Ενα μπρα ντε φερ με αβέβαιο νικητή εξελίσσεται ανάμεσα στο εμβόλιο έναντι της λοίμωξης COVID-19 και στη μετάλλαξη Δέλτα. Εάν στη χώρα μας είχε επιτευχθεί εμβολιαστική κάλυψη 100% στους πολίτες άνω των 55 ετών, τότε οι θάνατοι που θα καταγράφονταν θα ήταν μειωμένοι κατά τουλάχιστον 4 φορές. Ομως, το ανεπαρκές ύψος στο «τείχος ανοσίας» (με έμφαση στη Βόρεια Ελλάδα) ενισχύει τη… λαβή του κορωνοϊού, στραγγαλίζοντας τις αντιστάσεις.
Τα μαθηματικά της πανδημίας, άλλωστε, δεν είναι δυσνόητα όπως στο παρελθόν. Εως τα τέλη Οκτωβρίου το ιικό φορτίο στη Βόρεια Ελλάδα ενδέχεται να τετραπλασιαστεί λόγω της αυξημένης κινητικότητας. Τι θα συμβεί στην περίπτωση αυτή; Ο κίνδυνος θανάτου σε ανθρώπους πλήρως εμβολιασμένους μειώνεται κατά τουλάχιστον 11 φορές. Ομως, στη μεγαλύτερη κόκκινη ζώνη του χάρτη υπολογίζεται ότι περίπου 1,8 εκατομμύρια κάτοικοι (ανεξαρτήτως ηλικίας) δεν έχουν κλείσει ραντεβού μέσω της πλατφόρμας emvolio.gov.gr.
Το διπλό μήνυμα από τις ελευθερίες
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι οι επιδημιολογικές καμπύλες και οι σκληροί δείκτες θα συνεχίσουν να τραμπαλίζονται ανάλογα με τη δυναμική των αμφίρροπων δυνάμεων. Στο πλαίσιο αυτό, η «πιλοτική» εφαρμογή των ελευθεριών στους εμβολιασμένους θα μπορούσε να λειτουργήσει ως κίνητρο εμβολιασμού για τους αρνητές και κυρίως για όσους εκφράζουν δεύτερες σκέψεις.
Ομως, ο βάσιμος προβληματισμός ότι εκπέμφθηκε ένα λάθος μήνυμα χαλάρωσης, σε συνδυασμό με τις «τρύπες» στον ελεγκτικό μηχανισμό αλλά και τον αστάθμητο ανθρώπινο παράγοντα, ομοιάζει με ένα εγχείρημα που θεμελιώνεται πάνω σε… κινούμενη άμμο.
«Κάτ’ αρχάς είμαστε από τις χώρες που εφαρμόζουμε διευρυμένο testing στους ανεμβολίαστους πολίτες σε κάθε δραστηριότητά τους – στην εργασία, στον αθλητισμό, στην εκπαίδευση κ.ο.κ. Επιπλέον, δεν τους επιτρέπεται να συμμετέχουν σε αθλητικές εκδηλώσεις ενώ απαγορεύεται η είσοδός τους σε εστιατόρια και κέντρα διασκέδασης» αναλύει ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημήτρης Παρασκευής, εξηγώντας το σκεπτικό που ενεργοποίησε το… πάσο ελευθερίας σε 6 εκατ. και πλέον Ελληνες.
«Κριτήριο ο βαθμός τήρησης των μέτρων»
Και συνεχίζει: «Στις κόκκινες περιοχές συνεχίζουν και εφαρμόζονται μέτρα αλλά είναι στοχευμένα – για παράδειγμα, παρατείνεται το ωράριο στη διασκέδαση, αλλά για τους εμβολιασμένους. Στο ερώτημα πάλι εάν είναι επικίνδυνο, η απάντηση εξαρτάται από τον βαθμό τήρησης των μέτρων και των περιορισμών. Αν δηλαδή πραγματικά έχουν πρόσβαση στους κλειστούς χώρους εστίασης και διασκέδασης μόνο οι εμβολιασμένοι, τότε υπάρχει μειωμένο ρίσκο μεταδόσεων και εξαιρετικά χαμηλός κίνδυνος σοβαρής νόσησης. Αντίθετα, εάν το μέτρο δεν τηρηθεί, τότε θα έχουμε διασπορά στον ευάλωτο πληθυσμό».
Σε κάθε περίπτωση ο καθηγητής παραδέχεται ότι η χώρα βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση, συνυπολογίζοντας ότι οι κλιματολογικές συνθήκες εφεξής θα ευνοούν τη μεταδοτικότητα. «Οι περιορισμοί εστιάζουν όλο και περισσότερο στους μη εμβολιασμένους, καθώς διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εκδήλωσης σοβαρών συμπτωμάτων, αλλά η επιτυχία στην έκβαση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συνέπεια. Εν τούτοις, τα μέτρα επιχειρούν να υποκαταστήσουν τα εμβόλια όσο υπάρχουν πολίτες που συνεχίζουν να αντιστέκονται. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, εάν είχε εμβολιαστεί το 100% των πολιτών άνω των 55 ετών, τότε οι θάνατοι θα ήταν κατά τέσσερις φορές λιγότεροι».
Μικρή αισιοδοξία για ύφεση της πανδημίας
Σε κάθε περίπτωση ζητούμενο παραμένει τι κρύβει το μέλλον με έμφαση στις επιβαρυμένες περιοχές. Η σύγκριση του εφετινού χειμώνα με τον περυσινό είναι ανεδαφική, σύμφωνα με τους ειδικούς. «Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει παρατηρηθεί κύμα υψηλής έντασης για το σύστημα Υγείας σε χώρες που έχουν ξεπεράσει το 50% στο ποσοστό του εμβολιασμού. Εχουμε, λοιπόν, μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η πανδημία περνάει σε περίοδο παγκόσμιας ύφεσης, με την πτώση των συνολικών διαγνώσεων και των θανάτων να βρίσκεται στην πιο μακροχρόνια συρρίκνωση που έχουμε δει εδώ και περίπου έναν χρόνο» σημείωσε πρόσφατα ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Γκίκας Μαγιορκίνης.
Η Βόρεια Ελλάδα εν τούτοις φαίνεται να απέχει ακόμη από τον μέσο όρο. Στη Θεσσαλονίκη το ποσοστό των πλήρως εμβολιασμένων μετά βίας ξεπερνά το 50%. Στα σύνορα της συμπρωτεύουσας, όμως, η εικόνα είναι ακόμη πιο προβληματική, δυναμιτίζοντας τις προσπάθειες αποσυμφόρησης των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας στη συμπρωτεύουσα, η πληρότητα των οποίων ξεπερνά το 90%.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το αντίστοιχο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης στις Σέρρες και στην Πέλλα δεν ξεπερνά το 47%, στη Δράμα το 42,5% και στο Κιλκίς το 42%.
Τα λύματα δείχνουν το πρόβλημα
Την απάντηση στα σενάρια πιθανόν να… κρύβουν τα λύματα. Σε νέα ανάλυσή της η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και στο πλαίσιο του Εθνικού Δικτύου του ΕΟΔΥ, καταλήγει σε ανησυχητικά συμπεράσματα.
Πιο συγκεκριμένα και μετά τις 13 Σεπτεμβρίου – ημέρα έναρξης της νέας σχολικής χρονιάς – παρατηρείται τάση διπλασιασμού στο ιικό φορτίο των λυμάτων ανά 16 ημέρες. Συνεπώς και συνυπολογίζοντας τους επιπλέον επιβαρυντικούς παράγοντες – όπως είναι και η επιστροφή των φοιτητών στα έδρανα, αλλά και οι εκδηλώσεις της 26ης και 28ης Οκτωβρίου -, οι εξελίξεις είναι δυσοίωνες, καθώς έως τα τέλη του μήνα είναι πιθανόν να καταγραφεί τετραπλασιασμός, καθρεφτίζοντας το εύρος της διασποράς στην κοινότητα.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως ανάλογος συναγερμός είχε σημάνει και τον περασμένο Ιούλιο, όμως τον τελευταίο μήνα του καλοκαιριού η κατάσταση εξομαλύνθηκε, γεγονός που οι επιστήμονες αποδίδουν κυρίως στη θερινή έξοδο των Θεσσαλονικιών. Αντιθέτως, σε αυτή τη χρονική φάση η κινητικότητα αυξάνεται αντί να μειώνεται, ενώ παράλληλα οι θερμοκρασίες πέφτουν ακόμη περισσότερο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Υπό το πρίσμα αυτό ο στόχος στη Βόρεια Ελλάδα είναι διττός, ώστε η κατάσταση να μείνει στάσιμη ή να βελτιωθεί: αφενός είναι αναγκαίο να συνεχιστεί ακόμη πιο δυναμικά η εκστρατεία πειθούς, ακόμη και με εμβολιασμούς πόρτα-πόρτα.
Παράλληλα, όμως, είναι αναγκαίο να πειστούν οι ήδη εμβολιασμένοι – με έμφαση στους ηλικιωμένους – να υποβληθούν και στην τρίτη δόση, καθώς στην αντίθετη περίπτωση το ήδη υπάρχον «τείχος ανοσίας» θα… πέσει εκ των έσω. Και αυτό διότι δεδομένα από το Ισραήλ έδειξαν ότι ηλικιωμένοι που εμβολιάστηκαν στην αρχή του 2021 είχαν διπλάσιο κίνδυνο σοβαρής COVID-19 σε σχέση με όσους εμβολιάστηκαν αργότερα. Υπό τα δεδομένα αυτά, από σήμερα ενεργοποιείται η πλατφόρμα emvolio.gov.gr και για τους πολίτες άνω των 50 ετών αλλά και για όσους έχουν διαγνωσθεί με χρόνια νοσήματα και συνεπώς διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών έπειτα από λοίμωξη, ώστε να προγραμματίσουν την αναμνηστική τους δόση.
Ηπια η αύξηση στους εφήβους
Εν τω μεταξύ, η αποτελεσματικότητα των μέτρων (εφόσον εφαρμόζονται) αντανακλάται στις σχολικές αίθουσες, καθώς η αύξηση των κρουσμάτων στους ανηλίκους χαρακτηρίζεται προς το παρόν ήπια αγγίζοντας περίπου το 20%.
Συνεπακόλουθα, το ποσοστό των επιβεβαιωμένων λοιμώξεων σε παιδιά και εφήβους επί του συνόλου παραμένει σταθερό στο 28%, γεγονός που αποδίδεται ότι 4 στα 5 παιδιά διαγιγνώσκονται πριν αναπτύξουν συμπτώματα και συνεπώς απομονώνονται έγκαιρα σπάζοντας έτσι την αλυσίδα των μεταδόσεων. Εν τούτοις, έως και σήμερα ο εμβολιασμός των εφήβων (δηλαδή 15 ετών και άνω) αγγίζει μόλις το 33%.
Την ίδια όμως ώρα οι αρμόδιοι φορείς στις ΗΠΑ ήδη εξετάζουν τα δεδομένα των κλινικών μελετών των εταιρειών Pfizer/BioNTech σε ακόμη μικρότερα παιδιά, με τους επιστήμονες και την κυβέρνηση να προετοιμάζονται για την έναρξη της εμβολιαστικής εκστρατείας στον πληθυσμό ηλικίας 5-11 ετών ακόμη και από τον επόμενο μήνα, εφόσον δοθεί το «πράσινο φως».
Οι προκλήσεις και οι στόχοι Ζαούτη
Με το βλέμμα στραμμένο στην πανδημία είναι αναπόφευκτά ο νέος πρόεδρος του ΕΟΔΥ Θεοκλής Ζαούτης, εξετάζοντας ενδελεχώς τα εμβολιαστικά δεδομένα (με έμφαση στα ποιοτικά στοιχεία) και αναζητώντας το αντίδοτο στις αμφιβολίες που εκφράζει μερίδα των πολιτών ώστε να δώσει νέα ώθηση στην εκστρατεία πειθούς.
Αλλωστε, η επιλογή ενός επιστήμονα με πλούσιες περγαμηνές στη διοίκηση του Οργανισμού, σηματοδότησε την αναβάθμιση του ρόλου του τόσο σε θέματα που αφορούν τη διαχείριση της πανδημίας όσο και του ευρύτερου τομέα της Δημόσιας Υγείας.
Αναλυτικότερα, ο Θεοκλής Ζαούτης, MD, MSCE, PhD, είναι καθηγητής Παιδιατρικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και οµότιµος καθηγητής Επιδηµιολογίας στην Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστηµίου της Pennsylvania και στο Children’s Hospital of Philadelphia (CHOP), όπου διετέλεσε επικεφαλής του Τμήματος Λοιμώξεων από το 2014 έως το 2018.
Ελαβε το μεγαλύτερο µέρος της ιατρικής του εκπαίδευσης στις Ηνωµένες Πολιτείες, µε εξαίρεση το διδακτορικό του, το οποίο ολοκλήρωσε στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2015 ήταν ένας από τους δύο φιναλίστ για τη θέση του διευθυντή του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC).
Πάνω από 42 θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού για την Ελλάδα
Ο εμβολιασμός των ηλικιωμένων, που στη χώρα μας εκτιμάται ως ιδανικό σενάριο, σε άλλα σημεία του παγκόσμιου χάρτη έχει ήδη επιτευχθεί. «Ας αναλογιστούμε ότι οι άνθρωποι άνω των 80 ετών έχουν τουλάχιστον 20 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χαθούν αν κολλήσουν κορωνοϊό σε σχέση με τους νεαρότερους ενηλίκους. Ομως, ακόμα και σήμερα 1 στους 4 Ελληνες ηλικίας άνω των 80 ετών παραμένει ανεμβολίαστος, την ίδια ώρα που στην Ισπανία και στην Πορτογαλία οι άνω των 80 ετών είναι εμβολιασμένοι στο 100% και στην Ιταλία σε ποσοστό πάνω από 97%» επισήμανε πριν από μερικές ημέρες η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου.
Μοιραία την εβδομάδα που μας πέρασε, η «μαύρη λίστα» των θυμάτων της πανδημίας ξεπέρασε τις 15.000 απώλειες, με την Ελλάδα να βρίσκεται σταθερά στις πρώτες θέσεις των χωρών της Γηραιάς Ηπείρου με τους περισσότερους θανάτους.
Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον κυλιόμενο μέσο όρο των τελευταίων 14 ημερών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), η Ελλάδα κατέχει την πέμπτη θέση μεταξύ 30 ευρωπαϊκών χωρών σε θανάτους ασθενών με COVID.
Αναλυτικότερα, στη χώρα μας αναλογούν 42,36 θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Την ίδια ώρα, τη χειρότερη εικόνα παρουσιάζει η Βουλγαρία (145,29 θάνατοι ανά εκατομμύριο) και ακολουθούν η Ρουμανία (107,87), η Λιθουανία (99,85) και η Λετονία (52,94). Η μέση αναλογία των 30 συγκρινόμενων χωρών είναι μόλις 18,03 θάνατοι ανά εκατομμύριο.
Και παρότι σε πολιτικό επίπεδο η προβληματική αυτή εικόνα διχάζει, στους επιστημονικούς κύκλους η εξήγηση της αρνητικής αυτής εξέλιξης εξαντλείται, έπειτα από περίπου δύο χρόνια πανδημίας, στο χαμηλό «τείχος ανοσίας». Και επιμένουν ότι κατά τα πρώτα κύματα πιθανόν το προσωπικό του ΕΣΥ να αιφνιδιάστηκε – ιδίως σε νοσοκομεία της περιφέρειας, όπου τα κενά σε έμψυχο και άψυχο υλικό είναι σαφώς μεγαλύτερα – από το μέγεθος της επίπτωσης αλλά και τις βαρύτατες επιπλοκές (μιας άγνωστης τότε) νόσου, εν τούτοις σήμερα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική.