Οταν πριν από λίγα χρόνια ο καθηγητής T. Gordon Ash ρώτησε την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ «τι θαυμάζει περισσότερο στη Γερμανία» η απάντησή της ήταν «το γεγονός ότι τα παραθυρόφυλλα, τα παντζούρια, κλείνουν τόσο καλά!». Πιο πεζή, καθόλου οραματική απάντηση από πολιτικό δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Και πράγματι η Ανγκελα Μέρκελ, που αποχωρεί οικειοθελώς από την πολιτική σκηνή Γερμανίας και Ευρώπης, ήταν στον αντίποδα αυτού που ονομάζεται οραματικός, ιδεολόγος πολιτικός. Ομως κυριάρχησε για δεκαέξι συναπτά χρόνια στην πολιτική σκηνή Γερμανίας και Ευρώπης. Κυριάρχησε γιατί είχε άλλα χαρίσματα. Χαρίσματα που επέτρεψαν να αφήσει ένα ισχυρό στίγμα (και) στην Ευρώπη με αποτέλεσμα με την αποχώρησή της να κλείνει πραγματικά ένας κύκλος, ένα ευρωπαϊκό κεφάλαιο. Ποια ήταν τα χαρίσματα αυτά;
Πρώτον, η διάθεσή της για την αναζήτηση πρακτικών, λειτουργικών, εφαρμόσιμων λύσεων στα προβλήματα (όπως στις θετικές επιστήμες που είχε σπουδάσει).
Δεύτερον, ενδελεχής γνώση ενός θέματος, ενός φακέλου. Η Ανγκελα Μέρκελ κυριαρχούσε στις διασκέψεις κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ευρωπαϊκά Συμβούλια), όχι απλά και μόνο επειδή εκπροσωπούσε την ισχυρότερη χώρα-μέλος της Ενωσης αλλά γιατί ήταν η ηγέτις που γνώριζε πάντοτε σε βάθος όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες ενός φακέλου. Και τρίτον και σημαντικότερον, η Ανγκελα Μέρκελ ήταν οπαδός των συναινέσεων (consensus builder), των συναινετικών λύσεων. Σε κρίσιμες στιγμές ήταν η Ανγκελα Μέρκελ που διέσωσε την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τη διέσωσε μέσω των συμβιβασμών που επιχειρούσε σε όλα τα μεγάλα ζητήματα, από την κρίση στην ευρωζώνη έως τη μεταναστευτική κρίση και άλλα. Και επεδίωκε τους συμβιβασμούς σε στενή συνεργασία με τη Γαλλία. Στα θέματα που η Μέρκελ αφήνει τη σφραγίδα της συμπεριλαμβάνονται τα ακόλουθα:
(α) Η κρίση χρέους ευρωζώνης – Ελλάδας
Στη μισή περίπου περίοδο από τη δεκαεξαετή θητεία της (2010-2019) η Ανγκελα Μέρκελ ασχολήθηκε με την κρίση της ευρωζώνης και την κρίση χρέους στην Ελλάδα. Οπως ομολόγησε η ίδια, ήταν η πιο δύσκολη περίοδος. Και όπως παραδέχτηκε επίσης η ίδια μόλις πρόσφατα, συμπεριφέρθηκε με ιδιαίτερη αυστηρότητα στην Ελλάδα επιβάλλοντας αυστηρή λιτότητα. «Ζήτησα τόσα πολλά από τους Ελληνες» είπε. Πολύ περισσότερα βέβαια είχε ζητήσει ο υπουργός Οικονομικών της, ο αυστηρός Β. Σόιμπλε, ο οποίος έφθασε στο σημείο να προτείνει και να πιέζει για την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ (Grexit). Και εάν η καταστροφή αυτή αποφεύχθηκε το 2012 χάρη στο δίδυμο Λ. Παπαδήμου / Ευ. Βενιζέλου στην Αθήνα, ήταν τελικώς η Μέρκελ που και το 2012 και τον Ιούλιο 2015 με τις ανευθυνότητες Τσίπρα – Βαρουφάκη κράτησε την Ελλάδα στην ευρωζώνη, στο ευρώ με τη βοήθεια και του Φρ. Ολάντ και Ζ. Κ. Γιούνκερ, τότε προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Εάν η Μέρκελ συναινούσε στα σχέδια Σόιμπλε, τώρα η Ελλάδα θα ήταν εκτός ευρώ και Ευρωπαϊκής Ενωσης συνολικά ίσως. Και αυτό τουλάχιστον θα πρέπει να της το αναγνωρίσουμε, παρά τα οποιαδήποτε άλλα λάθη της και τη σκληρότητα απέναντι στη χώρα μας. (Εχει ενδιαφέρον ότι η Μέρκελ κατάφερε να διαμορφώσει μια δημιουργική σχέση συνεργασίας με όλους τους έλληνες πρωθυπουργούς – εξι εκλεγμένους πρωθυπουργούς, περιλαμβανομένου και του Αλ. Τσίπρα, παρά τα όσα της είχε σούρει ο τελευταίος στο παρελθόν!)
Παρά τη γενική συντηρητική της προσέγγιση, η Ανγκελα Μέρκελ βοήθησε ωστόσο αποφασιστικά και στη διάσωση του ευρώ από την απειλούμενη κατάρρευση. Στήριξε τον Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στην προσέγγιση του «whatever it takes», στο «οτιδήποτε απαιτείται» του 2012 για την προστασία του ευρώ. Και στήριξε ορισμένες από τις καινοτομίες για την ενίσχυση της ευρωζώνης, όπως τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), της ημιτελούς τραπεζικής ένωσης, κ.ά. Και πολύ πιο πρόσφατα προχώρησε στο θαρραλέο βήμα της συγκατάθεσης στην πρόταση Γαλλίας και άλλων μεσογειακών χωρών και έτσι έγινε δυνατή η σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης (Recovery Fund) για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας με εκχώρηση του δικαιώματος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσφεύγει στις αγορές για δανεισμό σημαντικού ύψους (800 δισ. περίπου). Ως ιδιαίτερα σημαντική θα πρέπει να θεωρηθεί η υπεράσπιση από πλευράς Μέρκελ της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ (από τις επιθέσεις της Bundesbank) και της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου από τις «επιθέσεις» του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης.
(β) Μεταναστευτική κρίση 2015
Στην όξυνση της μεταναστευτικής κρίσης του 2015 η Ανγκελα Μέρκελ διέσωσε την τιμή της Ευρώπης. Ανοιξε τα γερμανικά σύνορα και δέχτηκε 1,5 εκατ. περίπου μετανάστες και πρόσφυγες διακηρύσσοντας «θα τα καταφέρουμε». Πολιτικά πλήρωσε την απόφαση αυτή με (πρόσκαιρη) υποχώρηση της δημοτικότητάς της. Αλλά γενικότερα στήριξε την προσπάθεια για τη διαμόρφωση κοινής μεταναστευτικής πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση του προβλήματος προσφύγων – μετανάστευσης που επανέρχεται μετά τις δραματικές εξελίξεις στο Αφγανιστάν.
(γ) Οι σχέσεις με την Τουρκία
Η ανεκτική σχέση και ο διάλογος που είχε η Γερμανία της Μέρκελ με την Τουρκία και τον πρόεδρο Ερντογάν ιδιαίτερα έχει ως γνωστόν ενοχλήσει σφόδρα την Ελλάδα, πολύ περισσότερο η κατασκευή των υποβρυχίων. Αντιτάχθηκε στην επιβολή αυστηρών κυρώσεων για την παραβίαση από την Τουρκία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, κράτους δικαίου και διεθνούς δικαίου. Και ενώ θα ήταν (και είναι) χρήσιμο να ακυρωθεί η παράδοση των υποβρυχίων, ο διάλογος μεταξύ Βερολίνου και Αγκυρας υπήρξε και θα συνεχίσει να είναι χρήσιμος και για την Ελλάδα. Οταν κάποτε γίνει γνωστή όλη η αλήθεια, θα φανεί ο ρόλος Βερολίνου / Μέρκελ στην αποτροπή μιας θερμής αναμέτρησης το κρίσιμο έτος 2020. Και γενικά η θέση Γερμανίας / Μέρκελ να φέρει την Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη μόνο ως θετική μπορεί να θεωρηθεί.
(δ) Η Συνθήκη της Λισαβόνας
Η Συνθήκη της Λισαβόνας υπήρξε κατά κάποιον τρόπο έργο της Μέρκελ. Κατασκευάστηκε στη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας το πρώτο εξάμηνο του 2007 από τα ερείπια του αποτυχόντος Ευρωπαϊκού Συντάγματος και τέθηκε σε ισχύ το 2009. Το θεωρεί η Μέρκελ ως ένα σημαντικό της επίτευγμα.
Βεβαίως η Ανγκελα Μέρκελ διέπραξε και σοβαρά λάθη. Αλλά λόγω επιτευγμάτων, στυλ και χαρακτήρα η απερχόμενη καγκελάριος έχει υψηλή αποδοχή στην Ευρώπη (εξαίρεση ίσως αποτελεί η Ελλάδα). Σε δημοσκόπηση σε 12 κράτη-μέλη της ΕΕ του ECFR (European Council of Foreign Relations) ένα 41% θα ήθελε η Μέρκελ να συνεχίσει ως πρόεδρος της Ευρώπης έναντι ενός 14% του γάλλου προέδρου Εμ. Μακρόν. Ακόμη και στην ίδια τη Γαλλία ένα 32% προτιμά Μέρκελ ενώ μόνο ένα 20% Μακρόν. Και ο πιθανολογούμενος ως διάδοχός της, υποψήφιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Ολ. Σολτς προβάλλει ως ο αυθεντικός συνεχιστής της Μέρκελ, έστω κι αν στο εσωτερικό της χώρας θα προωθήσει δέσμη εναλλακτικών σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών.
Ο καθηγητής Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής-σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του FEPS και του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης».