Ολο μειώνονται οι ελπίδες ότι οι Ταλιμπάν θα δείξουν ένα πιο σύγχρονο πρόσωπο σε σχέση με πριν από 20 χρόνια, αν μη τι άλλο επειδή έχουν ανάγκη τη διεθνή κοινότητα για να επιβιώσουν οικονομικά και για ανθρωπιστική βοήθεια. Η σύνθεση της προσωρινής κυβέρνησης που ανακοίνωσαν αυτή την εβδομάδα, αφού κατέλαβαν και το τελευταίο προπύργιο της αντίστασης, την Κοιλάδα του Παντζίρ, δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδες: τα μέλη της κυβέρνησης είναι αποκλειστικά άνδρες Παστούν, πολλοί από τους οποίους υπήρξαν ιδρυτικά στελέχη των Ταλιμπάν ενώ μερικοί καταζητούνται για τρομοκρατία ή ήταν φυλακισμένοι στο Γκουαντάναμο.
«Κρύο ντους»
«Κρύο ντους» αποτέλεσε για τη Δύση, σύμφωνα με έκφραση του «Monde», η προσωρινή κυβέρνηση, όχι μόνο επειδή περιλαμβάνει επικηρυγμένους ισλαμιστές αλλά και επειδή δεν περιλαμβάνει κανέναν μη Ταλιμπάν – αν και συνομίλησαν με άλλες αφγανικές δυνάμεις, όπως με τον πρώην πρόεδρο Χαμίντ Καρζάι και τον πρώην υπουργό Αμπντάλα Αμπντάλα, οι συνομιλίες δεν μεταφράστηκαν σε συμμετοχή τους στην κυβέρνηση. Οι Ταλιμπάν επίσης κατάργησαν το υπουργείο Γυναικείων Ζητημάτων και επανέφεραν το ισχυρό υπουργείο Ηθών.
Ο επικηρυγμένος
Το πιο αμφιλεγόμενο μέλος της προσωρινής κυβέρνησης – για την οποία δεν έχει ανακοινωθεί μέχρι στιγμής κανένα χρονοδιάγραμμα για το πότε και πώς θα τη διαδεχθεί η μόνιμη κυβέρνηση – είναι ο υπουργός Εσωτερικών Σιρατζουντίν Χακάνι, στη λίστα του ΟΗΕ για την τρομοκρατία από το 2007 και επικηρυγμένος από το FBI με 10 εκατ. δολάρια. Το οικογενειακό Δίκτυο Χακάνι έχει σχέσεις με την Αλ Κάιντα και αποτελεί τον σύνδεσμό της με τους Ταλιμπάν. Ο Σιρατζουντίν έγραψε πέρυσι άρθρο γνώμης στους «New York Times», διαβεβαιώνοντας για τις καλές προθέσεις των Ταλιμπάν και πυροδοτώντας διαμάχη στις ΗΠΑ για το αν πρέπει να δίνεται βήμα σε τρομοκράτες.
Το γεγονός ότι ένα τόσο σημαντικό υπουργείο όσο το Εσωτερικών δόθηκε σε έναν Χακάνι δείχνει, σύμφωνα με όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν, ότι οι Ταλιμπάν επιθυμούν να τα έχουν καλά με το Δίκτυο Χακάνι, που ευθύνεται για αιματηρές επιθέσεις όπως το τρομοκρατικό χτύπημα με παγιδευμένο φορτηγό στην Καμπούλ που σκότωσε περισσότερους από 150 ανθρώπους το 2017.
Διαμάχη στους Ταλιμπάν
Αναλυτές εκτιμούν ότι υπάρχει διαμάχη ανάμεσα στη σκληροπυρηνική και στη μετριοπαθή πτέρυγα των Ταλιμπάν και ότι η προσωρινή κυβέρνηση εκφράζει τον συμβιβασμό και την ενότητά τους, τουλάχιστον προς το παρόν.
Προσωρινός πρωθυπουργός ορίστηκε ο μουλάς Μοχάμεντ Χασάν Ακχούντ, ο οποίος επίσης θεωρείται τρομοκράτης από τον ΟΗΕ και ήταν στενός συνεργάτης του πρώην ανώτατου ηγέτη των Ταλιμπάν μουλά Ομάρ. Αναπληρωτής πρωθυπουργός ορίστηκε ο μουλάς Αμπντούλ Γκάνι Μπαραντάρ, επικεφαλής της πολιτικής αντιπροσωπείας που διαπραγματεύθηκε με τους Αμερικανούς στην Ντόχα.
Αντίβαρο
Σύμφωνα με γάλλους αναλυτές, το γεγονός ότι ο Μπαραντάρ που προαλειφόταν για επικεφαλής ορίστηκε υπ’ αριθμόν 2 της προσωρινής κυβέρνησης δείχνει τους συσχετισμούς εντός των Ταλιμπάν. Λέγεται ότι ο αμερικανός ειδικός απεσταλμένος για το Αφγανιστάν Ζαλμάι Χαλίλζαντ πίεσε τον Μπαραντάρ, ο οποίος ανήκει στη μετριοπαθή πτέρυγα και είναι υπέρ των ανοιγμάτων σε άλλες πολιτικές δυνάμεις, να επιστρέψει εσπευσμένα από την Ντόχα στην Καμπούλ, μόλις αυτή έπεσε στους Ταλιμπάν, για να αποτελέσει αντίβαρο στους σκληροπυρηνικούς.
Ο μουλάς Γιακούμπ, γιος του μουλά Ομάρ που σκοτώθηκε το 2013, ανέλαβε το υπουργείο Αμυνας και ο Αμίρ Χαν Μουτάκι το Εξωτερικών – αμφότεροι εκπρόσωποι της σκληροπυρηνικής πτέρυγας των Ταλιμπάν.
Η παρέμβαση του ανώτατου ηγέτη
Τον τελευταίο λόγο για όλα τα πολιτικά, θρησκευτικά και στρατιωτικά ζητήματα συνεχίζει να τον έχει από το 2016 ο ανώτατος ηγέτης Χαϊμπατουλάχ Ακχουντζάντα. Ο υπερσυντηρητικός αυτός κληρικός, που υπήρξε από τους κορυφαίους δικαστές επί Ταλιμπάν, είχε χρόνια να εμφανιστεί δημοσίως ως την περασμένη Τρίτη που κάλεσε τη νέα κυβέρνηση του Αφγανιστάν «να κάνει σεβαστό τον νόμο της σαρία».
Απαραίτητος παίκτης το Κατάρ για τη συνέχιση των εκκενώσεων
Το Κατάρ ανήκει στα κράτη των οποίων η επιρροή αυξάνεται στην περιοχή. Ηδη οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ολλανδία έχουν μεταφέρει τις αφγανικές πρεσβείες τους στην Ντόχα – ενώ η Κίνα και η Ρωσία διατηρούν τις δικές τους στην Καμπούλ. Αύριο Δευτέρα μεταβαίνει στην Ντόχα ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν προκειμένου να διαπραγματευθεί τη συνέχιση της εκκένωσης πολιτών από το Αφγανιστάν. Για τον ίδιο σκοπό είχε μεταβεί στην Ντόχα την περασμένη εβδομάδα ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν και πιστεύεται ότι ύστερα από τις πιέσεις του αναχώρησε την Πέμπτη η πρώτη πτήση που μετέφερε 200 Αμερικανούς και άλλους κατόχους ξένων διαβατηρίων από την Καμπούλ στην Ντόχα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η ανάδειξη του Κατάρ ως μεσολαβητή για το Αφγανιστάν είναι αποτέλεσμα μιας προσεκτικά σχεδιασμένης στρατηγικής του κρατιδίου για την καλλιέργεια ισχυρών φίλων ως «διπλωματική εγγύηση» για την ασφάλειά του.
Η πτήση της Πέμπτης, με τσάρτερ της Qatar, η πρώτη ύστερα από το κλείσιμο του αεροδρομίου Χαμίντ Καρζάι στις 31 Αυγούστου, παρουσιάστηκε από τους Ταλιμπάν σαν «επαναλειτουργία του αεροδρομίου της Καμπούλ». Ωστόσο δεν έχει γίνει σαφές πότε θα ακολουθήσουν και άλλες. Οι Ταλιμπάν επίσης τονίζουν ότι δεν ήταν «εκκένωση» πολιτών αλλά «οικειοθελής αποχώρησή τους», όμως δεν είναι βέβαιο αν θα ακολουθήσουν και άλλοι, ιδίως αν δεν διαθέτουν ξένο διαβατήριο αλλά αφγανικό.
Με αφορμή τα γεγονότα στο Αφγανιστάν, το Παρίσι συνεχίζει να προωθεί τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας επέμβασης. Αν και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες προτιμούν την ομπρέλα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ αντί μιας ευρωπαϊκής δύναμης, ο γεωπολιτικός ρόλος των ΗΠΑ έχει δεχθεί πλήγμα στην Ευρώπη. «Οι ΗΠΑ αποτελούν αξιόπιστο σύμμαχο ή φίλο; Μπορούμε να υπολογίζουμε στις ΗΠΑ για τον ρόλο του “σερίφη”, ακόμα και απρόθυμου, στην ευρεία σφαίρα επιρροής τους; Η Γαλλία ήταν επί καιρό το μοναδικό μέλος της Δύσης που έθετε αυτό το ερώτημα – από τον Ντε Γκωλ ως τον Εμανουέλ Μακρόν. Δεν είναι πλέον» σχολίασε ο Αλέν Φρασόν σε ανάλυσή του στον «Monde».
Τηλεφωνική επικοινωνία Μπάιντεν – Σι Τζινπίνγκ
Τηλεφώνημα μιάμισης ώρας ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ πραγματοποιήθηκε προχθές Παρασκευή, την πρώτη φορά που συνομίλησαν οι δύο ηγέτες ύστερα από επτά μήνες και το δεύτερο μεταξύ τους τηλεφώνημα αφότου ανέλαβε ο αμερικανός πρόεδρος τον Ιανουάριο. Το γενικό νόημα της συζήτησής τους ήταν, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, η ευθύνη που έχουν αμφότεροι ώστε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο χώρες να μην εξελιχθεί σε σύγκρουση. Οι σινοαμερικανικές σχέσεις παραμένουν τεταμένες από την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ.
Το τηλεφώνημα πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του Μπάιντεν, τον οποίο πηγές από το περιβάλλον του περιγράφουν ως «εξοργισμένο» από την απροθυμία χαμηλότερων κινέζων αξιωματούχων να έχουν ουσιαστικές συνομιλίες με μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης. Στα ζητήματα που χωρίζουν τις δύο χώρες, όπως ο εμπορικός πόλεμος που διαρκεί από το 2018 και η Θάλασσα της Νότιας Κίνας όπου υπάρχουν διαφιλονικούμενα νησιά, προστίθεται τελευταίως το Αφγανιστάν. Αφότου έπεσε στα χέρια των Ταλιμπάν, έχει αυξηθεί και η επιρροή που ασκεί στην Καμπούλ το Πακιστάν, το οποίο ανήκει στη σφαίρα επιρροής του Πεκίνου.