Αυτές τις μέρες του Οκτωβρίου γιορτάζονται στην Καλλιθέα τα Μπιζάνεια, ενώ χθες μέσα σε κλίμα συγκίνησης πραγματοποιήθηκαν από τη δημοτική Αρχή, τα εγκαίνια του κτιρίου, όπου δόθηκε η ιστορική μάχη και γράφτηκαν μερικές από τις πιο ένδοξες σελίδες της Εθνικής Αντίστασης.
Το χρονικό
Τον Ιούλιο του 1944, οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής στην Αθήνα, «έπνεαν τα λοίσθια» και είχαν επιδοθεί σε ένα πρωτοφανές κυνηγητό κατά όλων όσων αντιστέκονταν σθεναρά στη συνεχιζόμενη κατοχή.
Οι μάχες μεταξύ των Γερμανών και των δοσίλογων Ελλήνων συνεργατών τους, των επονομαζόμενων και «γερμανοτσολιάδων», καθώς και ανδρών του περιβόητου Διοικητή του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας, Νικόλαου Μπουραντά, με τους άνδρες και τις γυναίκες του ΕΛΑΣ και αντιστασιακών οργανώσεων σε Δουργούτι, Καισαριανή, Βύρωνα και σε άλλες γειτονιές της πρωτεύουσας, μαίνονταν επί ώρες, χωρίς επιτυχές αποτέλεσμα για τους κατακτητές.
Την Κυριακή 23 Ιουλίου 1944 χίλιοι περίπου Γερμανοί, ενισχυμένοι από τα μηχανοκίνητα του ταγματασφαλίτη Μπουραντά, περικύκλωσαν την Καλλιθέα και τους γύρω συνοικισμούς για να πιάσουν ομήρους.
Τμήματα του πρώτου συντάγματος του ΕΛΑΣ της Αθήνας συγκρούστηκαν με τις ισχυρές κατοχικές δυνάμεις προκαλώντας τους σημαντικές απώλειες.
«Ήταν 10 παιδιά, όλα κι όλα»
Την επόμενη μέρα οι Γερμανοί επέστρεψαν με ενισχύσεις.
Τότε σήμανε συναγερμός σε ολόκληρη την περιοχή και έσπευσαν αντάρτες από διάφορες περιοχές.
Ακόμα και από την Κοκκινιά.
Δέκα ΕΠΟΝίτες από το λόχο Χαροκόπου οχυρώθηκαν σε σπιτάκι της οδού Μπιζανίου 10, που ήταν και έδρα του φρουραρχείου.
Ομαδάρχης ο 19χρονος Δημήτρης Βασιλειάδης.
Ο οπλισμός τους: 3 αυτόματα, 7 ντουφέκια, 10 χειροβομβίδες και λίγα πυρομαχικά.
Το σπιτάκι κυκλώθηκε και οι πολιορκημένοι επί πέντε ώρες δέχονταν αλλεπάλληλες επιθέσεις τις οποίες απέκρουαν ενώ απέρριπταν τα τελεσίγραφα παράδοσης.
Στην πορεία της μάχης, οι 10 ΕΠΟΝιτες, αφού πρόφτασαν και φυγάδευσαν από το σπιτάκι με ασφάλεια, μια μητέρα με δύο μικρά παιδιά, έβαλαν τέλος στη ζωή τους όταν είδαν ότι η αντίσταση ήταν μάταιη και έτσι πέρασαν στη μνήμη του λαού μας.
Έκλαψε όλη η Καλλιθέα
Η ημέρα εκείνη, όπως τονίζεται, έκλεισε με τη νίκη των Ελλήνων πατριωτών, παρά τη θυσία των 10 παιδιών.
Συνέπεια ήταν η ματαίωση της σύλληψης και αποστολής εργατών στην Γερμανία, αλλά και η γενική απεργία που αμέσως κηρύχθηκε στην περιοχή με την κινητοποίηση του λαού της Καλλιθέας, μιας περιοχής με μεγάλη Αντιστασιακή δράση.
Την επόμενη μέρα, στο σπίτι της οδού Μπιζανίου έγινε θρύλος για λαϊκό προσκύνημα. Όλη η Καλλιθέα έκλαψε, τίμησε και κήδεψε τα παιδιά της. Τα μαγαζιά έκλεισαν. Τμήματα του ΕΛΑΣ περιφρούρησαν την κηδεία με το πλήθος να μοιρολογά:«Επέσατε θύματα, αδέλφια εσείς, σε άνιση μάχη κι αγώνα…»
Τα ονόματα των πεσόντων της ΕΠΟΝ:
Θανάσης Αλεξίου 18 χρονών.
Δημήτρης Βασιλειάδης 19 χρονών.
Στέλιος Βιτσέντζος 20 χρονών.
Δημήτρης Γαλιάτσος 19 χρονών.
Γιάννης Ιωακειμίδης 17 χρονών.
Γιώργος Γυμνόπουλος 21 χρονών.
Παύλος Λιγνόπουλος 18 χρονών.
Γαβρήλος Μυριδινός 25 χρονών.
Ιορδάνης Παπαδόπουλος 20 χρονών.
Σπύρος Χατζηπουλημένος 17 χρονών.
«Για την πατρίδα πέσαμε κι οι δέκα, εδώ, νεκροί»
Η Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη, η οποία συνέγραψε τον ύμνο του ΕΛΑΣ, έγραψε ένα επίγραμμα–επιτάφιο στους Δέκα της Καλλιθέας, το οποίο, όπως αναφέρει η neakallithea.gr, δημοσίευσε στο τεύχος υπ. Αρ. 9 του κατοχικού περιοδικού της ΕΠΟΝ «ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ» μαζί με εκτενές αφιέρωμα στο ιστορικό γεγονός.
«Αρματωμένα γύρω μας, κάθε λογής φουσάτα
και δέκα μόνο εμείς παιδιά, σε χάνι, νέο, Γραβιάς
Με ανεμισμένα φλάμπουρα, τα ατίμητά μας νιάτα
σύραμε το λεβέντικο χορό της λευτεριάς
Κι αφού τριγύρω στρώσαμε τη γη, με οχτρών κουφάρια
μ’ ένα τραγούδι αφήσαμε την ύστερη πνοή.
Διαβάτη, δωσ’ το μήνυμα: Σα γνήσια παλικάρια
Για την πατρίδα πέσαμε κι οι δέκα, εδώ, νεκροί»