Ως κλάδος, βρέθηκε στο επίκεντρο της υγειονομικής κρίσης της Covid-19, μετά την καταγραφή στις τάξεις του πολλαπλών κρουσμάτων.
Στην Ευρώπη, έπειτα και από πρόσφατη έρευνα της εφημερίδας Guardian, μπαίνει στο «στόχαστρο» για πρακτικές εκμετάλλευσης εργαζομένων, σημαντικό μέρος των οποίων έχει… μεθοδικά υποβαθμιστεί σε Β’ κατηγορία.
Αξίας πολλές δισεκατομμυρίων ευρώ, η ευρωπαϊκή βιομηχανία κρέατος απασχολεί συνολικά περίπου 1 εκατομμύριο άτομα.
Μεταξύ αυτών, όπως προκύπτει, καταγράφονται δύο διαφορετικές «ταχύτητες», με τους εκάστοτε ημεδαπούς να βρίσκονται σε ευνοϊκότερη θέση και τους μετανάστες -πολλοί από χώρες μέλη της Ε.Ε.- να πληρώνουν το «μάρμαρο» της φθηνότερης απασχόλησης, μέσω υπεργολαβιών και υπό επισφαλείς συνθήκες.
Εργατικά συνδικάτα εκτιμούν οι εργαζόμενοι της τελευταίας αυτής κατηγορίας αμείβονται συγκριτικά έως και 40-50% λιγότερο από τους εκάστοτε ντόπιους συναδέλφους τους, στις ίδιες βιομηχανικές μονάδες, για ανάλογη εργασία.
Στους περισσότερους εξ αυτών δεν αναγνωρίζεται καν το δικαίωμα απουσίας λόγω ασθένειας, και δη μεσούσης της πανδημίας.
«Όλο το σύστημα είναι πραγματικά σάπιο», υπογραμμίζει η Ιρλανδή συνδικαλίστρια Νόρα Λάντο, που είχε προειδοποιήσει από πέρυσι για «ασυνείδητες πρακτικές» σε ορισμένα εργοστάσια του κλάδου.
Πέραν του οικονομικού κέρδους, οι προσλήψεις μέσω υπεργολάβων και πρακτορείων -ανέφερε- «είναι ένας τρόπος οι εργοδότες να αποφεύγουν κάθε ευθύνη έναντι των εργαζομένων».
Εργασιακά «γκέτο»
Διάφοροι μεσάζοντες -υπεργολάβοι, εταιρείες, γραφεία εργασίας και άλλοι- τροφοδοτούν τη βιομηχανία κρέατος (και όχι μόνο αυτή) με φθηνά εργατικά χέρια.
Συχνά είναι αυτοί που προσλαμβάνουν και πληρώνουν τους εργαζόμενους, διαχειρίζονται τις βάρδιες τους, ρυθμίζουν τη στέγαση -συνήθως σε κατάμεστα μικρά διαμερίσματα, όπου είναι πρακτικά αδύνατη η κοινωνική αποστασιοποίηση- καθώς τη μεταφορά τους από και προς τον χώρο εργασίας.
Ως εκ τούτου, η σχέση μεταξύ εταιρείας και εργαζομένου δεν είναι η τυπική μεταξύ εργοδότη και μισθωτού.
Το αποτέλεσμα είναι οι πρώτοι να «απαλλάσσονται» νομικών ευθυνών για θέματα όπως η αμοιβή και το ωράριο ή ακόμη και για ατυχήματα εν ώρα εργασίας, εν προκειμένω μάλιστα σε έναν κλάδο αυξημένης επικινδυνότητας.
Στην Ολλανδία, για παράδειγμα -τον μεγαλύτερο εξαγωγέα κρέατος στην Ε.Ε.- σχεδόν το 40% των εργαζόμενων στον κλάδο είναι με βραχυχρόνια σύμβαση ή χαρακτηρίζοντας επισήμως ως αυτοαπασχολούμενοι.
Στην Ιταλία, αντίστοιχα, πάνω από το 50% του εργατικού δυναμικού στα σφαγεία και το 25% στην επεξεργασία κρέατος είναι μετανάστες από την ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, τη βόρεια και κεντρική Αφρική και την ανατολική Ασία.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, πολλοί εξ αυτών απασχολούνται μέσω συνεταιρισμών-«βιτρίνα», με αμοιβές έως και 40% λιγότερο συγκριτικά με συναδέλφους τους, που έχουν προσληφθεί άμεσα από τις εταιρείες.
«Το μοντέλο υπεργολαβίας στην Ευρώπη βρίσκεται στον πυρήνα της εκμετάλλευσης και των παραβιάσεων δικαιωμάτων στη βιομηχανία κρέατος», υπογραμμίζει ο Τζέιμς Ρίτσι, βοηθός γενικός της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων Τροφίμων, με έδρα τη Γενεύη.
Για την ακρίβεια, παρατηρεί, η απασχόληση εργαζομένων αυτής της κατηγορίας είναι πιο διαδεδομένη στην ευρωπαϊκή βιομηχανία κρέατος από οπουδήποτε αλλού στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Μεγαλύτερα συμφέροντα, λιγότερη εποπτεία
«Η ανάδυση του συστήματος μεσαζόντων εργασίας αντικατοπτρίζει ευρύτερες μεταβολές στην ευρωπαϊκή βιομηχανία κρέατος τις τελευταίες δεκαετίες», επισημαίνει στην έρευνα του ο Guardian, «συμπεριλαμβανομένης της εδραίωσης του μεριδίου αγοράς από μια “χούφτα” εταιρειών και ενός ραγδαία μειούμενου αριθμού μικρών ανεξάρτητων κρεοπωλείων και σφαγείων».
Παράλληλα, έχει περιοριστεί η εποπτεία, με δραστική μείωση των επιθεωρήσεων εργασίας σε όλη την Ευρώπη, λόγω των μέτρων λιτότητας, την τελευταία δεκαετία.
Έρευνα της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (ETUC) καταγράφει ότι οι επιθεωρήσεις ασφάλειας στους χώρους εργασίας στην Ε,Ε, μειώθηκαν κατά ένα πέμπτο από το 2010, εν γένει.
Κατήγγειλε, δε, για «αποτυχία» τη νεοσύστατη Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας (ELA) στην ανάληψη δράσης έναντι δεκάδων υποθέσεων εργασιακής εκμετάλλευσης, εν μέσω πανδημίας.
Ειδικά «στη βιομηχανία κρέατος, οι μετανάστες είναι μια αόρατη ομάδα», λέει ο Μαρτέιν Χόουσμανς, επίκουρος καθηγητής στην Οικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης.
«Στα ολλανδικά καταστήματα μπορείτε να δείτε τι είδους ζωή είχε ένα ζώο. Κατά ειρωνικό τρόπο, ωστόσο, δεν μπορείτε να δείτε υπό ποιες συνθήκες εργάζονταν οι άνθρωποι στο σφαγείο».
Αυξάνονται οι φωνές για ανάληψη δράσης
Τα συνδικάτα ζητούν άμεση πανευρωπαϊκή απαγόρευση της χρήσης επισφαλών εργαζομένων σε μονάδες κρέατος.
Πρόκειται για ένα σύστημα «που βασίζεται σε φθηνές τιμές για το κρέας και στην εκμετάλλευση της εργασίας», λέει ο Ενρίκο Σομάλια, αναπληρωτής γενικός γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Συνδικάτων Τροφίμων, Γεωργίας και Τουρισμού.
Οι εκκλήσεις τους βρίσκουν ευήκοα ώτα στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με την Κατρίν Λάγκενζιπεν, Ευρωβουλευτή των Γερμανών Πρασίνων και αντιπρόεδρο της επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Ε.Ε. πρέπει να απαγορεύσει την υπεργολαβία σε όλους τους οικονομικούς τομείς για να διασφαλίσει ότι οι εργαζόμενοι λαμβάνουν τις ίδιες αμοιβές και συνθήκες για την ίδια εργασία.
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν έχουν ληφθεί σχετικά μέτρα σε επίπεδο των «27».
Μετά την έξαρση κρουσμάτων κορωναϊού σε μεγάλες μονάδες επεξεργασίας κρέατος στη Γερμανία, η κυβέρνηση του Βερολίνου απαγόρευσε την υπεργολαβία στην εγχώρια βιομηχανία κρέατος, με πρόστιμα 30.000 ευρώ για τους παραβάτες.
Ωστόσο, στο μέτρο προβλέπονται και εξαιρέσεις για την πρώτη τριετία εφαρμογής του, όπως για μικρές επιχειρήσεις και κατά τη θερινή περίοδο αιχμής.
Ανάλογα προβλήματα με αυτά στη βιομηχανία κρέατος είναι επίσης εμφανή και σε άλλους κλάδους έντασης εργασίας, όπως στις κατασκευές και στη διανομή τροφίμων, τονίζει ο Κλας-Μίκελ Στολ, αναπληρωτής γενικός γραμματέας της ETUC.
«Υπάρχει μια μακρά αλυσίδα υπεργολαβιών», ανέφερε, «που επιτρέπουν στον ανταγωνισμό να δέχεται μετανάστες, με χαμηλό κόστος και υπό επισφαλείς συνθήκες».