Η πανδημία, πέραν της υγειονομικής κρίσης που προκάλεσε, διατάραξε και την εφοδιαστική αλυσίδα διεθνώς. Τα λιμάνια υπολειτούργησαν για μεγάλο διάστημα, οι εργαζόμενοι σε αυτά χρειάστηκε να διακόψουν τη δουλειά τους, συμβόλαια δεν τηρήθηκαν, παραγγελίες δεν εκτελέστηκαν και κατά συνέπεια οι διεθνείς μεταφορές στην καλύτερη περίπτωση απορρυθμίστηκαν, για να μην πούμε ότι κλονίστηκαν.
Ταυτόχρονα η όλη διαταραχή είχε συνέπειες στην παραγωγή, καθώς οι επιχειρήσεις στην πρώτη φάση του πανδημικού σοκ, στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τις συνέπειες της μειωμένης ζήτησης, μείωσαν την παραγωγή τους, με αποτέλεσμα βραχυχρόνια να υπάρξουν προβλήματα και στο σκέλος της προσφοράς.
Προϊόντος του χρόνου και της επιτάχυνσης των εμβολιασμών υπήρξε προσπάθεια ομαλοποίησης της παραγωγής και του διεθνούς εμπορίου, αλλά η συσσώρευση ανεκτέλεστων παραγγελιών επαύξησε τη ζήτηση μεταφορικού έργου, τα ναύλα και γενικά το κόστος των μεταφορών εκτινάχθηκαν στα ύψη και έτσι άρχισε να εξελίσσεται πίεση στις τιμές των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών.
Συνδυαζόμενη η πίεση αυτή με τα πολλά κλιματικά γεγονότα, που κατεγράφησαν τα προηγούμενα χρόνια σχεδόν σε όλες τις ζώνες του πλανήτη και επέδρασαν αρνητικά ιδιαιτέρως στην παραγωγή τροφίμων, επέτεινε τις πληθωριστικές πιέσεις διεθνώς.
Επιπλέον, οι συνθήκες αποπληθωρισμού που επικράτησαν επί σχεδόν μία δεκαετία στην παγκόσμια οικονομία μετά τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, πιέζοντας για μεγάλο διάστημα τόσο τις τιμές όσο και τις αμοιβές, είχαν στρώσει στην κυριολεξία το χαλί για το φαινόμενο της σπειροειδούς εξέλιξης τιμών – αμοιβών.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι διαπρεπείς οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ως μείζον πρόβλημα τα τελευταία χρόνια τη διεύρυνση των ανισοτήτων, η οποία είναι αποτέλεσμα της μακράς και γενικευμένης υποτίμησης αγαθών, υπηρεσιών και της εργασίας βεβαίως, ιδιαιτέρως της ανειδίκευτης, σε αντίθεση με το επενδεδυμένο κεφάλαιο, ειδικά στις νέες τεχνολογίες, το οποίο απολαμβάνει μέρες μοναδικής στα ιστορικά χρονικά κερδοφορίας, μεγάλης και εν πολλοίς υπερφίαλης δόξας, όπως μαρτυρούν και τα εξελισσόμενα σχέδια των μεγιστάνων τη Γης για διαπλανητικά τουριστικά ταξίδια.
Το ζήτημα είναι ότι οι εκδηλούμενες διεθνώς πληθωριστικές πιέσεις βρίσκουν την ελληνική οικονομία σε φάση ανάκαμψης από τη μακρόχρονη κρίση. Οποιαδήποτε πληθωριστική διαταραχή θα μπορούσε να εμποδίσει ή καλύτερα να περιορίσει το κύμα αναγέννησης και ανασυγκρότησης της χώρας.
Η κυβέρνηση αναγνωρίζει το πρόβλημα και ήδη προβαίνει σε κάποιες παρεμβάσεις, ιδιαιτέρως στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, προκειμένου να ελέγξει την αλυσίδα μεταφοράς των πληθωριστικών προσδοκιών στην οικονομία. Και δευτερευόντως ελπίζει ότι το φαινόμενο θα είναι παροδικό, δεν θα έχει διάρκεια και ομαλοποιούμενες οι πανδημικές συνθήκες θα επιτρέψουν τον έλεγχο του εκδηλούμενου κύματος ανατιμήσεων.
Ωστόσο επειδή στην Ελλάδα ζούμε και οι εμπειρίες μας από το παρελθόν δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία, θα χρειαστούν κατά πάσα βεβαιότητα περισσότερες παρεμβάσεις, ιδιαιτέρως στη ζώνη του ανταγωνισμού, καθώς δεν μπορούμε, εξαιτίας της επικράτησης συγκεκριμένων αρχών οικονομικής ελευθερίας, να επανέλθουμε σε έναν κύκλο προστατευτισμού και ελέγχου των τιμών. Οπως και δεν επιτρέπεται να τελούν σε καθεστώς μακροχρόνιου και ασφυκτικού ελέγχου οι αμοιβές. Το καθεστώς δηλαδή σχεδόν απαγόρευσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να διατηρηθεί επί μακρόν, γιατί απλούστατα μεσοπρόθεσμα θα οδηγήσει σε κοινωνικές εντάσεις και συγκρούσεις, οι οποίες εξελισσόμενες και εντεινόμενες θα ανακόψουν κατά πάσα βεβαιότητα την όποια πορεία αναγέννησης και ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας.
Πράγμα που σημαίνει ότι κυβέρνηση και παραγωγικοί φορείς επιβάλλεται εκ των συνθηκών να αναζητήσουν τη χρυσή τομή ή αλλιώς την ασφαλή οδό της συνεννόησης και της συναντίληψης ώστε και οι τιμές των αγαθών να μην ξεφύγουν και η αμοιβή της εργασίας να βρει σταδιακά την αξία που της αρμόζει.
ΤΟ ΒΗΜΑ