Οταν η ελληνική κυβέρνηση προετοίμαζε τη Σύνοδο Κορυφής της ευρωμεσογειακής συνεργασίας των EUMED9 που θα πραγματοποιείτο στην Αθήνα στις 17 Σεπτεμβρίου, δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα είχε μεσολαβήσει μόλις δύο 24ωρα νωρίτερα. Στις 15 Σεπτεμβρίου, η «βόμβα» είχε σκάσει. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία είχαν ανακοινώσει ένα τριμερές αμυντικό σύμφωνο που είχαν διαπραγματευθεί υπό άκρα μυστικότητα «κάτω από τη μύτη» των ευρωπαίων εταίρων τους με σκοπό την ανάσχεση της Κίνας στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Ο μεγάλος χαμένος του επονομαζόμενου, πλέον, AUKUS ήταν το Παρίσι.
Συμφωνία υπό άκρα μυστικότητα
Η απόφαση της Αυστραλίας να ακυρώσει μία παραγγελία ύψους άνω των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά συμβατικών υποβρυχίων από τη Γαλλία και να προτιμήσει την αγορά αμερικανικών πυρηνικών υποβρυχίων έπληξε όχι μόνο το κύρος της Naval Group αλλά και του ίδιου του Εμανουέλ Μακρόν. Ο γάλλος πρόεδρος, σύμφωνα με τους παρισταμένους στις εργασίες της EUMED9, δεν μπορούσε να κρύψει τον εκνευρισμό του μετά τη σύναψη της AUKUS. Ουδείς όμως μπορούσε να προβλέψει ότι αυτό το γεωπολιτικό υπόστρωμα θα αποτελούσε βάση ώστε μέσα σε 10 ημέρες να ολοκληρωθεί μία από τις σημαντικότερες συμφωνίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και ίσως αποτελέσει ένα βήμα προς την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία.
Σύμφωνα με τις αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», τα πάντα εξελίχθηκαν υπό άκρα μυστικότητα και στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Η «Συμφωνία για την Εγκαθίδρυση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης για τη Συνεργασία στην Αμυνα και την Ασφάλεια», η οποία υπεγράφη την περασμένη Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου στο Παρίσι, υπήρξε μία κίνηση που αποφασίστηκε και εκτελέστηκε προσωπικά από τους ηγέτες των δύο χωρών, τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Εμανουέλ Μακρόν, και των επιτελείων τους σε Μέγαρο Μαξίμου και Μέγαρο των Ηλυσίων. Η προσωπική σχέση του έλληνα πρωθυπουργού με τον γάλλο πρόεδρο έχει σφυρηλατηθεί σχεδόν από την επομένη της εκλογικής επικράτησης του κ. Μητσοτάκη στις εκλογές του Ιουλίου 2019. Η δε συμπαράσταση της Γαλλίας στην ελληνοτουρκική κρίση του θέρους του 2020 στην Ανατολική Μεσόγειο έφερε τους δύο άνδρες εγγύτερα. Αυτή η χημεία υπήρξε καταλυτική ώστε να ξεπεραστούν όλα τα δύσκολα σημεία.
Η συνομιλία στην Ακρόπολη
Η κομβική στιγμή που άνοιξε τον δρόμο για τη Συμφωνία των Ηλυσίων έλαβε χώρα το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου. Μετά το δείπνο που ακολούθησε τις εργασίες της ευρωμεσογειακής συνόδου, το ζεύγος Μακρόν μετέβη για μία βραδινή ιδιωτική ξενάγηση στην Ακρόπολη συνοδευόμενο από το ζεύγος Μητσοτάκη. Η ξενάγηση ήταν κάτι που είχε ζητήσει ο κ. Μακρόν και ο οικοδεσπότης του δεν είχε λόγο να αρνηθεί. Αντίθετα, ο κ. Μητσοτάκης, διαισθανόμενος την ευκαιρία, αποφάσισε να επαναφέρει προς τον γάλλο συνδαιτυμόνα του την ιδέα της υπογραφής μίας συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας που απασχολούσε την Αθήνα και το Παρίσι και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν – για την ακρίβεια μόλις έναν χρόνο νωρίτερα και σε συνδυασμό με την αγορά γαλλικών φρεγατών από το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Στην ιδιωτική συνομιλία που είχαν οι δύο άνδρες τόσο στο αυτοκίνητο που τους μετέφερε στην Ακρόπολη όσο και στον περίπατο που ακολούθησε, ο γάλλος ηγέτης ανταποκρίθηκε αμέσως. Και όταν η συζήτηση έφθασε και στο ζήτημα των φρεγατών, ο κ. Μητσοτάκης υπήρξε σαφής προς τον συνομιλητή του, λέγοντας: «Κάνε μου μία πρόταση στην οποία δεν θα μπορώ να πω όχι».
Τα τρία πρόσωπα που σήκωσαν το βάρος
Από την επομένη, Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου, ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου, μεγάλο μέρος του οποίου διανύθηκε όταν ο κ. Μητσοτάκης βρισκόταν στη Νέα Υόρκη για να συμμετάσχει στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να χειριστεί την υπόθεση με έναν πολύ στενό κύκλο συνεργατών του ο οποίος συνδύαζε διπλωματική και νομική εμπειρία. Τρία πρόσωπα σήκωσαν το βάρος: η επικεφαλής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού πρέσβης Ελένη Σουρανή και η νομική σύμβουλος παρά τω Πρωθυπουργώ για θέματα Διεθνούς Δικαίου Μάνια Τελαλιάν και, επικουρικά, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης. Αυτοί ασχολήθηκαν με τη σύνταξη του κειμένου της στρατηγικής συμφωνίας και τις κρίσιμες νομικές λεπτομέρειες, ανταλλάσσοντας κείμενα και νομικές διατυπώσεις εξ αποστάσεως. Την ίδια στιγμή, οι δύο πλευρές κινήθηκαν γρήγορα ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή στην υπόθεση των φρεγατών.
Η διαπραγμάτευση και τα σημεία-κλειδιά
Οπως «Το Βήμα» πληροφορείται, ο κ. Μητσοτάκης έδωσε (από τη Νέα Υόρκη) εντολή στην κυρία Τελαλιάν να μεταβεί μυστικά στο Παρίσι ώστε να κλείσει το κείμενο της στρατηγικής συμφωνίας. Η προσοχή των δύο πλευρών και το μεγαλύτερο κομμάτι της διαπραγμάτευσης εστιάστηκε στο Αρθρο 2 που αφορά τη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής. Οπως αυτό αναφέρει, «τα Μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα κατά της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Αρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών». Η διατύπωση αυτή «ξεκλείδωσε» παρελθούσες διαφωνίες που είχαν αποτρέψει την υπογραφή μιας στρατηγικής συμφωνίας αναφορικά με την κάλυψη που θα μπορούσαν να παρέχουν στην ελληνική πλευρά το Αρθρο 5 του ΝΑΤΟ και το Αρθρο 42(7) της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ. Αλλωστε, σημειώνουν ενημερωμένες πηγές, οι διεθνείς και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις των δύο Μερών παραμένουν σε ισχύ.
Οι ίδιες πηγές προσέθεταν ότι το κείμενο ήταν ουσιαστικά έτοιμο από την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου. Η οριστικοποίηση των τελευταίων λεπτομερειών έγινε τη Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου αφού η ελληνική αποστολή υπό τον Πρωθυπουργό έφθασε στο Παρίσι απευθείας από τη Νέα Υόρκη. Ο κ. Μητσοτάκης επρόκειτο ούτως ή άλλως να μεταβεί στη γαλλική πρωτεύουσα για να παρευρεθεί στα εγκαίνια της μεγάλης έκθεσης στο Μουσείο του Λούβρου με τίτλο «Παρίσι – Αθήνα. Η γέννηση της νεότερης Ελλάδας, 1675 – 1919». Η κυρία Σουρανή πέρασε, το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας, την πόρτα του Μεγάρου των Ηλυσίων για μία σύντομη συνάντηση με τον διπλωματικό σύμβουλο του προέδρου Μακρόν, τον Εμανουέλ Μπον, άνθρωπο που γνωρίζει πολύ καλά και από τις επαφές τους σε επίπεδο ΕΕ. Ολα ήταν πλέον έτοιμα ώστε να πέσουν οι υπογραφές την επομένη, Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου, από τους υπουργούς Εξωτερικών και Αμυνας των δύο χωρών, υπό το βλέμμα των κ.κ. Μητσοτάκη και Μακρόν.
Ο αγώνας δρόμου για τις φρεγάτες
Αν το Παρίσι ήταν η έδρα των συνομιλιών για τη στρατηγική συμφωνία, η Αθήνα ήταν ο τόπος των σκληρών διαπραγματεύσεων για τις φρεγάτες. Το 2020 η ελληνική πλευρά είχε επιλέξει τελικώς την προμήθεια 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale F3R (στα οποία θα προστεθούν προσεχώς άλλα έξι, όπως ανακοίνωσε ο κ. Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ) και όχι των φρεγατών Belh@rra (FDI), καθώς έκρινε ότι το κόστος των 3,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για δύο πλοία ήταν πολύ υψηλό. Η κίνηση για την προμήθεια των 18+6 Rafale δεν έγινε τυχαία τούτη την περίοδο, καθώς η ενεργοποίηση της ρήτρας γενικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας προσέφερε την αναγκαία δημοσιονομική ευελιξία. Στη συνέχεια, η Αθήνα αποφάσισε να μεταβάλει στάση και να ζητήσει από όλους τους πιθανούς ενδιαφερόμενους προτάσεις για τέσσερις φρεγάτες, για πλοία ενδιάμεσης λύσης μέχρι να αρχίσει η παράδοση των νέων σκαφών και για προσφορές για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής (ΕΜΖ) των τεσσάρων φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ («Σαλαμίς», «Ψαρά», «Υδρα» και «Σπέτσαι»). Ωστόσο, η γαλλική πλευρά δεν αποξενώθηκε μετά την αρχική απόρριψη της προηγούμενης πρότασής της. Και σε αυτό διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος και η σχέση εμπιστοσύνης και συχνής επικοινωνίας που διαμόρφωσε με τη γαλλίδα ομόλογό του Φλοράνς Παρλί.
Το προβάδισμα των Belh@rra
Το πακέτο ήταν δελεαστικό για πολλές χώρες, αν και υπήρξε εξαρχής σαφές ότι η μεγάλη μάχη θα διεξαγόταν μεταξύ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών για έναν επιπλέον λόγο: αυτές οι δύο χώρες μπορούσαν να προσφέρουν ευκολότερα μια διακρατική συμφωνία. Αν και η αμερικανική πλευρά πίεσε ασφυκτικά υπέρ της δικής της πρότασης (MMSC), οι έμπειροι παρατηρητές των εσωτερικών συζητήσεων στο ελληνικό Πεντάγωνο είχαν αντιληφθεί ότι σχεδόν σε όλες τις αξιολογήσεις των προσφορών οι γαλλικές Belh@rra είχαν προβάδισμα, καθώς από τεχνικής απόψεως τα αμερικανικά σκάφη είχαν σοβαρά μειονεκτήματα. Η αμερικανική πλευρά ενημερώθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, για την ελληνογαλλική συμφωνία κατά τη διάρκεια των επαφών που είχε ο Νίκος Δένδιας με την υφυπουργό Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, αλλά όχι νωρίτερα.
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός υπήρξε σαφής στις δηλώσεις του στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με τον πρόεδρο Μακρόν. «Επιλέξαμε», τόνισε, «τις γαλλικές φρεγάτες διότι αυτή ήταν και η τελική εισήγηση του Πολεμικού μας Ναυτικού, διότι κρίναμε ότι στην παρούσα συγκυρία το πλοίο αυτό καλύπτει και με το παραπάνω τις επιχειρησιακές δυνατότητες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων». Κατά τη διάρκεια της εβδομάδος που πέρασε από την αρχική συνεννόηση Μητσοτάκη – Μακρόν στην Ακρόπολη ως την υπογραφή της συμφωνίας στο Παρίσι, στελέχη της κατασκευάστριας εταιρείας Naval Group βρέθηκαν για διαβουλεύσεις στην ελληνική πρωτεύουσα. Παρά τα όσα είχαν μεταδώσει παλαιότερα ορισμένα μέσα ενημέρωσης ότι οι γαλλικές φρεγάτες είχαν κλειδώσει ήδη από τις αρχές του έτους, τίποτα από αυτά δεν απηχεί την πραγματικότητα. Αλλωστε, ανώτερα στελέχη της Naval Group είχαν παρουσιάσει λεπτομέρειες της πρότασής τους μόλις τον περασμένο Απρίλιο (σε εκδήλωση στη γαλλική πρεσβεία των Αθηνών), ενώ νεότερη πρόταση είχε κατατεθεί τον περασμένο Αύγουστο. Οι συνθήκες όμως ωρίμασαν μόνο όταν οι ηγέτες των δύο χωρών έδωσαν, ουσιαστικά, το «πράσινο φως».
Η σκυτάλη στο Πολεμικό Ναυτικό
Ο αρχηγός ΓΕΝ Στυλιανός Πετράκης, ο αρχηγός Στόλου Παναγιώτης Λυμπέρης και ο νέος επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ) Αριστείδης Αλεξόπουλος ανέλαβαν – ιδιαίτερα ο τελευταίος – να βρουν εκείνη τη διαμόρφωση που θα κάλυπτε τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ ενημέρωσαν στενούς συνεργάτες του Πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου για τις λεπτομέρειες της νεότερης γαλλικής πρότασης την Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου. Η τελική συμφωνία αφορά την προμήθεια αρχικά τριών φρεγατών FDI που θα κατασκευαστούν στα ναυπηγεία της Λοριάν. Σημείο-κλειδί είναι η ταχεία, πάντα για τα δεδομένα τέτοιων πλοίων, παράδοση, καθώς οι πρώτες δύο φρεγάτες θα είναι έτοιμες τον Μάρτιο και τον Οκτώβριο του 2025 και η τρίτη το 2026.
Το κόστος και τα πλεονεκτήματα
Οπως «Το Βήμα» πληροφορείται, το κόστος των τριών πλοίων κινείται περί τα τρία δισεκατομμύρια ευρώ μαζί με τον οπλισμό και την τριετή υποστήριξη (Follow on Support – FOS), η οποία σημειωτέον θα ξεκινά από την παράδοση του κάθε πλοίου χωριστά. Οι δε πληρωμές αναμένεται να είναι μεγαλύτερες μάλλον από το 2025 και μετά, όταν θα έχουν αρχίσει να μειώνονται σημαντικά εκείνες για τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην έκδοση Viper. Υπάρχει επίσης η πρόβλεψη για την προμήθεια και μίας τέταρτης φρεγάτας σε «κλειδωμένη» τιμή (που καθορίζεται σαφώς στο μνημόνιο που υπεγράφη μεταξύ των δύο πλευρών), εφόσον το δικαίωμα προαίρεσης ασκηθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2023. Η ελληνική έκδοση των FDI διαθέτει χαρακτηριστικά που όπως έλεγαν στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού προσφέρουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Το ραντάρ πολλαπλών λειτουργιών SeaFire, τα 32 κελιά αντιαεροπορικών πυραύλων Aster 30 (που προσφέρουν αεράμυνα περιοχής σε απόσταση περίπου 100 χιλιομέτρων) και η ύπαρξη τόσο σόναρ τρόπιδας (Hull Mounted Sonar – HMS) όσο και του συρόμενου σόναρ μεταβλητού βάθους CAPTAS-4 (τα οποία προσφέρουν εξελιγμένες ανθυποβρυχιακές δυνατότητες) μοιάζουν να καλύπτουν όλες τις επιθυμίες των επιτελών του Πολεμικού Ναυτικού.
Το θέμα των τεσσάρων κορβετών Gowind
Στα προαναφερθέντα πρέπει να προστεθεί και η θέληση της γαλλικής πλευράς να προσφέρει στην Ελλάδα μέχρι και τέσσερις κορβέτες τύπου Gowind, αν και οι διαπραγματεύσεις επί αυτού του θέματος συνεχίζονταν ως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές. Οι Gowind είχαν πέσει στο τραπέζι από ελληνικής πλευράς και σε προηγούμενες φάσεις των ελληνογαλλικών συνομιλιών, αλλά τότε το αίτημα αυτό είχε μάλλον απορριφθεί από τη γαλλική πλευρά. Οι εν λόγω κορβέτες έχουν διάφορες διαμορφώσεις, αλλά οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι η Αθήνα ενδιαφέρεται κυρίως για την αιγυπτιακή διαμόρφωση και όχι για «βαρύτερες», όπως π.χ. αυτή των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ). Οι τελευταίες πληροφορίες μιλούσαν για ένα κόστος περί τα 400 εκατομμύρια ευρώ ανά πλοίο μαζί με τον οπλισμό. Οι κορβέτες θα φέρουν και αντιαεροπορικούς πυραύλους MICA, ενώ η γαλλική πλευρά φέρεται να αποδέχεται την παραχώρηση άδειας κατασκευής αλλά και εξαγωγής των σκαφών αυτών από την Ελλάδα. (Σχετικά με τις επιχειρησιακές δυνατότητες των φρεγατών και τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν στη χώρα μας αναλυτικό άρθρο του Θεόδωρου Τσακίρη, Νέες Εποχές, σελίδα 2.)
Το «τελευταίο μίλι» για την MDCA
Οπως έγραψε «Το Βήμα» ήδη από τα μέσα της προηγούμενης εβδομάδος, η νέα αναθεώρηση του Παραρτήματος της Συμφωνίας Αμοιβαίας Διμερούς Συνεργασίας (MDCA) με τις ΗΠΑ έχει σχεδόν οριστικοποιηθεί. Η νέα συμφωνία, που θα υπογραφεί κατά την προγραμματιζόμενη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στην Ουάσιγκτον στις 14 Οκτωβρίου, όπου θα πραγματοποιηθεί και ο Στρατηγικός Διάλογος μεταξύ των δύο χωρών, θα έχει πενταετή διάρκεια και από εκεί ύστερα θα ισχύσει επ’ αόριστον («indefinitely», σύμφωνα και με πρόσφατη δήλωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ), εκτός κι αν καταγγελθεί από κάποιο από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη δύο χρόνια πριν εκπνεύσει. Παρά τις έντονες συζητήσεις για προσθήκη νέων τοποθεσιών, ουσιαστικά οι δύο πλευρές συμφώνησαν απλώς να διευρυνθεί το αμερικανικό αποτύπωμα με υποδομές γειτνιάζουσες στις υπάρχουσες τέσσερις τοποθεσίες: Σούδα, Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Στεφανοβίκειο. Η ελληνική επιθυμία για προσθήκη της Σκύρου δεν ευοδώνεται. Αυτό που έμενε ανοικτό ήταν το περιεχόμενο της επιστολής που επιδιώκει η Αθήνα ως ένα είδος πολιτικής εγγύησης, αν και η αμερικανική πλευρά δεν εμφανιζόταν πρόθυμη να ικανοποιήσει το ελληνικό αίτημα για συμπερίληψη αναφοράς σε ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα (π.χ. υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ).