Ένα κορυφαίο στέλεχος της προσωπικής ασφάλειας του Ελληνα υπουργού Εξωτερικών το 2002, του Γιώργου Παπανδρέου, μου διηγήθηκε πρόσφατα μια ιστορία για το γήπεδο της τουρκικής ομάδας Φενέρμπαχτσε, την οποία πρόσφατα ο Ολυμπιακός διέλυσε με 3-0.
Ηταν Οκτώβριος του 2002 και ο Παναθηναϊκός αγωνιζόταν στο… κολασμένο «Σουκρού Σαράτσογλου» για το κύπελλο UEFA. Τότε η ελληνική ομάδα απέσπασε ισοπαλία 1-1, μπροστά σε σχεδόν 40.000 χιλιάδες φανατισμένους Τούρκους οπαδούς.
Όπως μου έλεγε λοιπόν ο τέως αξιωματικός, ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε το γύρο του γηπέδου και πηγαίνοντας να χαιρετήσει –στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής φιλίας- τους οπαδούς, εκτοξεύτηκαν εναντίον του καρέκλες.
Η ασφάλεια γλίτωσε τον τότε υπουργό και την τότε σύζυγό του, Αντα, από τα χειρότερα, καθώς οι φανατικοί δεν υπολόγιζαν ούτε φιλίες, ούτε ζεϊμπέκικα, ούτε διαλόγους.
Το περιστατικό αυτό θυμήθηκαν πολλοί οι οποίοι είδαν την περασμένη εβδομάδα το «Σουκρού Σαράτσογλου» να «βράζει» από τους τούρκους οπαδούς της ομάδας.
Κι αν το 2002 οι κανόνες της UEFA δεν ήταν τόσο σκληροί κι επέτρεψαν, χωρίς τιμωρία, στους οπαδούς να αναρτήσουν πανό με τον Μωάμεθ τον Πορθητή θέλοντας να… πικάρουν τους Ελληνες, στο ματς της Φενέρμπαχτσε με τον Ολυμπιακό έλειψαν αυτού του είδους οι προκλήσεις.
Πηγαίνοντας σε ένα τέτοιο γήπεδο γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι μπορεί οι κανόνες και το fair play να πάνε περίπατο. Όχι γιατί οι ομάδες έχουν να χωρίσουν τίποτε, πέραν της νίκης εντός του γηπέδου, αλλά γιατί ο εθνικισμός περισσεύει.
Και γιατί η αθλητική αντιπαλότητα ανακατεύεται με την πολιτική αντιπαράθεση και το μείγμα γίνεται εκρηκτικό.
Πολύ περισσότερο όταν η ελληνική ομάδα πετυχαίνει ιστορική νίκη και κλείνει στόματα μέσα στην… Βασιλεύουσα.
Διότι και η ιδέα της «κατάκτησης» της Πόλης, έστω και σε αθλητικό γεγονός, είναι ένα στοιχείο που κάνει τον αντίπαλο πιο φανατικό.
Καψώνια
Πηγαίνοντας στο «Σουκρού Σαράτσογλου ως δημοσιογράφος είναι λογικό να περιμένεις και τα «καψώνια». Ένα τέτοιο π.χ. έχει να κάνει με το ενδελεχές ψάξιμο της τσάντας και την αφαίρεση της power bank χωρίς προφανή λόγο. «Εγώ δεν ξέρω τίποτε, εκτελώ εντολές», μας λέει ένας αστυνομικός ο οποίος ρωτά επίσης «από πού είστε;».
Όταν ακούει «Yunanistan – Atina» απαντά με χαμόγελο «Ismir».
Παρά τις προσπάθειες να τους πείσεις ότι χρησιμοποιείται για επαγγελματικούς λόγους, οι Τούρκοι δείχνουν να μην καταλαβαίνουν.
Ζητούν πιστοποιητικά εμβολιασμού, διπλοτσεκάρουν τις διαπιστεύσεις και σε αφήνουν τελικά να περάσεις.
Αφού μπήκαμε στο άδειο εκείνη την ώρα γήπεδο, η τουρκική ασφάλεια μας ακολουθεί διότι αντιλαμβάνεται το λάθος με την αφαίρεση της εφεδρικής μπαταρίας και σπεύδει να μας την επιστρέψει.
Ο αγώνας ξεκινά στις 7.45 και μισή ώρα νωρίτερα περισσότεροι από 20.000 Τούρκοι (λιγότεροι λόγω covid) βρίσκονται στις εξέδρες ενός γηπέδου καθαρά ποδοσφαιρικού.
Οι εξέδρες είναι σχεδόν κάθετες στο γήπεδο και το στάδιο μοιάζει με κλουβί. Σαν το… Κολοσσαίο που θα γίνουν οι αγώνες των μονομάχων.
Οι φωνές πολλαπλασιάζονται και δημιουργείται μια απίστευτη ηχώ που σου τρυπάει τ’ αυτιά.
Συνθήματα κατά της Ελλάδας, και υπέρ της Τουρκίας δίνουν και παίρνουν με τους φανατικούς στα δύο πέταλα να ανταγωνίζονται ποιος θα φωνάξει περισσότερο.
Πανό με εθνικιστικά συνθήματα δεν υπήρξαν, όμως, από μια γωνιά του γηπέδου ένας υπερμεγέθης… Κεμάλ Ατατούρκ, «έκλεινε το μάτι» στους ποδοσφαιριστές της Φενέρμπαχτσε.
Πάγωσαν
Ο αγώνας ξεκινά με «παγωμάρα» για τους χιλιάδες φανατικούς Τούρκους οι οποίοι βλέπουν τον Ολυμπιακό να περνάει «τρένο» μέχρι το τέλος και προσπαθούν να καταλάβουν τι συνέβη.
Μετά το 0-3 μάλιστα όλο και περισσότεροι φεύγουν απογοητευμένοι αφήνοντας μόνο τους φανατικούς να φωνάζουν εκκωφαντικά.
Οι 8-10 Ελληνες δημοσιογράφοι που καλύπτουν το ματς δεν μπορούν να εκδηλωθούν εύκολα στα γκολ, ούτε καν να πανηγυρίσουν.
Οι χιλιάδες οπαδοί κοιτούν αγριεμένοι και απειλούν ότι… «δεν θα φύγετε από εδώ».
Τελικά φεύγουν αυτοί αφού η ομάδα τους, πρωτοπόρα στο πρωτάθλημα, ηττάται από ελληνική ομάδα. Κι αυτό είναι γι’ αυτούς το χειρότερο.
«Συγχώρεσαν» τον ιδιοκτήτη της ομάδας, Ουνάλ Αϊσάλ, που παντρεύτηκε Ελληνίδα, αλλά δεν μπορούν να αντέξουν και τη συντριβή. Περίμεναν ότι το φάντασμα του Κεμάλ θα «τρόμαζε» τους Ελληνες ποδοσφαιριστές.
Μοναδικό «φωτεινό» σημείο στην κόλαση που στήθηκε στο γήπεδο ήταν η αποθέωση του Ματιέ Βαλμπουενά ο οποίος είχε παλιότερα προσφέρει τις υπηρεσίες του στην τουρκική ομάδα.
Οι Ελληνες δημοσιογράφοι φεύγουν από το γήπεδο μετά την συνέντευξη τύπου. Σιγή παντού, τα μαγαζάκια με τα τουρκικά «βρόμικα» έχουν κλείσει και οι πάγκοι με τα κασκόλ έχουν εξαφανιστεί.
Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα ορισμένα μαγαζιά που πουλάνε «ντονέρ» και «κοκορέτς» είναι ανοικτά. Οι Τούρκοι ξεδίνουν με φαγητό και μπίρες για να ξεχάσουν την ήττα.
Κι αν κάτι μένει από αυτή την περιπέτεια είναι ότι το «Σουκρού Σαράτσογλου» θα είναι πάντα «κόλαση» για τις ελληνικές ομάδες.