Ενα από τα πολλά αναπάντητα πανδημικά ερωτήματα αφορά το πόσο διαρκεί η ανοσία στα άτομα που νόσησαν με SARS-CoV-2 αλλά στη συνέχεια δεν εμβολιάστηκαν. Τώρα ερευνητές από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Γέιλ, από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στη Σάρλοτ και το Πανεπιστήμιο Τεμπλ πιστεύουν ότι βρήκαν την απάντηση. Οπως αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «Τhe Lancet Microbe», η ισχυρή ανοσία μετά από φυσική νόσηση διαρκεί λίγο – για την ακρίβεια πολύ λίγο.
Απαραίτητος ο εμβολιασμός για όσους νόσησαν
«Η επαναλοίμωξη μπορεί λογικά να συμβεί μέσα σε τρεις μήνες ή και λιγότερο από τη νόσηση» ανέφερε ο δρ Τζέφρι Τάουνσεντ, καθηγητής Βιοστατιστικής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Γέιλ. «Ετσι, τα άτομα που νόσησαν πρέπει να εμβολιαστούν. Η προηγούμενη νόσηση από μόνη της προσφέρει πολύ μικρή μακροπρόθεσμη προστασία από τις επόμενες λοιμώξεις με τον ιό» προσέθεσε ο καθηγητής. Σημειώνεται ότι η μελέτη αυτή είναι η πρώτη που προσδιορίζει την πιθανότητα επαναλοίμωξης μετά από φυσική νόσηση αλλά χωρίς εμβολιασμό.
Μοντελοποίηση του κινδύνου με βάση «συγγενείς» ιούς
Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους ο καθηγητής Τάουνσεντ και οι συνεργάτες του ανέλυσαν στοιχεία σχετικά με την ανοσία και τις επαναλοιμώξεις που αφορούσαν στενούς «συγγενείς» του SARS-CoV-2 οι οποίοι προκαλούν κοινό κρυολόγημα – παράλληλα μελέτησαν δεδομένα και σχετικά με τον ιό SARS-CoV-1 που προκαλεί το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο καθώς και για τον ιό του MERS. Αξιοποιώντας τη γνώση σχετικά με τις αρχές που διέπουν την εξέλιξη των ιών, η ερευνητική ομάδα κατάφερε να
μοντελοποιήσει τον κίνδυνο για επαναλοίμωξη με τον νέο κορωνοϊό σε μάκρος χρόνου.
Μεγαλύτερη συχνότητα λόγω φθίνουσας ανοσίας και νέων στελεχών
Οι επιστήμονες είδαν ότι οι επαναλοιμώξεις είναι πιθανό να συμβούν σε ανεμβολίαστα άτομα με ιστορικό νόσησης – και έχουν συμβεί ακόμη και σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ανάρρωση. Μάλιστα, όπως σημείωσαν, οι επαναλοιμώξεις θα αρχίσουν να γίνονται ακόμη πιο συχνές καθώς η ανοσία φθίνει με την πάροδο του χρόνου και νέα στελέχη του ιού συνεχώς αναδύονται.
Αυξημένες πιθανότητες επαναλοίμωξης στο κοντινό μέλλον
«Οταν σκεφτόμαστε την ανοσία, νομίζουμε ότι το ζήτημα είναι αν είμαστε ή δεν είμαστε άνοσοι. Η μελέτη μας όμως δείχνει ότι μάλλον θα έπρεπε να επικεντρωθούμε περισσότερο στον κίνδυνο επαναλοίμωξης με την πάροδο του χρόνου» σημείωσε ο Αλεξ Ντόρνμπουργκ, επίκουρος καθηγητής Βιοπληροφορικής και Γενωμικής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στη Σάρλοτ, που ήταν επικεφαλής της μελέτης μαζί με τον καθηγητή Τάουνσεντ και συμπλήρωσε: «Καθώς εμφανίζονται νέες παραλλαγές του ιού, η προηγούμενη ανοσολογική απόκριση γίνεται όλο και λιγότερο αποτελεσματική. Τα άτομα που νόσησαν φυσικά στην αρχή της πανδημίας αντιμετωπίζουν αυξημένες πιθανότητες να επαναμολυνθούν στο κοντινό μέλλον».
Από πανδημικός ενδημικός ιός
Μάλιστα το μοντέλο των ερευνητών αποκαλύπτει πολύ μεγάλες ομοιότητες σχετικά με τον κίνδυνο επαναλοίμωξης μεταξύ του SARS-CoV-2 και των ενδημικών κορωνοϊών. «Οπως συμβαίνει και με το κοινό κρυολόγημα, έτσι και με τον νέο κορωνοϊό, μπορεί κάποιος να μολυνεται με τον ίδιο ιό κάθε χρόνο. Η διαφορά είναι ότι ο νέος κορωνοϊός έχει αποδειχθεί πολύ πιο φονικός από τους συγγενείς του κορωνοϊούς που είναι υπαίτιοι για το κοινό κρυολόγημα» ανέφερε ο δρ Τάουνσεντ.
Ο δρ Ντόρνμπουργκ προσέθεσε ότι «εξαιτίας της ικανότητας του SARS-CoV-2 να εξελίσσεται και να επαναμολύνει, είναι πιθανό και αυτός ο ιός να μετατραπεί από πανδημικό σε ενδημικό ιό».
Ο σημαντικός ρόλος της εξελικτικής βιολογίας
Kλείνοντας ο καθηγητής Τάουνσεντ υπογράμμισε ότι «το σήμα κατατεθέν του σύγχρονου κόσμου αναμένεται να είναι η εμφάνιση νέων απειλών για την ανθρώπινη υγεία. Η εξελικτική βιολογία η οποία μας παρείχε τις θεωρητικές βάσεις για αυτές τις αναλύσεις, θεωρείται παραδοσιακά ένα ιστορικό επιστημονικό πεδίο. Ωστόσο τα ευρήματά μας αποδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο της και τη συμβολή της στη λήψη αποφάσεων και παρέχουν πολύτιμα εφόδια για την καλύτερη γνώση της προοπτικής αντίστασης στην επαναλοίμωξη με τον SARS-CoV-2».