Οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο αρχίζουν να κλείνουν σταδιακά τη στρόφιγγα της άπλετης ρευστότητας, καθώς η οικονομία δείχνει σημάδια βελτίωσης και ο πληθωρισμός ανεβαίνει με γρήγορους ρυθμούς.
Η εποχή του φθηνού χρήματος δεν έχει ακόμη παρέλθει οριστικά, αλλά ο καιρός που «έβρεχε» δανεικά με μηδενικά επιτόκια αρχίζει να χάνεται. Μεγάλες κεντρικές τράπεζες όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η Τράπεζα της Αγγλίας, και η Κεντρική Τράπεζα της Νορβηγίας έχουν αρχίσει να προχωρούν ή έχουν δώσει σήμα ότι θα προχωρήσουν σε αυξήσεις επιτοκίων. Ταυτόχρονα μπαίνει σταδιακά φρένο και στα χωρίς προηγούμενο προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης που είχαν επικεντρωθεί σε αγορές ομολόγων, κάνοντας πολύ φθηνό το δανεισμό των κυβερνήσεων. Επίσης το πολύ χαμηλό κόστος του χρήματος έχει εκτοξεύσει στα ύψη τις τιμές των ακινήτων προκαλώντας επιπλέον συναγερμό σε κεντρικές τράπεζες όπως αυτές της Σουηδίας και της Αυστραλίας.
Στην Ευρώπη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει ακόμη δώσει ξεκάθαρο σήμα για τις προθέσεις, αν και φαίνεται ότι το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (PEPP) θα αρχίσει να μειώνεται. Η ΕΚΤ δεν αναμένεται ότι θα μείνει ανεπηρέαστη από την πολιτική άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών και ειδικά της FED, καθώς υψηλότερα επιτόκια δολαρίου και πολύ χαμηλότερα επιτόκια ευρώ αναμένεται να προκαλέσουν στρέβλωση στις αγορές.
Οι αυξήσεις
Δεν είναι τυχαίο ότι την προηγούμενη εβδομάδα τα μάτια των αγορών ήταν στραμμένα στην κεντρική τράπεζα της Νορβηγίας (Norges Bank) περιμένοντας τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής. Η Norges Bank θεωρείται βαρόμετρο για την αγορά λόγω της ισχύος της οικονομίας της χώρας και του ειδικού βάρους των αποφάσεων την ίδιας της τράπεζας. Η Norges Bank προχώρησε σε αύξηση επιτοκίων κατά 0,25% από το 0% όπου βρίσκονταν προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος του υψηλού πληθωρισμού που εντείνεται λόγω της πανδημίας. Επίσης η Νορβηγία αναμένεται να αυξήσει ξανά τα επιτόκια το Δεκέμβριο καθώς αποσύρει σταδιακά τα έκτακτα προγράμματα στήριξης της οικονομίας. Η επιτροπή νομισματικής πολιτικής της Norges Bank ανέφερε ακόμη ότι η πρόβλεψή της για τέσσερις ακόμη αυξήσεις έως το τέλος του 2022, ώστε αυτά να φτάσουν το 1,25%, είναι πλέον ακόμη πιο πιθανό να πραγματοποιηθεί.
Με αυξήσεις επιτοκίων είχαν προηγηθεί οι κεντρικές τράπεζες της Τσεχίας, της Ισλανδίας και της Νότιας Κορέας. Πρόσφατα επίσης είχαν αυξήσει τα επιτόκια η Βραζιλία, η Ουγγαρία, η Παραγουάη και το Πακιστάν. Οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να οδηγήσουν την Τράπεζα της Αγγλίας να προχωρήσει σε δύο αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι τον ερχόμενο Μάιο, όπως περιμένουν τώρα οι αγορές.
Τη μεγαλύτερη αίσθηση έκανε πάντως το –αναμενόμενο- σήμα για αύξηση κόστους δανεισμού από τη μεγαλύτερη κεντρική τράπεζα του κόσμου, τη FED. Την περασμένη Τετάρτη ο Τζερόμ Πάουελ προετοίμασε τις αγορές πως θα εξετάσει να αρχίσει να μειώνει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων από το Νοέμβριο, και ότι ετοιμάζονται οι πρώτες αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού σε δολάρια μετά από καιρό. Έως το 2023 όπως όλα προδιαγράφονται συνολικά τουλάχιστον τρεις τέτοιες αυξήσεις επιτοκίων.
Η ΕΚΤ από την πλευρά της αποφάσισε να μειώσει το μηνιαίο ρυθμό αγορών κρατικών ομολόγων στα πλαίσια του προγράμματος PEPP, αν και έδωσε σήμα ότι είναι έτοιμη να αυξήσει ξανά τη ρευστότητα εάν οι συνθήκες το απαιτήσουν. Μέχρι τώρα οι μηνιαίες αγορές έφταναν τα 80 δισ. ευρώ.
Πηγή ot.gr