Σε «εφιάλτη διαρκείας» για την κυβέρνηση και τη διοίκηση του ΕΦΚΑ εξελίσσεται το θέμα των αλλεπάλληλων κυμάτων αναδρομικών που προκύπτουν για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους. Ετσι προτού ακόμη ολοκληρωθεί η αποπληρωμή των προηγουμένων, έρχεται «νέο κύμα» αναδρομικών προκαλώντας διαρκή δημοσιονομικό πονοκέφαλο στην κυβέρνηση που ακόμη δεν έχει καταφέρει να αποπληρώσει τις προηγούμενες οφειλές.
Προτού ακόμη εκδοθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις επιστροφές μειώσεων επικουρικών συντάξεων και δώρων ύψους περίπου 2,5 δισ. ευρώ, προστέθηκε και το δικαστικό ενδεχόμενο επιδίκασης από το Ελεγκτικό Συνέδριο αναδρομικών πλέον των 1,5 δισ. ευρώ σε 300.000 συνταξιούχους του δημοσίου τομέα.
Δημοσιονομικοί κίνδυνοι
Το ποσό των 4 δισ. ευρώ προκαλεί τρόμο στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ενώ απασχολεί και τις εποπτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία στην τελευταία της έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας κρούει τον κώδωνα κινδύνου για το ενδεχόμενο αρνητικών δημοσιονομικών επιπτώσεων. «Οι εκκρεμείς αποφάσεις για τα αναδρομικά των συντάξεων – σε συνδυασμό με την εξέλιξη της πανδημίας – δημιουργούν δημοσιονομικούς κινδύνους» αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.
Την ίδια ώρα ο ΕΦΚΑ «πελαγοδρομεί» ανάμεσα σε… συνεχείς επανυπολογισμούς συντάξεων (για τις ανάγκες απονομής των προηγούμενων αναδρομικών) και στην προσπάθεια μείωσης των εκκρεμών συντάξεων, ο αριθμός των οποίων εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Ετσι, τα αναδρομικά που προέκυψαν από την εφαρμογή του νόμου Βρούτση (αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης για όσους έχουν άνω των 30 ετών ασφάλιση), 24 μήνες μετά την ψήφιση του νόμου δεν έχουν αποδοθεί – ακόμη – στο σύνολο των δικαιούχων, παρά τις συνεχείς ανακοινώσεις περί του αντιθέτου.
Εν αναμονή του ΣτΕ
Με δεδομένο αυτό το περιβάλλον, αναμένεται έως το τέλος του έτους να έχουν εκδοθεί οι δύο δικαστικές αποφάσεις ανωτάτων δικαστηρίων, που οδηγούν σε «νέα γενιά» αναδρομικών για χιλιάδες συνταξιούχους.
Πρώτον, σε αναμονή βρίσκονται οι συνταξιούχοι και για την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας γύρω από τις επιστροφές μειώσεων επικουρικών συντάξεων και δώρων (Χριστουγέννων – Πάσχα). Η έκδοση της απόφασης του ΣτΕ οδηγεί σε αναδρομικά ύψους 2,5 δισ. ευρώ, καθώς θα αφορά την επιστροφή των δώρων του ενδεκαμήνου Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016, όπως και τις αντίστοιχες περικοπές στις επικουρικές συντάξεις. Το επίμαχο 11μηνο των επιστροφών ξεκινά στις 11 Ιουνίου του 2015, όταν το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις μειώσεις του 2012, και φθάνει μέχρι τις 12 Μαΐου 2016 που ξεκίνησε η ισχύς του νόμου Κατρούγκαλου με τον επανυπολογισμό των συντάξεων.
Από το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, επεστράφησαν – τον Οκτώβριο του 2020 – μόνο τα αναδρομικά των μειώσεων, που αφορούσαν τις κύριες συντάξεις. Η κυβέρνηση δεν κατέβαλε και τα δώρα, όπως ρητά προέβλεπε η απόφαση του ΣτΕ του 2019. Ακολούθησαν νέες προσφυγές στο ΣτΕ από συνταξιουχικές οργανώσεως και τώρα αναμένεται η απόφαση της πιλοτικής δίκης του προηγούμενου Ιανουαρίου, που θα κρίνει τον νέο γύρο αναδρομικών.
Δεύτερον, αναμένεται η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ενδέχεται να δημιουργήσει το ενδεχόμενο αναδρομικών άνω των 1,5 δισ. ευρώ για 300.000 συνταξιούχους του δημοσίου τομέα. Το ανώτατο δικαστήριο συνεδρίασε στις 15 Σεπτεμβρίου και εξέτασε μια σειρά ζητημάτων «με σημαντικές αποζημιωτικές αξιώσεις συνταξιούχων του Δημοσίου». Τα θέματα αυτά αφορούν περικοπές συντάξεων από το 2012 και εντεύθεν. Η Ολομέλεια θα απαντήσει για τη συνταγματικότητα ή όχι της κατάργησης των επιδομάτων των δώρων για τους συνταξιούχους του Δημοσίου. Οπως και για τη συνταγματικότητα ή μη της συνέχισης των περικοπών του νόμου 4093/2012 μετά τη δημοσίευση του νόμου 4387/2016. Δηλαδή κατά πόσο πρέπει να δοθούν αναδρομικά στους συνταξιούχους για μία τριετία (2015-2018) ή μόνο για τους 11 μήνες (2015-2016) που έκρινε το ΣτΕ.
Ακόμα, κατά πόσο όσοι άσκησαν αγωγές υπόκεινται σε διετή ή πενταετή παραγραφή. Και κατά πόσο η απόσβεση των αξιώσεων για όσους συνταξιούχους δεν είχαν ασκήσει αγωγές μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου 33 του Ν. 4734/2020 αντίκειται στο Σύνταγμα. Γίνεται φανερό ότι από τις «απαντήσεις» του ανώτατου δικαστηρίου θα εξαρτηθεί τόσο το ύψος όσο και το εύρος των ποσών που θα πρέπει να επιστραφούν στους συνταξιούχους.