Ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο για μια συνάντηση του ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, Ελπιδοφόρο στη Νέα Υόρκη.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σήμερα το πρωί, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, χαρακτήρισε «λήξαν» για την ελληνική πλευρά το θέμα που προέκυψε από την παρουσία του Ελπιδοφόρου στα εγκαίνια του «Σπιτιού της Τουρκίας» στο Μανχάταν, στο πλευρό του κατοχικού ηγέτη Ερσίν Τατάρ και του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παράλληλα, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να γίνει τελικά η συνάντηση Μητσοτάκη – Ελπιδοφόρου, μετά και τη «συγγνώμη» του δεύτερου.
«Υπήρξε ένα θέμα με τους χειρισμούς που έκανε εκεί. Ότι ήταν να ειπωθεί, ειπώθηκε. Ήταν καθαρά τα μηνύματα. Ο ίδιος έκανε μια διευκρινιστική δήλωση και όλοι πήραν τις απαντήσεις που έπρεπε. Το να είσαι με τον αρχηγό ενός κράτους που δεν αναγνωρίζεται, θα μπορούσε να αποφευχθεί» είπε ο Γιάννης Οικονόμου και πρόσθεσε:
«Το θέμα είναι λήξαν μετά και τις δηλώσεις. Η ελληνική κυβέρνηση και ο Αρχιεπίσκοπος δεν μπορούν παρά να είναι στην ίδια πλευρά σε όλα, παρά τα όσα ατυχή πράγματα γίνονται κατά καιρούς. Νομίζω θα υπάρξει συνάντηση. Επειδή το πρόγραμμα του πρωθυπουργού άλλαξε, δεν ξέρω αν θα πάει στο Σημείο Μηδέν, αλλά νομίζω θα υπάρξει συνάντηση».
Mea culpa από Ελπιδοφόρο
Νωρίτερα εξηγήσεις για την παρουσία τους στα εγκαίνια του «Σπιτιού της Τουρκίας», έδωσε με ανακοίνωσή του ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος. Στην ίδια εκδήλωση, δίπλα στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν παρών και ο κατοχικός ηγέτης της Κύπρου, Ερσίν Τατάρ.
«Λυπάμαι ειλικρινά για την οδύνη που άθελά μου προκάλεσα σε Κύπριους και Ελληνοαμερικανούς αδελφούς μου, ιδιαίτερα στο αγαπημένο μου ποίμνιο» ανέφερε ο κ. Ελπιδοφόρος και τόνισε ότι ως Κωνσταντινοπολίτης γνωρίζει τι σημαίνει ξεριζωμός και προσφυγιά.
Στην ανακοίνωση του κ. Ελπιδοφόρου αναφέρεται:
«Ως έλληνας της Κωνσταντινούπολης έχω βιώσει εγώ και η οικογένειά μου τις φοβερές συνέπειες του ξεριζωμού από τις πατρογονικές μας εστίες, όπως πλήθος συμπατριωτών μου, αλλά και των Ιμβρίων και των Τενεδίων, λόγω μιάς ακόμα έξαρσης του κυπριακού ζητήματος τη δεκαετία του 70. Έχω μεγαλώσει με αυτό τον πόνο, γι᾽ αυτό και καταλαβαίνω τον πόνο των κυπρίων αδελφών μας, όπως και τα αισθήματά τους και τις αντιδράσεις τους. Θεωρώ ότι είναι εκφράσεις πόνου ανθρώπων που έχασαν τα πάντα: περιουσίες, πατρίδες, όνειρα, οικογένεια, συγγενείς.
Θέλω, λοιπόν, να δηλώσω σε όλους ότι η παρουσία μου στην εκδήλωση της Δευτέρας, δεν θα μπορούσε ποτέ να αποτελεί αναγνώριση μιας συμφοράς, μιας προσφυγιάς, μιας κατοχής. Η παρουσία μου είχε πάντα τον ίδιο σταθερό προσανατολισμό: τον έντιμο και θαρραλέο διάλογο, για ένα μέλλον με ειρήνη και προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας. Είμαστε όλοι ενωμένοι στην υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, ο καθένας με τον τρόπο του και με το ρόλο του. Αλλά ενωμένοι, προσηλωμένοι στον ίδιο στόχο.
Λυπάμαι ειλικρινά για την οδύνη που άθελά μου προκάλεσα σε Κύπριους και Ελληνοαμερικανούς αδελφούς μου, ιδιαίτερα στο αγαπημένο μου ποίμνιο. Προσεύχομαι να βρεθεί μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στη μαρτυρική Κύπρο, όπως την προσδοκά ο Κυπριακός λαός, με βάση το διεθνές δίκαιο και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΟΗΕ, και εργάζομαι για αυτό το σκοπό.
Η Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αμερικής βρίσκεται έναν αιώνα δίπλα στον απανταχού Ελληνισμό, υπερασπιζόμενη τις προσδοκίες του. Η ενότητά μας είναι η διακονία και το χρέος μου».