντές της μελέτης διέθεταν Τ κύτταρα που αποκρίνονταν σε τρία διαφορετικά στελέχη του SARS-CoV-2: στο αρχικό στέλεχος της Γουχάν, στο στέλεχος Α (Βρετανικό) καθώς και στο στέλεχος Β (Νοτιοαφρικανικό). Το στέλεχος Δέλτα δεν περιλαμβανόταν στη συγκεκριμένη μελέτη, ωστόσο η δρ Ρόουν αναλύει τώρα δεδομένα σχετικά με αυτό.

Σε ποιους μια δόση εμβολίου φαίνεται να είναι αρκετή

Οπως προέκυψε, στα άτομα που δεν είχαν ποτέ μολυνθεί με τον ιό, η απόκριση των Τ κυττάρων γινόταν ισχυρότερη – τόσο σε ό,τι αφορούσε την ποσότητα όσο και την ποιότητα των κυττάρων – μετά τη λήψη της δεύτερης δόσης του εμβολίου. Ωστόσο σε όσους είχαν προηγουμένως εμφανίσει COVID-19, κατεγράφησαν μικρές διαφορές στα Τ κύτταρα μετά την πρώτη και τη δεύτερη δόση του εμβολίου. «Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι δεν υπάρχει όφελος από τη χορήγηση δεύτερης δόσης στα άτομα που είχαν μολυνθεί προηγουμένως με τον ιό. Σημαίνει ότι δεν υπάρχει επιπλέον επίδραση στα Τ κύτταρα με τρόπο που μπορούμε εμείς να ‘συλλάβουμε’, ωστόσο πιθανώς υπάρχουν άλλες ευεργετικές επιδράσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως για παράδειγμα στα Β κύτταρα, μετά τη δεύτερη δόση στα άτομα που έχουν αναρρώσει από COVID-19» υπογράμμισε η δρ Ρόουν.

Η μελέτη επιπλέον έδειξε πως παρότι όλοι οι εθελοντές είχαν ισχυρή απόκριση των Τ κυττάρων, τα Τ κύτταρα όσων είχαν προηγουμένως μολυνθεί με τον νέο κορωνοϊό διέθεταν μοριακούς δείκτες που μαρτυρούσαν ότι τα δικά τους κύτταρα μπορούσαν να διαρκέσουν περισσότερο και να μεταναστεύσουν αποτελεσματικότερα στο αναπνευστικό σύστημα.

Πιθανώς η πιο αποτελεσματική άμυνα των Τ κυττάρων στο αναπνευστικό σύστημα να μπορεί να εξηγήσει γιατί οι λοιμώξεις μετά τον εμβολιασμό είναι πιο σπάνιες σε άτομα που είχαν νοσήσει πριν εμβολιαστούν σε σύγκριση με τα υπόλοιπα εμβολιασμένα άτομα.

Πώς θα ξεπεραστεί ο «σκόπελος» των λοιμώξεων μετά το εμβόλιο

Τα νέα δεδομένα, κατά τη δρα Ρόαν, δείχνουν ότι αν επιτύχουμε να βελτιώσουμε την ικανότητα των Τ κυττάρων να μεταναστεύουν στο αναπνευστικό σύστημα μετά τον εμβολιασμό θα καταφέρουμε να αυξήσουμε και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων στην πρόληψη των λοιμώξεων.

Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα νέες μελέτες σχετικά με την απόκριση των Τ κυττάρων μετά τον εμβολιασμό ανοσοκατεσταλμένων ατόμων καθώς και μετά τη χορήγηση ενισχυτικών δόσεων των εμβολίων. Οι ερευνητές αναμένεται επίσης να μελετήσουν στο μέλλον πώς συμπεριφέρονται τα Τ κύτταρα στις περιπτώσεις μακράς COVID.