Η πτώση της χρήσης λιγνίτη στην παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας ανήλθε σε 70% (!) από το 1990 για αναπόφευκτους συστημικούς λόγους, με κυριότερο τη φορολόγηση των ρύπων. Η δημιουργία ενός νέου ζωτικού χώρου στις εξαρτημένες περιοχές είναι η μόνη διέξοδος από την προκληθείσα ύφεση.
Οι προϋποθέσεις επιτυχίας του πολύπλοκου αυτού εγχειρήματος συντρέχουν ήδη. Υπάρχει ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο, με δύο διακριτές πτυχές: ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, για να διανύσουμε τα πρώτα δύσκολα μέτρα, και ένα σχέδιο βιώσιμης αναπτυξιακής μετάβασης, για να τερματίσουμε τη διαδρομή. Το πρώτο υλοποιείται ήδη. Με πόρους από το τρέχον ΕΣΠΑ, τις δημόσιες επενδύσεις και το Πράσινο Ταμείο κατασκευάζονται κρίσιμες υποδομές τηλεθέρμανσης, οδικών διασυνδέσεων, φυσικού αερίου, κυκλικής και ψηφιακής οικονομίας, ενώ αναμένονται «πακέτα» στήριξης των επιχειρήσεων και τόνωσης της απασχόλησης.
Το δεύτερο είναι ένα σχέδιο οικονομικής διαφοροποίησης των περιοχών που αξιοποιεί τα πλεονεκτήματά τους – γη, υποδομές δικτύων, ανθρώπινο δυναμικό, γεωγραφική θέση – και θα υλοποιηθεί κυρίως μέσω του επόμενου ΕΣΠΑ. Η γη θα αποκατασταθεί περιβαλλοντικά, θα αλλάξει χρήση αναπτυξιακά και θα οργανωθεί, ώστε να υποδεχθεί επενδύσεις σε τομείς όπως η «καθαρή» ενέργεια, η βιομηχανία, η βιοτεχνία και το εμπόριο, η επιχειρηματική γεωργία, ο βιώσιμος τουρισμός, η τεχνολογία και η εκπαίδευση.
Ενα τέτοιο σχέδιο από τη φύση του απαιτεί ειδικές πολιτικές σε κάθε πτυχή του, από τον χωρικό σχεδιασμό έως την προσέλκυση των επενδύσεων και το σύστημα διακυβέρνησης. Ηδη προσδιορίστηκαν οι γενικές χρήσεις γης στα πεδία εξόρυξης λιγνίτη και ολοκληρώθηκε η αναγκαία τεχνική προετοιμασία για την εκπόνηση Πολεοδομικών Σχεδίων τα οποία θα τις ορίζουν επακριβώς, όπως και τους όρους δόμησης.
Οι αναγκαίοι πόροι εξασφαλίστηκαν επίσης. Το νέο Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης έχει «κλειδωμένο» προϋπολογισμό 1,6 δισ. ευρώ και πρόκειται να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μαζί με τα άλλα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ. Επιπλέον 300 εκατ. ευρώ έχουν «κλειδώσει» από το Ταμείο Ανάκαμψης για την αποκατάσταση των εδαφών, ενώ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων συμφώνησε σε μια αρχική δανειακή διευκόλυνση – με ευνοϊκούς όρους – ύψους 325 εκατ. ευρώ, για την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων στρατηγικού χαρακτήρα. Παράλληλα, η Επιτροπή ενέκρινε τη χορήγηση, από την 1η Ιανουαρίου 2022, πολύ γενναίων κινήτρων στις περιοχές, διπλάσιων σχεδόν σε σχέση με τα ισχύοντα για οποιαδήποτε επένδυση περιφερειακής ανάπτυξης, ανεξαρτήτως πηγής χρηματοδότησης.
Τα κίνητρα θα εφαρμοσθούν στο πλαίσιο του νέου αναπτυξιακού νόμου και θα αποτελέσουν μαγνήτη για την προσέλκυση επενδύσεων οι οποίες θα κινητοποιήσουν πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια. Εχει ήδη εκδηλωθεί ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον και έχουν κατατεθεί στην αρμόδια Τεχνική Επιτροπή δεκάδες αναπτυξιακά και επενδυτικά σχέδια στους τομείς αποθήκευσης ενέργειας, παραγωγής κυψελών υδρογόνου, λογισμικού, μεταλλουργίας, κυκλικής οικονομίας καθώς και σε κλάδους που δεν συνδέονται άμεσα με τον ενεργειακό χαρακτήρα των περιοχών, όπως ο αγρο-διατροφικός και ειδικότερα οι μονάδες ευφυούς γεωργίας και κτηνοτροφίας. Οι ωριμότερες από τις προτάσεις αυτές υπερβαίνουν σε ύψος επένδυσης τα 3,5 δισ. ευρώ, ποσό ενδεικτικό του μεγέθους του «οικοσυστήματος» επενδύσεων που αναμένουμε να αναπτυχθεί.
Τέλος, ολοκληρώθηκε το νομοσχέδιο για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση, το οποίο συγκροτεί ένα ισχυρό σύστημα διακυβέρνησης με το επίκεντρο της πολιτικής ευθύνης να μετατίθεται στο υπουργείο Επενδύσεων και Ανάπτυξης, αλλά με την ευθύνη της υλοποίησης να παραμένει σε κάθε εμπλεκόμενο φορέα της κεντρικής διοίκησης και της αυτοδιοίκησης. Καμία Συντονιστική Επιτροπή ή Υπηρεσία δεν μπορεί να τους υποκαταστήσει. Το νομοσχέδιο εξασφαλίζει όμως τις προϋποθέσεις ώστε όλοι να μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους, προκειμένου η εφαρμογή του σχεδίου να είναι ταχύτερη, οικονομικά αποδοτική και κοινωνικά δίκαιη.
Η μόνη αυθεντική απάντηση στις προσδοκίες των τοπικών κοινωνιών για ένα καλύτερο μέλλον είναι η σθεναρή πολιτική βούληση της κυβέρνησης – μήτρα όλων των παραπάνω ενεργειών, τις οποίες η χώρα θα αναγκαζόταν να αναλάβει στο μέλλον, αλλά υπό πολύ χειρότερες συνθήκες, όχι μόνο σε σχέση με το παρόν, αλλά κυρίως σε σχέση με το «σημείο μηδέν» στο οποίο βρισκόταν το 2019, όσον αφορά την προετοιμασία της μετάβασής της στην κλιματική ουδετερότητα. Γιατί πιο αργά δεν σημαίνει πιο ήπια.
Σήμερα λοιπόν που η Ευρωπαϊκή Ενωση υψώνει ακόμη περισσότερο τον πήχη των κλιματικών στόχων, η Ελλάδα βρίσκεται ήδη ένα βήμα μπροστά καταλαμβάνοντας επάξια την πιο σωστή θέση απέναντι στο μέλλον.
Ο κ. Κωστής Μουσουρούλης είναι πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης.