Mε ζωγραφικά έργα και γλυπτά επιστρέφει στην γκαλερί της οδού Κανάρη ο 44χρονος καλλιτέχνης με τις διεθνείς σπουδές, ο οποίος έχει δείξει δουλειά του εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.
Μιλήστε μας για την έκθεσή σας στην Αllouche Benias. Από πού αντλήσατε έμπνευση και ποιος ήταν ο στόχος σας;
«Η έκθεσή μου με τίτλο «Echo and Narcissus» είναι καθαρά ανθρωποκεντρική. Ταυτόχρονα είναι μια «υπόθεση πολύ προσωπική», βασίζεται σε δικές μου αναζητήσεις και ανάγκη για απαντήσεις. Με ενδιαφέρει πολύ να επεξεργαστώ μέσω της δουλειάς μου το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος – πώς κινούμαστε στον προσωπικό μας χώρο και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Με απασχολεί η εξιδανικευμένη εικόνα του εαυτού, η σεξουαλικότητα, ο ναρκισσισμός, η ματαιοδοξία, η υπαρξιακή αγωνία, η σωματοποίηση των συναισθημάτων. Οι αναζητήσεις αυτές είναι διαχρονικές, γι’ αυτό και οι ήρωές μου είναι αποκομμένοι από τον τόπο ή τον χρόνο. Θα μπορούσαν να βρίσκονται παντού, τοποθετημένοι σε μια χρονική ασάφεια. Ο θεατής εισβάλλει στον προσωπικό τους χώρο, τους παρακολουθεί, υποκλέπτει τις ιδιωτικές τους στιγμές. Ο καθένας, με βάση τα βιώματα, τον ψυχισμό του, αντιλαμβάνεται και δίνει διαφορετική ερμηνεία στην ψυχοσύνθεσή τους. Θα μπορούσαν τα έργα μου να λειτουργούν και ως καθρέπτης των πιο μύχιων σκέψεών μας. Σκόπιμες παραμορφώσεις και αλλοιώσεις των χαρακτηριστικών είναι συμβολισμοί που ταυτόχρονα υπονοούν μια χιουμοριστική και μελαγχολική διάθεση απέναντι στους ήρωές μου».
Επηρεάστηκε το έργο σας και πώς από την πανδημία και τα lockdowns; Πώς θεωρείτε ότι η COVID-19 διαμόρφωσε ή διαμορφώνει τους καλλιτέχνες και την Τέχνη εν γένει;
«Η σειρά αυτή των έργων μου ξεκίνησε πριν από την πανδημία. Σχεδόν αμέσως μετά την προηγούμενη ατομική μου έκθεση στην Allouche Benias, το 2018, ένιωσα την ανάγκη να κάνω μια μεγάλη στροφή στη δουλειά μου. Τα lockdowns μού έδωσαν χρόνο. Πολύ χρόνο, για να ξαναδώ τη δουλειά μου από μια απόσταση, να τη σκεφτώ. Οι ρυθμοί έπεσαν τόσο που είχα την ευκαιρία να πειραματιστώ. Στο ατελιέ δουλεύω μόνος μου, είναι το καταφύγιό μου, και αυτό φυσικά δεν άλλαξε. Οι συνθήκες όμως με βοήθησαν να είμαι πιο συγκεντρωμένος στο έργο μου, χωρίς περισπασμούς, και ήταν η αφορμή να γεννηθούν τα γλυπτά μου. Επέστρεψα στη γλυπτική, γεγονός που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα της έκθεσης. Οφείλω να ομολογήσω όμως πως ένιωσα και μεγάλη δυσφορία. Τα SMS, η απαγόρευση κυκλοφορίας, η ερήμωση της πόλης μού δημιούργησαν μια ασφυκτική πίεση που θεωρώ πως βρήκε διέξοδο στο χρώμα των έργων μου.
Η παλέτα μου άλλαξε σημαντικά με την πανδημία. Τα χρώματα αντέδρασαν. Εγιναν πιο έντονα, πιο φωτεινά, πιο αισιόδοξα. Ομως θεωρώ πως διατήρησαν και μια «υπόγεια» μελαγχολία, απόρροια των συνθηκών. Η κοινωνική αποστασιοποίηση με έκανε να δεθώ πολύ με τους «ήρωές» μου, να «συνομιλήσω» μαζί τους, να μπω στη θέση τους, να συναισθανθώ τις αγωνίες και τους φόβους τους. Δόθηκε αναγκαστικός χρόνος για περισυλλογή. Φαντάζομαι πως κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τους περισσότερους καλλιτέχνες. Από την άλλη πλευρά, όμως, η παρουσία της τέχνης στην καθημερινότητά μας όπως τη ζούσαμε, πάγωσε. Εκθέσεις, δρώμενα και art fairs ακυρώθηκαν. Βλέπαμε τέχνη μέσα από οθόνες, κάτι που αφαιρεί όλη τη «μαγεία», κατά τη γνώμη μου. Ωστόσο οι ευρύτερες συνέπειες της πανδημίας στην τέχνη ακόμα δεν έχουν γίνει πλήρως αντιληπτές».
Πόσο σημαντική είναι σήμερα η εικόνα και πώς αυτή διαμορφώνεται από τα social media;
«Η κατάχρηση της εικόνας σήμερα είναι πρωτόγνωρη. Ο,τι ζούμε, ό,τι απολαμβάνουμε αποτυπώνεται σε μια οθόνη smartphone και διαδίδεται ταχύτατα προς άγνωστες κατευθύνσεις.
Ο ιδιωτικός μας χώρος γίνεται δημόσιο θέαμα και αυτό συχνά – δυστυχώς – μας εξιτάρει. Διαβάζουμε τους εαυτούς μας μέσα από τα μάτια των άλλων, μέσα από την αποδοχή τρίτων. Βιώνουμε πλασματική αποδοχή και πλασματική απόρριψη, όμως αυτό, ιδιαίτερα για τις νεαρότερες γενιές, είναι καθοριστικό και ριψοκίνδυνο για την ψυχοσύνθεσή τους. Τα social media είναι ένα καταπληκτικό εργαλείο επαφής και επικοινωνίας. Ταυτόχρονα, όμως, παραποιούν την εικόνα μας, εντείνουν ψυχώσεις και εμμονές απέναντι στο σύνολο, επαναπροσδιορίζουν την αυτοεκτίμησή μας. Θα χρησιμοποιήσω μια πολύ εύστοχη παρατήρηση του εξαιρετικού Κωνσταντίνου Πίττα, που έγραψε το κείμενο για την έκθεσή μου: «(…) αν μια διάχυτη κοινωνία θεάματος έχει επιταχύνει το ξελόγιασμα των επιθυμιών, τι συνεπάγεται αυτό για την κατασκευή της υποκειμενικότητας, τη δομή της αναγνώρισης, αλλά και την ίδια μας την αυτογνωσία; Πώς μπορούμε να επανακτήσουμε τον έλεγχο πάνω στο σώμα και τη σημειωτική διάστασή του σε μια κοινωνία κορεσμένη από εικόνες, χιμαιρικά πρότυπα ομορφιάς και ναρκισσιστικά σύνδρομα;»».
ΙΝFO
«Echo and Narcissus»: Γκαλερί Allouche Benias (Κανάρη 1, Κολωνάκι), μέχρι τις 2 Οκτωβρίου.