Το ρεσιτάλ που θα δώσει η Σόνια Γιόντσεβα στην Εθνική Λυρική Σκηνή στις 4 Νοεμβρίου έχει ξεχωριστή σημασία. Οχι μόνο επειδή κάνει το ντεμπούτο της στην Ελλάδα μία από τις πιο διάσημες λυρικές καλλιτέχνιδες των ημερών μας. Αλλά και επειδή η εκ Βουλγαρίας υψίφωνος και global ambassador της Rolex θα εμφανιστεί μπροστά στο αθηναϊκό κοινό στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση των 25 χρόνων δράσης του «Μαζί για το Παιδί». Αν το τραγούδι είναι μια πράξη ευγένειας και προσφοράς, η Γιόντσεβα έρχεται να το αποδείξει και στην πράξη, καθώς τα έσοδα από το ρεσιτάλ της θα δοθούν για τους σκοπούς της δραστήριας ένωσης που εργάζεται «για την ευημερία παιδιών, νέων και οικογενειών που αντιμετωπίζουν τη φτώχεια, την αναπηρία, την κακοποίηση και την αρρώστια». Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και το πρόγραμμα της βραδιάς:
Η 39χρονη καλλιτέχνιδα θα ερμηνεύσει αποκλειστικά άριες του Τζάκομο Πουτσίνι, ενός δημιουργού που με το έργο του έχει σκιαγραφήσει με ευαισθησία και τρυφερότητα τη γυναικεία ψυχοσύνθεση και ο οποίος χαρακτηρίζεται «ο συνθέτης που αγάπησε τις γυναίκες». Την «Τόσκα» του Πουτσίνι τραγουδάει εξάλλου αυτή την περίοδο η Γιόντσεβα στην Οπερα της Ζυρίχης. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε ερμηνεύσει για πρώτη φορά στην καριέρα της στο Αμβούργο μία ακόμα όπερά του, τη «Μανόν Λεσκό». Και τον ερχόμενο Δεκέμβριο θα ερμηνεύσει στην Κρατική Οπερα του Βερολίνου τη Μιμή από την «Μποέμ» του. Οπότε, οι πρώτες ερωτήσεις μας, στην αποκλειστική συνέντευξη που μας παραχώρησε λίγες ημέρες προτού αφιχθεί στην Αθήνα, δεν θα μπορούσαν παρά να αφορούν τον διάσημο ιταλό συνθέτη και κορυφαίο εκπρόσωπο του μουσικού κινήματος του βερισμού, με τον οποίο ως φαίνεται η Σόνια Γιόντσεβα αισθάνεται ιδιαίτερη σύνδεση.
Πώς πήγε η πρεµιέρα σας µε την «Τόσκα» στη Ζυρίχη; Είστε ευχαριστηµένη;
«Ευτυχώς πήγε πολύ καλά, ήταν μια όμορφη εμπειρία. Επιπλέον, αυτή τη φορά τραγουδώ τον ρόλο στην Ελβετία όπου ζω μόνιμα και δεν σας κρύβω πως μου αρέσει πολύ η εν λόγω συνθήκη: Μπορώ να κάνω τη δουλειά μου και έπειτα να επιστρέφω στο σπίτι μου, στα παιδιά μου. Είναι κάτι που μου λείπει με όλα αυτά τα ταξίδια, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά».
Σύντοµα όµως θα ταξιδέψετε εκ νέου, σας περιµένουµε στην Ελλάδα.
«Επιτέλους! Ειλικρινά, είμαι ενθουσιασμένη που θα έρθω στην Αθήνα. Την αγαπώ πολύ την Ελλάδα. Για πολλά χρόνια ερχόμουν για διακοπές. Να που ήρθε και η ώρα να τραγουδήσω».
Εχετε επιλέξει ένα πρόγραµµα αποκλειστικά µε άριες του Πουτσίνι…
«Ακριβώς. Θα πω μερικές από τις δημοφιλέστερες άριές του, από την «Τόσκα», από τη «Μανόν Λεσκό», από τη «Μαντάμα Μπατερφλάι», από την «Μποέμ»… Ισως και την άρια από τις «Βίλι» που είναι ένα θαυμάσιο κομμάτι, όπως και όλη η όπερα».
Συµφωνείτε µε την άποψη που θέλει τον Πουτσίνι να είναι ο συνθέτης ο οποίος έχει γράψει την οµορφότερη µουσική για τις γυναίκες;
«Είναι πράγματι θαυμάσιοι οι γυναικείοι ρόλοι του! Τις αγαπούσε εξάλλου πολύ τις γυναίκες, όχι μόνο ως καλλιτέχνης αλλά και ως άνδρας. Ξέρετε, ο Πουτσίνι ήταν ένας Καζανόβας της εποχής του. Είχα επισκεφθεί την πόλη όπου γεννήθηκε, τη Λούκα, και με είχαν ξεναγήσει στο σπίτι του που λειτουργεί πλέον ως μουσείο.
Ο κύριος ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το μουσείο μού είχε πει πολλές υπέροχες ιστορίες για τις σχέσεις του Πουτσίνι με τις γυναίκες που κατά διαστήματα ερωτευόταν».
Ηταν ένας άπιστος άνδρας και αυτό είχε σχεδόν οδηγήσει στην τρέλα τη σύζυγό του Ελβίρα.
«Ναι, το ξέρω (σ.σ.: γελάει), ήταν τόσο άπιστος που δεν δίστασε να κλέψει τη γυναίκα του φίλου του. Γιατί η Ελβίρα ήταν αρχικά παντρεμένη με έναν φίλο του (σ.σ.: με τον Ναρσίσο Τζεμινιάνι). Ο οποίος φίλος, όταν η Ελβίρα έμεινε έγκυος από τον Πουτσίνι, τους κυνηγούσε για να εκδικηθεί. Φοβερές ιστορίες πάθους!».
Ποιον από τους ρόλους του Πουτσίνι προτιµάτε;
«Η «Τόσκα» είναι θαυμάσια, πολύ χορταστικός ρόλος, αλλά πρόσφατα τραγούδησα και τη «Μανόν Λεσκό» και ανακάλυψα πόσο υπέροχη μουσική έχει! Ο Πουτσίνι χρησιμοποιεί ένα διαφορετικό ύφος σύνθεσης σε αυτήν, είναι μια όπερα που περιέχει λίγο από «Τόσκα» και λίγο από «Μποέμ». Απόλαυσα πραγματικά τον ρόλο! Μου αρέσει πολύ και η «Μαντάμα Μπατερφλάι» με το συγκινητικό φινάλε της, γι’ αυτό και αποφάσισα να την τραγουδήσω στο άμεσο μέλλον».
Ποιος είναι, κατά τη γνώµη σας, ο σωστός τρόπος για να τραγουδήσεις τον Πουτσίνι και γενικότερα τον βερισµό, το καλλιτεχνικό κίνηµα του οποίου είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος (όσον αφορά το µουσικό σκέλος);
«Ο σωστός τρόπος… Νομίζω πως όλο το μυστικό κρύβεται στη λέξη βερισμός (verismo), που σημαίνει κάτι το αληθινό, κάτι το πραγματικό. Είναι ένας τρόπος έκφρασης που ακουμπά το γυμνό, το ατόφιο συναίσθημα, όπως το βιώνουμε και στις ζωές μας, χωρίς πολλές φιοριτούρες. Ετσι, με λιτότητα, αλήθεια και εσωτερικότητα, πρέπει να ερμηνεύεις τις όπερες του Πουτσίνι. Ξέρετε, ο Πουτσίνι ήταν ένας καλλιτέχνης που γοητευόταν πολύ από την τέχνη του πρώιμου κινηματογράφου. Νομίζω λοιπόν πως συνθέτει σαν να σκηνοθετεί στον κινηματογράφο. Ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσεται η μουσική του έχει κοινά σημεία με τα πολύ καλά σάουντρακ. Διαθέτει κινηματογραφική ματιά ο Πουτσίνι. Αυτή είναι και μία μεγάλη διαφορά του από τον Βέρντι, ο οποίος είναι ένας έντονα θεατρικός συνθέτης. Νομίζω πως ο Πουτσίνι αν ζούσε και δημιουργούσε σήμερα θα ήταν κάτι σαν τον Ενιο Μορικόνε».
Τελικά στην όπερα προηγείται η µουσική ή η θεατρική πράξη; Σε µια παράσταση λειτουργείτε περισσότερο ως µουσικός ή ως ηθοποιός;
«Η μουσική είναι τα πάντα στην όπερα. Ολη αυτή η εναλλαγή των ήχων, των μελωδιών, είναι το στοιχείο που δημιουργεί τη συγκίνηση. Υπάρχει βεβαίως και η θεατρικότητα. Υπάρχει το επί σκηνής δράμα. Ολοι θέλουν να δουν τη σοπράνο να πεθαίνει κάθε βράδυ».
Δεδοµένου ότι ερµηνεύετε κυρίως δραµατικούς ρόλους, εσείς έχετε «πεθάνει» εκατοντάδες φορές µπροστά στο κοινό…
«Πράγματι! Οι άνθρωποι πάντα φοβούνται τον θάνατο γιατί δεν ξέρουν τι ακολουθεί μετά. Εγώ έχω πεθάνει τόσες φορές στη σκηνή, με τόσους τρόπους – με πιστόλι, με μαχαίρι, από φυματίωση, πέφτοντας από ψηλά κ.λπ. – που νομίζω πως όταν θα έρθει η ώρα μου δεν θα το πάρω και πολύ στα σοβαρά, θα σκεφτώ: «Α, εντάξει, ένας ακόμα θάνατος. Και τι έγινε;». Εχω μεγάλη εμπειρία τώρα πια (σ.σ.: γελάει)!».
Στο µεταξύ, για να αφήσουµε πίσω τις µαύρες σκέψεις, εσείς ασχολείστε µε την αναγέννηση. Αυτός είναι ο τίτλος του νέου δίσκου σας που κυκλοφορεί από τη Sony Classical, «Rebirth». Τι ακριβώς σηµαίνει αυτό;
«Είναι ένας δίσκος που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων συνθέσεις του Μοντεβέρντι, του Στραντέλα και άλλων, παλιά, πολύ παλιά μουσική που τη φέρνουμε στο σήμερα, που με έναν τρόπο την επανανακαλύπτουμε και την αναγεννάμε. Μου αρέσει πολύ να επιστρέφω στο παρελθόν, να μαθαίνω πώς ζούσαν, πού ψυχαγωγούνταν, με τι απασχολούνταν οι άνθρωποι τότε. Με ενδιαφέρει πολύ και η ιστορία της μουσικής, εκείνα τα μακρινά αινιγματικά χρόνια. Και λέω αινιγματικά, γιατί δεν έχουμε πολλά στοιχεία για το πώς ακριβώς έκαναν τότε μουσική, ποιος ήταν ο ακριβής ήχος της. Την ίδια στιγμή, η μουσική που έκαναν, π.χ., συνθέτες όπως ο Μοντεβέρντι ήταν μελωδίες πολύ κομψές αλλά και πολύ απλές και αυτό την κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Στην πορεία με την εξέλιξή της την κάναμε πολύ πιο σύνθετη».
Εχετε κάνει αρκετές ηχογραφήσεις. Σας αρέσει να µπαίνετε στο στούντιο;
«Το μικρόφωνο είναι πολύ ευαίσθητο, πιάνει και το πιο ανεπαίσθητο λάθος. Συχνά χρειάζεται να επαναλάβεις ξανά και ξανά κάτι για να βγει σωστό, άλλοτε εσύ, άλλοτε η ορχήστρα, πράγμα που μπορεί να απογυμνώσει τη φράση από το συναίσθημα με το οποίο την τραγούδησες πιθανώς την πρώτη φορά. Προτιμώ λοιπόν να ηχογραφούνται οι live παραστάσεις μου, αλλά τότε ηχογραφούνται και τα μικρά ή μεγαλύτερα λάθη που γίνονται. Επιπλέον, τις περισσότερες φορές στις «ζωντανές» παραστάσεις δεν έχουμε την ποιότητα ήχου που επιτυγχάνεις στο στούντιο».
Σας αρέσει να ακούτε τις ηχογραφήσεις σας;
«Αναγκάζομαι όταν πρέπει να επιλέξω ποιες θα εκδοθούν και ποιες όχι. Μπορεί να γίνω πολύ επικριτική με τον εαυτό μου. Στέκομαι με αυστηρότητα απέναντι σε αυτό που κάνω και πολύ συχνά δεν μου αρέσει τίποτα. Την ίδια βεβαίως στιγμή γνωρίζω πως οι άνθρωποι δεν είμαστε ποτέ τέλειοι, είμαστε ένα σύνολο από μικρά ή μεγάλα λάθη μέσα από τα οποία προκύπτει ενίοτε κάτι χαριτωμένο».
Ο σύζυγός σας, ο Ντοµίνγκο Χιντογιάν, είναι µαέστρος. Πώς είναι η συµβίωση δύο µουσικών µε διεθνείς καριέρες στο ίδιο σπίτι;
«Εντελώς τρελή! Κυρίως επειδή δεν έχουμε ποτέ χρόνο για να περάσουμε μερικές ήρεμες ώρες μαζί. Εχουμε τα ταξίδια μας, έχει καθένας από εμάς τα προγράμματά του, τις πρόβες του, τα μαθήματά του. Οταν βρισκόμαστε και οι δύο στο σπίτι, ασχολούμαστε διαρκώς με τα παιδιά που θέλουν και αυτά τον χρόνο τους με τους γονείς τους. Με λίγα λόγια, τρέχουμε διαρκώς, χωρίς να σταματάμε ποτέ. Προγραμματίζουμε πού θα πάμε, τι θα κάνουμε, πώς και πότε θα συναντηθούμε. Θα ακουστεί θεότρελο, αλλά αρκετές φορές συναντιόμαστε στο ίδιο αεροδρόμιο. Αλλού πηγαίνω εγώ, αλλού πηγαίνει εκείνος… Χαιρετιόμαστε, ανταλλάσσουμε ένα βιαστικό φιλί και ξαναχωρίζουμε. Οι κινηματογραφικές αυτές συναντήσεις γίνονται συνήθως στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης, από όπου παίρνουμε κυρίως τις πτήσεις μας. Μπορεί να μοιάζει ρομαντικό, αλλά είναι και πολύ κουραστικό. Την ίδια στιγμή, ίσως αυτό να διατηρεί τη σχέση μας, την αγάπη και το πάθος που νιώθουμε πάντα ο ένας για τον άλλον. Ισως αυτή η πολυάσχολη καθημερινότητα που μας χωρίζει να μας ενώνει κιόλας, να είναι το αλάτι στη σχέση μας».
Τα παιδιά τώρα που είναι µικρά τα παίρνετε µαζί σας στα ταξίδια σας;
«Το έκανα, τώρα όμως που ο γιος μας πηγαίνει στο σχολείο πρέπει να μείνει στην Ελβετία, οπότε φροντίζω και εγώ όσο γίνεται να είμαι κοντά του. Δίνω, ας πούμε, ένα ρεσιτάλ εδώ, ένα ρεσιτάλ εκεί, σε σχετικά κοντινές αποστάσεις, ώστε να επιστρέφω όσο γίνεται γρηγορότερα στο σπίτι. Δεν είναι εύκολο. Πρόκειται για μια ζωή με πολλές απαιτήσεις. Μια ζωή που από τη στιγμή που μπήκαν και τα παιδιά στο κάδρο χρειάζεται μεγάλες αντοχές, σωματικές αλλά και ψυχολογικές. Γιατί μια μάνα θέλει να είναι πάντα με τα παιδιά της, είναι ανήσυχη όταν βρίσκεται μακριά τους. Υπάρχει όμως και η δουλειά. Υπάρχει και η φωνή μου που πρέπει να τη φροντίζω…».
Αν στο σπίτι είστε η µαµά, στη δουλειά, στις συνεντεύξεις και στις φωτογραφίσεις σας είστε πάντα η φροντισµένη και καλοντυµένη πριµαντόνα. Είστε έτσι περιποιηµένη και στην καθηµερινότητά σας; Σας ενδιαφέρει η µόδα;
«Ναι, με ενδιαφέρει η μόδα. Δεν είμαι αυτό που λένε ένα «fashionable person», αλλά μου αρέσει η μόδα ως είδος τέχνης, ως τρόπος έκφρασης. Παρατηρώ με μεγάλο ενδιαφέρον πώς εκφράζονται οι σύγχρονοι σχεδιαστές. Μου αρέσει να βλέπω όλα αυτά τα πολύ μοντέρνα και πολύ προχωρημένα ρούχα. Δεν είμαι όμως σε καμία περίπτωση εκείνη που θα βγει έξω φορώντας τα μεγαλειώδη υπερμοντέρνα και παράξενα παλτό που βλέπουμε στις σελίδες των περιοδικών και στις μοδάτες μπουτίκ, μου αρέσουν κυρίως τα άχρονα, τα κλασικά ρούχα, που μπορούν να φορεθούν όλες τις εποχές».
Τι θεωρείτε σηµαντικό στην πορεία ενός καλλιτέχνη; Τι σηµαίνει επιτυχία για έναν µουσικό που κάνει διεθνή καριέρα;
«Οταν φτάσεις σε ένα υψηλό επίπεδο, να το διατηρήσεις. Να κρατηθείς στην κορυφή, γιατί είναι πολύ εύκολο να πέσεις. Επιτυχία είναι επίσης να καταφέρεις να πας μέχρι το τέλος, μέχρι να ολοκληρώσεις και κλείσεις την καριέρα σου, χωρίς να κάνεις εκπτώσεις στην ποιότητα. Θεωρώ πως για να το καταφέρεις πρέπει να έχεις πάντα τα πόδια σου καρφωμένα στη γη, να ξέρεις ποιος είσαι, να αποφεύγεις τις τρελές και επικίνδυνες πτήσεις όταν δεν έχεις τα κατάλληλα φτερά».
Στη ζωή µας χρειάζονται βεβαίως και τα όνειρα. Εσείς τι ονειρεύεστε;
«Εννοείτε όταν κοιμάμαι; (σ.σ.: γελάει). Θα έλεγα πως το μυαλό μου είναι πάντα ενεργό, σε εγρήγορση. Κάνω διαρκώς σκέψεις για τη ζωή μου, για τη δουλειά μου, για το μέλλον των παιδιών μου. Περισσότερο σκέφτομαι παρά ονειρεύομαι. Με απασχολεί πολύ το μέλλον των παιδιών μου, η καλή ζωή τους, η μόρφωσή τους, η πρόοδός τους!».
Είστε ικανοποιηµένη µε τον τρόπο που έχει εξελιχθεί µέχρι σήµερα η ζωή σας; Είστε ευτυχισµένη;
«Πολύ ειλικρινά, ναι, είμαι! Είμαι μια ευτυχισμένη γυναίκα. Παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου, όλοι αναζητούν την ευτυχία, καθένας με τον δικό του τρόπο. Εγώ όμως θεωρώ πως η ευτυχία είναι κάτι που το έχεις μέσα σου, είναι σχεδόν μία απόφαση. Ναι, η ευτυχία είναι και θέμα προσωπικής επιλογής (αν δεν συμβαίνουν στη ζωή σου δραματικά γεγονότα) και εγώ έχω αποφασίσει να είμαι ευτυχισμένη. Υπάρχουν στιγμές που είμαι κουρασμένη, που μπορεί να έχω κακή διάθεση, ακόμα και να μου φταίνε τα πάντα. Αυτό όμως διαρκεί πολύ λίγο. Είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που όταν ανοίξουν τα μάτια τους το πρωί λένε «σήμερα θα είμαι χαρούμενος/η» και αυτό νομίζω με βοηθάει να γίνω χαρούμενη, έστω να αντιμετωπίσω με μεγαλύτερη αισιοδοξία τη νέα ημέρα. Κακά τα ψέματα, η ευτυχία, η πηγή της ευτυχίας, είναι μέσα σου. Αν την ψάχνεις έξω από εσένα, το πιο πιθανό είναι πως δεν θα τη βρεις ποτέ!».
INFO
Σόνια Γιόντσεβα, επετειακό ρεσιτάλ για τα 25 χρόνια της Ενωσης «Μαζί για το Παιδί»: Εθνική Λυρική Σκηνή, Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), στις 4 Νοεμβρίου. Μέγας Δωρητής ΕΛΣ: Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Μέγας Χορηγός: Rolex.