Οι ποιητικές και ονειρικές εικόνες έκαναν για πρώτη φορά εμφανή την παρουσία τους στην πεζογραφία του Δημήτρη Χριστόπουλου με τη συλλογή διηγημάτων Σπουδή στο κίτρινο (2018), όπου και μια προσεκτική ανατομία της κοινωνίας της κρίσης, χωρίς συνθήματα και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Μακριά από συνθήματα και ιδεολογικές αγκυλώσεις είναι και η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Χριστόπουλου, όπου υπό τον τίτλο Δημόσιες ιστορίες (2013) αναπτύσσεται ένας επίσης αδογμάτιστος κοινωνικός προβληματισμός. Με το Τζίντιλι, ο συγγραφέας περνά από το διήγημα στο μυθιστόρημα, διατηρώντας από τη διηγηματογραφική του περίοδο τρία στοιχεία: τη ρεαλιστική αφήγηση και εικονογραφία, την ανησυχία για την πραγματικότητα την οποία βιώνουμε καθημερινά, αλλά και την υπέρβαση της ποίησης ή του ονείρου, όπου πρωτοδοκιμάστηκε, όπως είδαμε, με το δεύτερο βιβλίο του.

«Τζίντιλι» στα βλάχικα σημαίνει «ανεμοστρόβιλος» και ο τίτλος μάς δίνει αμέσως τον γενικό τόνο του μυθιστορήματος. Τόπος της δράσης είναι ένας φανταστικός τόπος της Πτολεμαΐδας, με πολύ πραγματικές παρ’ όλα αυτά βάσεις, εφόσον παραπέμπει όχι μόνο στην Εορδαία και στους Βλάχους της Κοζάνης, αλλά και στα λιγνιτωρυχεία που έχουν ταυτιστεί από τη δεκαετία του 1950 με την περιοχή, και τα οποία βρίσκονται στις ημέρες μας, αν μη τι άλλο, σε μεταβατική φάση λόγω της ανόδου των νέων τεχνολογιών. Μέσα από την εξιστόρηση της πορείας δύο τοπικών οικογενειών, ο Χριστόπουλος ξεκινάει πριν από τη δεκαετία του 1950, μιλώντας πρώτα για την Πτολεμαΐδα και κατόπιν για τη σχέση των ανθρώπων της με τα ορυχεία και την παραγωγή τους.

Θέσεις εργασίας, χρήματα, αναπτυξιακές προοπτικές, αισιοδοξία για το αύριο: αυτά είναι τα αρχικά χαρακτηριστικά των ορυχείων, που συνδέονται εύλογα με τον μεταπολεμικό κοινωνικοπολιτικό βίο της χώρας: από τον Εμφύλιο και τα ρεύματα της μετανάστευσης μέχρι τη Μεταπολίτευση και τα σημερινά χρόνια. Ενώ όμως ο κορμός της αφήγησης παραμένει ρεαλιστικός σε όλη τη διάρκεια της εξιστόρησης, το περιβάλλον εντός του οποίου εξελίσσεται είναι από την πρώτη στιγμή δυστοπικό.

Η υπερεξόρυξη του λιγνίτη έχει προκαλέσει μιαν ανεπανόρθωτη φυσική ζημιά – μια ζημιά με διαστάσεις διεθνούς εμβέλειας, ομόλογη με καταστροφές που έχουν πλήξει άλλα σημεία του πλανήτη. Η οπτική γωνία υπό την οποία παρακολουθούμε τη διαδρομή των δύο οικογενειών είναι υστερόχρονη: η καταστροφή έχει ήδη συντελεστεί όταν πιάνει να ξετυλίγεται η ιστορία τους, κι έτσι ο ρεαλισμός των γεγονότων αποκτά αυτομάτως αναδρομικό χαρακτήρα.

Οσο για το παρόν, τα πάντα έχουν υπερβεί τόσο τον χρόνο όσο και τον τόπο τους: ο πληθυσμός πιέζεται να μετακινηθεί προς το πουθενά, ψυχές και συνειδήσεις έχουν αλωθεί ολοκληρωτικά και αστικά ή αγροτικά τοπία τείνουν να αγγίξουν τα όρια του αφανισμού. Ενας δυστοπικός ανεμοστρόβιλος, για να παραπέμψω εκ νέου στον τίτλο του βιβλίου, όπου ο Χριστόπουλος συναιρεί την Ιστορία με τη μυθοπλασία και με την εσχατολογική φαντασία, τα άγχη της οικολογίας με την εφαρμοσμένη ενεργειακή πολιτική, τις επιτόπιες γενεαλογίες με τις ιστορίες για στοιχειά, νεράιδες και φανταστικά όντα, το αρχέτυπο και την παράδοση με τις μεταϊστορικές προβολές τους, το δημοτικό τραγούδι με τις διαπλανητικές διασυνδέσεις, την απαρχαιωμένη βιομηχανία με την ονειρική διήγηση (τι ακριβώς συμβαίνει στο εσωτερικό ενός παρατεταμένου ονείρου;), το τοπικό με το υπερτοπικό, αλλά και τον μονότονο και αδιαφοροποίητο γραμμικό χρόνο με τη λογική της τεθλασμένης, με την ποιητική γλώσσα της ετερογένειας και με την εικονολογία της πολυδιάσπασης.

Κι όλα αυτά, ευτυχώς, δίχως να χάνεται ποτέ ο έλεγχος, χωρίς ο συγγραφέας να επανέρχεται ή να παλιλλογεί και χωρίς επιπλέον να μπερδεύεται με την πολυφωνία ή με τα πολλαπλά πρόσωπα των πρωταγωνιστών του – μια ολοζώντανη συλλογικότητα που διασώζεται στο ακέραιο όταν καλείται να συμβιβάσει τον λεπτολογικού τύπου ρεαλισμό της με μια εφιαλτική μελλοντολογία.

Δημήτρης Χριστόπουλος

Τζίντιλι

Εκδόσεις Το Ροδακιό,

σελ. 240,

τιμή 15,90 ευρώ