Το ρεύμα ή το φυσικό αέριο αποτελεί για τη βιομηχανία εντάσεως ενέργειας όπως η μεταλλουργία, η χαλυβουργία, τα πλαστικά, η υαλουργία, τα τσιμέντα κ.λπ., τον σημαντικότερο παράγοντα κόστους αφού φθάνει έως και το 35% επί του συνολικού κόστους παραγωγής.
Oι αυξήσεις λοιπόν που έρχονται τον Οκτώβριο σε ρεύμα και φυσικό αέριο (από 30% έως 40%, ανάλογα τον κλάδο) θα πλήξουν την ελληνική βιομηχανία, την ώρα που πάει να σηκώσει κεφάλι μετά από μια δεκαετία ύφεσης και αποεπένδυσης.
Η αύξηση στο κόστος ενέργειας θα μεγαλώσει το χάντικαπ της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής μεταποίησης σε σχέση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές. Πριν από την «εκτίναξη» των τιμών οι ελληνικές βιομηχανίες πλήρωναν έως και 30% πάνω σε σχέση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους το ρεύμα.
Και αυτό γιατί μια ελληνική μεταποιητική εταιρεία πληρώνει εκτός από το κόστος της κιλοβατώρας, Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, τέλη CO2 και Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας (ΥΚΩ).
Δεδομένου ότι πάνω από το 80% των εξαγωγών αγαθών της Ελλάδας είναι βιομηχανικά προϊόντα, η ζημία που μπορεί να υποστεί η ελληνική οικονομία από τις ανατιμήσεις στο ενεργειακό κόστος θα είναι μεγάλη. Αν το φαινόμενο είναι παροδικό, έχει καλώς.
Ολα όμως δείχνουν ότι θα διατηρηθεί για μήνες. Ισως είναι η πρώτη φορά που απαιτούνται γενναίες αποφάσεις από την ελληνική κυβέρνηση για να προστατέψει τις επιχειρήσεις, καθώς η προσπάθεια να βρεθεί μια κοινή λύση αντιμετώπισης του προβλήματος μέσα στους κόλπους της ΕΕ φαίνεται να μην έχει ως τώρα αποτέλεσμα.