Λίγες ημέρες μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις και πριν ανοίξουν τα ΑΕΙ της χώρας, «Το Βήμα» αναζητεί τις απόψεις των προσώπων που συνδέονται πολιτικά ή ακαδημαϊκά με τον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας και τους ρωτάει: Πρέπει να γίνουν νέες αλλαγές στο εξεταστικό σύστημα; Ποια τμήματα των ΑΕΙ αναμένεται να κλείσουν; Ερχεται η «επιστροφή» των ΤΕΙ; Τι απαντά στο Βήμα ο υφυπουργός Παιδείας και αρμόδιος για τα ΑΕΙ Αγγελος Συρίγος
«Ας αφήσουμε το νέο εξεταστικό σύστημα να «αναπνεύσει» και να εφαρμοστεί μια ακόμη χρονιά, στη διάρκεια της οποίας η εκπαιδευτική κοινότητα και οι υποψήφιοι θα το έχουν μελετήσει και θα έχει γίνει «κτήμα τους», και ας επιστρέψουμε στον προβληματισμό μας για τον νέο «χάρτη» των ΑΕΙ και την ανώτατη εκπαίδευση που πραγματικά θέλουμε σε μια παγκόσμια κοινωνία που διαρκώς εξελίσσεται» λέει στο «Βήμα» ο αρμόδιος για τη λειτουργία των πανεπιστημίων, υφυπουργός Παιδείας Αγγελος Συρίγος λίγες ημέρες ύστερα από μια εξεταστική διαδικασία που δίχασε και δημιούργησε προβληματισμούς.
«Σε μια χώρα που η αμφισβήτηση των θεσμών είναι συνεχής, είναι σημαντικό ότι έχει χτιστεί σε βάθος χρόνου ένα σύστημα υπεράνω υποψίας» αναφέρει ο κ. Συρίγος και εξηγεί πώς θα γίνει τους επόμενους μήνες η «επιστροφή των ΤΕΙ». Η συζήτηση μαζί του κατέγραψε τις παρακάτω σκέψεις:
Τι πήγε λάθος με το νέο εξεταστικό σύστημα και είδαμε υποψηφίους να μπαίνουν με συγκεκριμένο αριθμό μορίων σε σχολές και άλλους με μεγαλύτερο αριθμό να μην μπαίνουν ή παιδιά με 20.000 μόρια να μην πετυχαίνουν στη σχολή της επιλογής τους; Πιστεύετε ότι χρειάζονται διορθώσεις;
«Προφανώς αναφέρεστε στην Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, γνωστή και ως ΕΒΕ. Δεν πρόκειται περί νέου εξεταστικού συστήματος. Είναι απλά μια ασφαλιστική δικλίδα περιορισμού ακραίων καταστάσεων που οδήγησαν στην είσοδο μαθητών με βαθμούς ακόμη και κάτω από τη μονάδα. Η ΕΒΕ συνδέθηκε εφέτος κυρίως με την Αρχιτεκτονική Σχολή Ξάνθης. Είναι σαφές ότι επρόκειτο περί λάθους της ίδιας της σχολής. Θα δοθεί όμως εκ νέου η δυνατότητα σε όλες τις σχολές να επαναπροσδιορίσουν για του χρόνου την ΕΒΕ που θεωρούν πιο κατάλληλη. Σε αυτή τη φάση νομίζω ότι πρέπει να αφήσουμε το νέο εξεταστικό σύστημα να «αναπνεύσει» και να εφαρμοστεί μια ακόμη χρονιά, στη διάρκεια της οποίας η εκπαιδευτική κοινότητα και οι υποψήφιοι θα το έχουν μελετήσει και θα έχει γίνει «κτήμα τους». Και ας επιστρέψουμε στον προβληματισμό μας για τον νέο «χάρτη» των ΑΕΙ και την ανώτατη εκπαίδευση που πραγματικά θέλουμε σε μια παγκόσμια κοινωνία που διαρκώς εξελίσσεται».
Ωστόσο, για να επανέλθω και να πιάσουμε το νήμα από την αρχή, πότε κρίνετε ότι ένα εξεταστικό σύστημα είναι δίκαιο;
«Τεράστια συζήτηση. Ας επικεντρωθώ στο υπάρχον σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων. Το 1964 αποφασίστηκε για πρώτη φορά η κεντρική διεξαγωγή εξετάσεων από το κράτος προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα συχνά φαινόμενα διαφθοράς και αναξιοκρατίας από τις εξετάσεις που γίνονταν έως τότε εντός των ΑΕΙ. Το σύστημα των Πανελλαδικών με τη μορφή που το ξέρουμε υφίσταται από το 1980. Είναι ένα αυστηρό μεν αλλά απολύτως αδιάβλητο σύστημα εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση. Σε μια χώρα που η αμφισβήτηση των θεσμών είναι συνεχής, είναι σημαντικό νε έχει χτιστεί σε βάθος χρόνου ένα σύστημα υπεράνω υποψίας».
Σκέφτεστε όμως ότι λείπει κάτι; Μήπως πρέπει να περιμένουμε την «επιστροφή» των ΤΕΙ με νέα μορφή ώστε να αποτελέσουν το επόμενο «σκαλί» μετά τα ΙΕΚ και πριν από τα ΑΕΙ;
«Χρειαζόμαστε επειγόντως τεχνολογική εκπαίδευση ανώτατου επιπέδου στην Ελλάδα. Εγώ θα έλεγα ότι δεν είναι κάτι «πριν από τα ΑΕΙ». Είναι εκπαίδευση εφαρμοσμένων επιστημών που μπορεί να λάβει τη μορφή ξεχωριστού πανεπιστημιακού ιδρύματος είτε σχολής και τμήματος εντός υπάρχοντος ΑΕΙ. Στόχος είναι να δημιουργηθεί το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα».
Αλήθεια, γιατί δεν μπορεί να οικοδομηθεί ένα ρωμαλέο και αξιόπιστο σύστημα τεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα επί δεκαετίες; Είναι οι πελατειακές λογικές που στρέφουν πολιτικούς και κοινωνία διαρκώς μόνο στα ΑΕΙ στην αναζήτηση της «επιτυχίας»;
«Από γενέσεως του νέου ελληνικού κράτους η απόκτηση πανεπιστημιακού πτυχίου ισοδυναμούσε με άμεση κοινωνική άνοδο. Παρά τον μεγάλο αριθμό ΑΕΙ που έχουμε τα τελευταία χρόνια, η αντίληψη αυτή εξακολουθεί να υφίσταται. Η οικογένεια θέλει το παιδί της να είναι «φοιτητής», όχι «σπουδαστής» ή «καταρτιζόμενος». Παρότι η τεχνική εκπαίδευση δημιουργεί πολύ πιο σίγουρες προοπτικές εργασίας, έχει θεωρηθεί ότι δεν έχει το κύρος ενός πανεπιστημίου. Ομως σε μια κοινωνία με «ταμπέλες» ποιοι πολίτες είναι, τελικά, οι ευημερούντες και οι ευτυχισμένοι σε βάθος χρόνου; Σκεφτείτε ότι σε άλλες χώρες με εύρωστα συστήματα τεχνικής εκπαίδευσης, όπως για παράδειγμα η Γερμανία, τα επαγγέλματα εκτός ΑΕΙ χαίρουν επίσης κοινωνικής αποδοχής και κύρους, καθώς είναι τα κομμάτια μιας κοινωνίας που αλληλοσυμπληρώνεται χωρίς ακραίο εσωτερικό ανταγωνισμό. Δεν είμαι φυσικά υπέρ των ΑΕΙ με πολύ περιορισμένο αριθμό εισακτέων. Αλλά σίγουρα υπέρ των πανεπιστημίων, τα οποία επιλέγουν οι νέοι και οι νέες μας βάσει των κλίσεών τους, του σοβαρού επαγγελματικού προσανατολισμού, τα πιστεύουν πραγματικά και εργάζονται με συνέπεια για την ολοκλήρωση των σπουδών τους».
Συχνά οι πολιτικοί μας μπερδεύουν το «λαϊκιστικό» με το «φιλολαϊκό» στις επιλογές τους. Πώς θα αποφύγετε τα… δύσκολα στις τοπικές κοινωνίες εν όψει μιας νέας αναδιάρθρωσης της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας;
«Ενα πανεπιστήμιο μπορεί να αποτελέσει κινητήριο δύναμη για την ανάπτυξη μιας τοπικής κοινωνίας. Το είδαμε τις προηγούμενες δεκαετίες, με πλέον εμφαντικές περιπτώσεις το Δημοκρίτειο και το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Σήμερα το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας έχει τη δυνατότητα να παίξει έναν αντίστοιχο ρόλο. Δίπλα σε ένα ισχυρό πανεπιστήμιο υπάρχει και η διαμονή και η εστίαση και η κατανάλωση που συνήθως βλέπει μια τοπική κοινωνία πιο άμεσα. Αυτό όμως είναι παρεπόμενη συνέπεια. Το ζητούμενο είναι η παροχή υψηλού επιπέδου πανεπιστημιακών σπουδών».
Πόσα τμήματα ΑΕΙ φάνηκε ότι έχουν πρόβλημα από το εφετινό εξεταστικό σύστημα; Τι πρέπει να γίνει με αυτά;
«Εάν κριτήριο είναι ο αριθμός των εισακτέων, τότε περίπου 30 τμήματα έχουν από 10 έως 30 φοιτητές. Ο αριθμός των φοιτητών όμως είναι απλώς μια ένδειξη. Προσωπικώς θεωρώ πιο σημαντικό τον αριθμό εκείνων που κατορθώνουν να αποφοιτήσουν. Εχουμε τμήματα απ’ όπου αποφοιτά το 3%-5% των εισακτέων. Υπάρχει και μια σειρά άλλων επιστημονικών κριτηρίων. Τον Ιούλιο ζητήσαμε από τη Σύνοδο των Πρυτάνεων να έχουμε τις προτάσεις κάθε ΑΕΙ για να μπορέσουμε το φθινόπωρο να κάνουμε τη σχετική συζήτηση για τον νέο πανεπιστημιακό χάρτη της χώρας».
Εχουμε ερευνήσει πόσα τμήματα πανεπιστημίων έχουν αλληλοκαλυπτόμενα επιστημονικά αντικείμενα; Ειδικά μετά την «πανεπιστημιοποίηση» των ΤΕΙ;
«Η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης έχει κάνει πολύ καλή δουλειά σε αυτόν τον τομέα. Εχουμε ακτινογραφία του χώρου. Πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα γεωπονικού χαρακτήρα τμήματα, όπως και τα τμήματα Μηχανικών που ξαφνικά πλημμύρισαν τη χώρα. Το κρίσιμο σημείο είναι να διασυνδέσουμε τα Ιδρύματα με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας».
Με τον νέο νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ τι βλέπετε; Πότε τον περιμένετε και τι τομές φέρνει;
«Είναι το επόμενο μεγάλο νομοσχέδιο που θα φέρει προς ψήφιση το υπουργείο Παιδείας. Στόχος είναι να έχει ολοκληρωθεί το επόμενο εξάμηνο. Επιδιώκουμε πολλά πράγματα: επανεισαγωγή της ανώτατης τεχνολογικής εκπαιδεύσεως, μεγαλύτερη εξωστρέφεια των ελληνικών ΑΕΙ, αντιμετώπιση της ευνοιοκρατίας κατά την εκλογή νέων καθηγητών, δημιουργία Πειθαρχικού για τα μέλη ΔΕΠ, πλήρη αναδιάταξη του ΔΟΑΤΑΠ. Σε κάποιες περιπτώσεις δεν χρειάζονται ριζικές τομές αλλά διορθωτικές κινήσεις. Το στοίχημα για την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είναι να εισαγάγει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις οι οποίες όμως θα εφαρμοσθούν. Είμαστε εξαιρετικά συντηρητική κοινωνία, ασχέτως του κόμματος που ψηφίζουμε ή της ιδεολογίας που πρεσβεύουμε. Αντιπαθούμε τις αλλαγές. Η πολιτική ηγεσία πρέπει να πιέζει για αλλαγές και να βρίσκει τη λεπτή ισορροπία που θα επιτρέπει οι αλλαγές αυτές να εφαρμοσθούν».
«Οι παγκόσμιες εξελίξεις είναι ραγδαίες και εμείς συζητούμε για τις καταλήψεις»
O πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης Περικλής Μήτκας είναι το πρόσωπο στο οποίο στρέφεται το ενδιαφέρον μετά την ολοκλήρωση της εφετινής εξεταστικής διαδικασίας για τα ΑΕΙ της χώρας. Κι αυτό γιατί στις προτάσεις του θα στηριχθούν το «κόψιμο» τμημάτων, οι συγχωνεύσεις ή οι αλλαγές επιστημονικών αντικειμένων το επόμενο χρονικό διάστημα. «Το Βήμα» τον αναζήτησε και ιδού τι απαντάει στα ερωτήματα των ημερών.
Τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων φέρνουν στην επιφάνεια ανατρεπτικές αποφάσεις. Τι θα ζητήσει η Εθνική Αρχή από τα ΑΕΙ;
«Τα αποτελέσματα των εφετινών πανελλαδικών εξετάσεων αποτελούν μια καθαρότερη αποτύπωση των προτιμήσεων των υποψηφίων και επιτρέπουν μια διεισδυτικότερη ματιά στους παράγοντες που καθορίζουν τις επιλογές τους. Οι σημερινοί απόφοιτοι των Λυκείων, μέσα από το Διαδίκτυο και τα κοινωνικά μέσα, τη σχετική συμβουλευτική στο σχολείο αλλά και τις συζητήσεις με συγγενικά τους πρόσωπα που φοιτούν ή φοίτησαν στο πανεπιστήμιο, έχουν καλύτερη πληροφόρηση για την ακαδημαϊκή επάρκεια των πανεπιστημιακών τμημάτων ανά την Ελλάδα και για τις επαγγελματικές προοπτικές των διαφόρων προγραμμάτων σπουδών. Οι τυχόν αδυναμίες ενός τμήματος, π.χ. έλλειψη προσωπικού ή πλημμελής λειτουργία, διαπιστώνονται πιο εύκολα, ενώ ο κορεσμός κάποιων επαγγελμάτων συζητείται δημόσια. Παραμένουν βέβαια κάποιες στρεβλώσεις. Τμήματα με ιστορία, υποδομές και ακαδημαϊκό βάθος παρακάμπτονται επειδή λειτουργούν μακριά από τα μεγάλα κέντρα και νέες επιστημονικές περιοχές με εξαιρετικές προοπτικές, όπως η Μηχανική Περιβάλλοντος, δεν επιλέγονται γιατί δεν έχουν διασφαλίσει ακόμη «επαγγελματικά δικαιώματα». Μολονότι οι αποφάσεις για τη λειτουργία ενός τμήματος δεν πρέπει να βασίζονται σε ένα στιγμιότυπο της ελκυστικότητάς του, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι το πανεπιστήμιο λειτουργεί πρωτίστως για τους φοιτητές και τις φοιτήτριές του. Η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) παρακολουθεί την πορεία όλων των Ιδρυμάτων μέσα από μια σειρά δεικτών και πιστοποιεί την επάρκειά τους. Εχουμε μια καλή εικόνα για τις δυνατότητες και τα προβλήματα του κάθε τμήματος, που δεν συμπίπτει πάντα με την κατάταξή του σύμφωνα με τις βάσεις εισαγωγής.
Αυτό που θα θέλαμε να δούμε είναι κατ’ αρχήν μια συζήτηση εντός των Ιδρυμάτων, ιδιαίτερα εκείνων που έχουν τμήματα με λίγους εισακτέους, για την κατάσταση που διαμορφώνεται μετά την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ). Θέλουμε τις προτάσεις τους για τυχόν ακαδημαϊκή ανασυγκρότηση, οι οποίες στη συνέχεια θα συζητηθούν σε εθνικό επίπεδο και θα ενσωματωθούν στις επικείμενες τετραετείς προγραμματικές συμφωνίες που θα συνυπογράψουν με το υπουργείο».
Υπάρχουν σήμερα τμήματα με αλληλοκαλυπτόμενα επιστημονικά αντικείμενα στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας από τις έρευνες που έχετε κάνει; Και πώς θα αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα;
«Σε μια εποχή που το ζητούμενο στην ανώτατη εκπαίδευση παγκοσμίως είναι η διεπιστημονικότητα, η αλληλοκάλυψη επιστημονικών αντικειμένων δεν αποτελεί πρόβλημα. Αντιθέτως, θα πρέπει να διερευνήσουμε με ποιον τρόπο μπορεί να χαλαρώσει η αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία μεταξύ τμήματος και προγράμματος σπουδών που ισχύει στην Ελλάδα και οδηγεί στη στεγανοποίηση των επιστημονικών περιοχών. Πρόβλημα υπάρχει στις περιπτώσεις που ένα, όχι ιδιαίτερα δημοφιλές, πτυχίο προσφέρεται από πολλά τμήματα ανά την Ελλάδα. Αυτή η υπερπροσφορά θέσεων, σε συνδυασμό με τη μείωση του συνολικού αριθμού των υποψηφίων λόγω του δημογραφικού προβλήματος, δημιουργεί το φαινόμενο των κενών θέσεων σε ορισμένα τμήματα. Φαινόμενο που πάντα υπήρχε με τη μορφή των φοιτητών που εγγράφονταν μεν, αδιαφορούσαν όμως πλήρως για τις σπουδές τους. Αρκεί να σας αναφέρω ότι το ακαδημαϊκό έτος 2019-20 ο συνολικός αριθμός των πτυχιούχων από τα ελληνικά πανεπιστήμια ήταν περίπου το 50% των νέων εγγραφών. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ο συνολικός αριθμός των εισακτέων δεν έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία 5-6 χρόνια, καθίσταται φανερό ότι κενές θέσεις υπάρχουν στα περισσότερα τμήματα. Η εφαρμογή της ΕΒΕ φωτίζει αυτό το φαινόμενο της αδιαφορίας για τις σπουδές λίγο νωρίτερα, στο στάδιο της εισαγωγής, και αναμένεται να έχει θετική επίδραση στην προσπάθεια αναβάθμισης της ποιότητας της εκπαίδευσης. Οι κενές θέσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν είτε με αναδιάρθρωση τμημάτων, που μπορεί να περιλαμβάνει και συγχωνεύσεις ή καταργήσεις, είτε με προσέλκυση αλλοδαπών φοιτητών σε ξενόγλωσσα προγράμματα».
Εάν τα ΑΕΙ δεν καταθέσουν προτάσεις για τη χωροταξική αναδιάρθρωσή τους, θα προχωρήσετε εσείς σε προτάσεις επί του θέματος μόνοι σας στην ΕΘΑΑΕ;
«Η ΕΘΑΑΕ έχει εκ του νόμου εισηγητική αρμοδιότητα για την εθνική στρατηγική της ανώτατης εκπαίδευσης».
Ποιο κρίνετε ως το αδύναμο σημείο της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης;
«Το γεγονός ότι αυτή εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης. Ενα μίνιμουμ πολιτικής συναίνεσης για τον τρόπο λειτουργίας των πανεπιστημίων θα δημιουργούσε ένα πιο σταθερό νομικό πλαίσιο και θα επέτρεπε τον καθορισμό μεσομακροπρόθεσμων στόχων, τόσο σε εθνικό όσο και σε ιδρυματικό επίπεδο. Ενώ οι παγκόσμιες εξελίξεις στην ανώτατη εκπαίδευση είναι ραγδαίες, εμείς ακόμη συζητούμε αν η κατάληψη είναι δικαίωμα ή αδίκημα».
Επί των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ: Μήπως επί δεκαετίες «μπαλώνουμε» ένα ύφασμα που έχει από καιρό σκιστεί;
«Θα πω το προφανές. Ενα δίκαιο εξεταστικό σύστημα δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους, επιβραβεύει την προσπάθεια και αξιολογεί σωστά τις γνώσεις και ικανότητες των διαγωνιζομένων. Οι πανελλαδικές εξετάσεις έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, θεωρούνται αδιάβλητες και έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας. Το εναλλακτικό σενάριο που θέλει το κάθε πανεπιστήμιο να επιλέγει τους φοιτητές και τις φοιτήτριες με δικά του κριτήρια μπορεί να εφαρμοστεί μόνο όταν τα Ιδρύματά μας θα έχουν κτίσει τη δική τους ακαδημαϊκή παράδοση, όπως κάποια κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου, που θα γίνεται σεβαστή από την πολιτεία και από την κοινωνία. Οι διαδικασίες επιλογής των φοιτητών στα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών που αρχίζουν να λειτουργούν ίσως βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση».