Η ξαφνική ακύρωση του συμβολαίου των 56 δισ. ευρώ από την κυβέρνηση της Αυστραλίας για την αγορά 12 γαλλικών υποβρυχίων προκειμένου να συμμετάσχει η χώρα στην στρατηγική αμυντική συμμαχία με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία (AUKUS) πυροδότησε την οργή της Γαλλίας αλλά και της Κίνας, που θεωρεί ότι την AUKUS ως επιθετική κίνηση της Δύσης εναντίον της. Λίγες ώρες αργότερα η Κίνα υπέβαλε αίτηση συμμετοχής της στην εμπορική (αλλά με μεγάλες γεωπολιτικές προεκτάσεις) συμφωνία του Ειρηνικού CPTPP, που επί Τραμπ είχαν «σνομπάρει» και υπονομεύσει οι ΗΠΑ, αλλά στην οποία μετέχει η… Αυστραλία.
Οι οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις είναι ραγδαίες και δηλωτικές του νέου Ψυχρού Πολέμου που κλιμακώνεται μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, των υπερδυνάμεων που θα ηγηθούν ενός νέου διπολικού συστήματος επιρροών στον πλανήτη – μιας και η Pax Americana που αναδείχθηκε μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ αποδείχθηκε βραχύβια. Τη φορά αυτή όμως οι διαφορές των δύο πόλων δεν είναι ιδεολογικοπολιτικές, όπως ήταν εκείνες που χώρισαν στα δύο τον κόσμο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εν προκειμένω πρόκειται για έναν αγώνα ισχύος και επιρροής οικονομικής, εμπορικής και βέβαια γεωπολιτικής, για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών του 21ου αιώνα, όπως τις επανακαθορίζει η κλιματική αλλαγή.
Στη νέα αυτή παγκόσμια διελκυστίνδα ισχύος και επιρροής η κατεύθυνση προς την οποία στρέφει τις δυνάμεις της η κάθε χώρα δεν είναι και τόσο αποσαφηνισμένη. Οι συμμαχίες μοιάζουν ad hoc και ρευστές, οι πρωταγωνιστές σε σύγχυση. Παράδειγμα η Αυστραλία, που προς το παρόν συμμετέχει τόσο στην AUKUS όσο και στην CPTPP. Ή και η Βρετανία, που θέλει κι αυτή να συμμετάσχει στην CPTPP!
Κάποιοι «παίκτες», ωστόσο, μοιάζουν να έχουν ήδη αφήσει από τα χέρια τους το σκοινί και να έχουν πέσει με την πλάτη στο έδαφος. Είναι η «πυρηνική Γαλλία» (και ο στοχοποιημένος για «αυτοκρατορικές» τάσεις ή τέλος πάντων για μια «υπερβολική μεγαλοσύνη» πρόεδρός της) που προσπαθεί να χωνέψει τη μεγαλύτερη μεταπολεμική εθνική ήττα που υπέστη. Είναι όμως και η Ενωμένη Ευρώπη, που από ύπτια θέση παρακολουθεί εμβρόντητη τις εξελίξεις.
Η γαλλική οικονομική εφημερίδα «Les Echos» επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε πέντε βασικά ερωτήματα «με βάση τα μέχρι στιγμής δεχομένα για τις συνέπειες της παταγώδους αυτής ανατροπής». Το δημοσίευμα αποτυπώνει τη βαθιά απογοήτευση που εναλλάσσεται με οργή – θα μπορούσε να μιλήσει κανείς και για πένθος – της γαλλικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ καθώς και της κοινής γνώμης για την αθέτηση από την κυβέρνηση της Καμπέρα της συμφωνίας για την αγορά των γαλλικών υποβρυχίων.
Οι γενικότερες γεωστρατηγικές εξελίξεις όμως, που βρίσκονται εν τη γενέσει τους, πιθανότατα θα επηρεάσουν ψυχολογικά και θα κλονίσουν την εθνική αυτοπεποίθηση τόσο των Γάλλων όσο και των υπολοίπων Ευρωπαίων, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα με τον πιο εμφατικό τρόπο τις καταστατικές ανεπάρκειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις συναισθηματικές διαστάσεις των μελών της.
1. Τι συνέβη;
Το συμβόλαιο που είχε υπογράψει η Αυστραλία με τη Γαλλία προέβλεπε την παράδοση από τον όμιλο Naval δώδεκα συμβατικών υποβρυχίων, ντιζελοκίνητων και ηλεκτροκίνητων. Αλλά ο αυστραλός πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον αποφάσισε ξαφνικά να αλλάξει πολιτική: η Αυστραλία τάσσεται πλέον υπέρ των πυρηνικών υποβρυχίων.
Το γαλλικό συμβόλαιο λοιπόν καταγγέλθηκε και υπογράφτηκε μια νέα συνεργασία με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Η Καμπέρα θα παραλάβει τουλάχιστον οκτώ υποβρύχια με πυρηνικό κινητήρα τελευταίας τεχνολογίας. Σύμφωνα με τους παρατηρητές η συμφωνία αυτή μπορεί να είναι η πρώτη μιας μακράς σειράς, που θα συνδέουν την Καμπέρα με την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο «για γενεές», όπως αποκάλυψε ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος. Παρεμπιπτόντως, ο Σκοτ Μόρισον παραβίασε ένα παλαιό πολιτικό ταμπού της χώρας του: αυτή της μη χρήσης πυρηνικής ενέργειας.
2. Πώς αντέδρασε η Γαλλία;
Στη Γαλλία η ανακοίνωση προκάλεσε ζωηρές αντιδράσεις στους κόλπους της κυβέρνησης. «Η Γαλλία επλήγη πισώπλατα από την Αυστραλία», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λεντριάν την Πέμπτη, προσθέτοντας ότι η Καμπέρα «πρόδωσε» τη σχέση εμπιστοσύνης με το Παρίσι. Η υπουργός Άμυνας Φλοράνς Παρλί, από τη μεριά της, εξέφρασε την «τεράστια απογοήτευσή» της και κατήγγειλε «την αθέτηση του λόγου που δόθηκε».
Η οργή των δύο υπουργών μεγιστοποιείται από το γεγονός ότι αμφότεροι, στα τέλη Αυγούστου, συμμετείχαν σε τηλεδιάσκεψη με τους ομολόγους τους της Αυστραλίας κατά την οποία χαιρέτισαν «τη συνεργασία πολύ υψηλού βαθμού» μεταξύ των δύο χωρών. Συγκρατώντας με προσπάθεια την ψυχραιμία του, ο Ζαν-Ιβ Λεντριάν αναφέρθηκε επίσης την Πέμπτη στην «αρκετά απαράδεκτη» συμπεριφορά της αμερικανικής διακυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν, παραλληλίζοντάς την με εκείνη του προκατόχου του, Ντόναλντ Τραμπ.
3. Ποιος ο αντίκτυπος για τον όμιλο Naval;
Πρωταρχικά επηρεαζόμενος από την ανατροπή αυτή είναι η Naval Group. Η πρώην DCNS επιλέχθηκε το 2016 για να κατασκευάσει στην Αυστραλία τα 12 υποβρύχια. Το αυστραλέζικο συμβόλαιο χαρακτηρίστηκε ως «συμφωνία του αιώνα». Η σημαντικότερη ιστορικά από άποψη αμυντικού εξοπλισμού τόσο της γαλλικής βιομηχανίας όσο και της αυστραλέζικης. Σε ανακοίνωσή του ο όμιλος εκφράζει τη «μεγάλη απογοήτευσή» του και εξηγεί ότι θα μελετήσει τις συνέπειες με την Αυστραλία «τις αμέσως προσεχείς ημέρες».
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η Naval Group θα μπορέσει να σηκωθεί και να βρει το βηματισμό της. Ο όμιλος χρωστά ακόμα την κατασκευή πέντε υποβρυχίων Barracuda έως το 2030, θα προετοιμάσει τη σύλληψη και τον σχεδιασμό στο μέλλον τεσσάρων υποβρυχίων εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων (SNLE3G) και των μελλοντικών γαλλικών πυρηνικών αεροπλανοφόρων. Κατασκευάζει επίσης την περίοδο αυτή έξι συμβατικά υποβρύχια για την Ινδία, τέσσερα για τη Βραζιλία και ελπίζει να υπογράψει νέα συμβόλαια στην Ολλανδία και στην Ινδία. Η Thalès, μεγαλομέτοχος με μερίδιο 35% στον όμιλο Naval, επιβεβαίωσε από την πλευρά του ότι θα πετύχει το σύνολο των οικονομικών στόχων της το 2021, παρά την ακύρωση του συμβολαίου με την Αυστραλία.
4. Τι πρόκειται να πράξει η γαλλική κυβέρνηση;
Ο Ζαν-Ιβ Λεντριάν είπε ότι η Γαλλία θα απαιτήσει «διευκρινίσεις» από την Αυστραλία μετά την αθέτηση της σύμβασης. «Δεν έχει λήξει η υπόθεση… Εχουμε υπογράψει συμφωνίες και θα πρέπει να μας πουν οι Αυστραλοί πώς θα βγουν από τις συμφωνίες αυτές», σημείωσε ο υπουργός.
Σε ό,τι αφορά την αμυντική βιομηχανία, η Φλοράνς Παρλί δήλωσε ότι η Γαλλία «θα εξετάσει όλες τις πιθανές οδούς» ώστε να διασφαλίσει ότι δεν θα υποστεί οικονομική ζημιά. Σύμφωνα με τον αυστραλέζικο τύπο, η αθέτηση της συμφωνίας μπορεί να κοστίσει στην Καμπέρα πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις.
5. Ποιες θα είναι οι γεωπολιτικές επιπτώσεις;
Η Γαλλία δεν είναι η μοναδική χώρα που εξέφρασε έντονα τη δυσαρέσκειά της. Η Κίνα αντέδρασε έντονα δια στόματος του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών Τσάο Λιζιάν. «Η συνεργασία αυτή (μεταξύ Αυστραλίας, ΗΠΑ και Λονδίνου) σε ό,τι αφορά τα πυρηνικά υποβρύχια, υποσκάπτει βαθιά την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα, εντείνει την κούρσα των εξοπλισμών και υπονομεύει τις διεθνείς προσπάθειες για τη μη-διάδοση των πυρηνικών», δήλωσε.
Η Κίνα είναι ο βασικός στόχος. Η ευρύτερη περιοχή της Ινδίας και του Ειρηνικού έχει μετατραπεί σε ένα πεδίο έμμεσης σύγκρουσης μεταξύ του Πεκίνου, που επιδιώκει τη διεύρυνση της ζώνης επιρροής του, και της Ουάσιγκτον που επιδιώκει να περιορίσει την επιρροή αυτή. Ο τεράστιος αυτός γεωγραφικός χώρος που εκτείνεται από τις ανατολικές αφρικανικές ακτές μέχρι τις δυτικές αμερικανικές ακτές έχει υψηλή στρατηγική σημασία τόσο από στρατιωτική όσο και από οικονομική πλευρά. Θα μπορούσε να συνεισφέρει σε ποσοστό 60% στη διαμόρφωση του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2030, σημειώνει στην ιστοσελίδα του το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών.
Η Γαλλία, όπως και η υπόλοιπη Ευρώπη, επιδιώκει την υπεράσπιση των συμφερόντων της. Το 2018 κατά την ομιλία του στη ναυτική βάση του Γκάρντεν Άιλαντ στο Σίδνεϊ ο Εμμανουέλ Μακρόν είχε τοποθετήσει τη συμφωνία στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων του. Η αθέτηση της συμφωνίας από την Αυστραλία κλονίζει πλέον την στρατηγική του στην περιοχή.