Κάθε μέρα που περνά, κάθε απόγευμα που ανακοινώνονται τα κρούσματα κοροναϊού, μαθαίνουμε ότι 30 συνάνθρωποί μας πεθαίνουν.
Κάθε 24 ώρες 30 κάτοικοι αυτής της χώρας αφήνουν τη ζωή τους με βασική αιτία τον κοροναϊό. Κι απ’ ότι λένε οι γιατροί, πλέον βιώνουμε το θάνατο ανθρώπων που βρίσκονται στη μέση ηλικία.
Δεν είναι 75-80 ετών και πάνω, είναι 50άρηδες, 60άρηδες που έχουν ζωή μπροστά τους, που μεγαλώνουν παιδιά και εγγόνια, που εργάζονται, περιμένουν τη σύνταξη για να ξεκουραστούν, που κάνουν όνειρα για τα επόμενα χρόνια.
Όχι ότι είναι λιγότερος ο πόνος όταν φεύγει ο πατέρας, η μάνα, ο παππούς και η γιαγιά των 85 ετών, όμως, είναι θλιβερό να μετράς κάθε μέρα νεκρούς από τη μέση ηλικία.
Κάθε μέρα η Ελλάδα μικραίνει κατά 30 άτομα, μια χώρα που αντιμετωπίζει τρομακτικό πρόβλημα υπογεννητικότητας.
Κάθε μέρα η πανδημία του κοροναϊού και τα συνοδευόμενα με αυτήν νοσήματα οδηγούν στο πένθος 30 οικογένειες.
Και όλο αυτό μοιάζει σαν να μη μας αγγίζει. Ακούμε αριθμούς και δεν αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με ανθρώπινες ζωές.
Συνηθίσαμε στην αριθμολογία, στις ανακοινώσεις της επιδημιολογικής κατάστασης που το προσπερνάμε πλέον χωρίς κανένα συναίσθημα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πρώτα βλέπουμε τα κρούσματα ή τους διασωληνωμένους και μετά τους νεκρούς.
Αν αυτό δεν είναι ο απόλυτος μιθριδατισμός και του κράτους και της κοινωνίας τότε τι είναι;
Κι αν περισσότεροι από 15 χιλιάδες νεκροί σε περίπου ένα χρόνο δεν είναι αποτυχία διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης τότε τι είναι;
Είναι τραγικό πλέον να βάζουμε το κεφάλι μέσα στην άμμο και να περιμένουμε την επόμενη ημέρα που θα προσθέσουμε άλλους 30 νεκρούς.
Είναι τραγικό να περιμένουμε, χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτε (;) ένα ακόμη… λεωφορείο με νεκρούς συμπολίτες μας.
Και δεν ξέρω τι είναι αυτό που μπορεί να μας αφυπνίσει όλους, αν όχι οι 30 θάνατοι καθημερινά.
Να αφυπνίσει εμάς τους ίδιους που ζούμε τη στιγμή χωρίς να σκεφτόμαστε το αύριο, χωρίς να ενδιαφερόμαστε για τους διπλανούς.
Που συνεχίζουμε την καθημερινότητά μας ξεχνώντας τα μέτρα προστασίας που πρέπει να παίρνουμε. Που συνεχίζουμε να διασκεδάζουμε σα να μην υπάρχει αύριο.
Που ο ένας πάνω στον άλλο γλεντάει σε κάποιο μπαρ ή στα μπουζούκια, αδιαφορώντας για το αν μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ακόμη εστία μόλυνσης.
Να αφυπνίσει το ίδιο το κράτος που έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα «Ελευθερία». Που δηλώνει αδυναμία να αυξήσει τους εμβολιασμούς, που αδυνατεί να πείσει τους ανεμβολίαστους, τους φοβισμένους κι ελλιπώς πληροφορημένους Ελληνες για το συμφέρον τους.
Να αφυπνίσει το κράτος που καθημερινά εκπέμπει αλλοπρόσαλλα μηνύματα. Γιατί δε μπορεί την ίδια ώρα που έχεις 2.000 κρούσματα και 30 – 40 νεκρούς, να εμφανίζεις μια εικόνα που παραπέμπει στο τέλος της πανδημίας.
Δεν είναι δυνατόν, μήνες μετά την έναρξη του εμβολιασμού να μην έχεις κινητές μονάδες, δεν είναι δυνατόν να ασχολείσαι με το αν θα γίνει η παρέλαση ή όχι ενώ γνωρίζεις ότι αυτό μπορεί να αποβεί μοιραίο.
Δεν είναι δυνατόν ένα σοβαρό κράτος να μην μπορεί να ελέγξει την Εκκλησία και τα εκατοντάδες μοναστήρια που είναι οι βασικές εστίες του αντιεμβολιαστικού κινήματος.
Δεν είναι δυνατόν όλα να γίνονται για την επικοινωνία που και αυτή έχει αποτύχει, μιας και σωστή επικοινωνία είναι να πείσεις τους πολίτες τι είναι προς το συμφέρον τους.
Οι νεκροί δεν είναι νούμερα της στατιστικής. Είναι οι δικοί μας άνθρωποι κι αν δεν το αντιλαμβάνεται αυτό τόσο το κράτος όσο και η ίδια η κοινωνία, τότε έχουμε πρόβλημα.
Κι όταν έρθει το τέταρτο κύμα πανδημίας, και θρηνούμε 100 νεκρούς αντί για 30 την ημέρα, τότε κάποιοι θα πρέπει να λογοδοτήσουν.
Να λογοδοτήσουνε απέναντι στους αδικοχαμένους συμπολίτες μας και στους συγγενείς τους.