7 Σεπτεμβρίου 1999. Στις 14:56 ώρα Ελλάδος γίνεται ο σεισμός της Πάρνηθας, που συνηθέστερα τον αποκαλούμε ο «σεισμός της Αθήνας του 1999».
Ο τελικός απολογισμός των θυμάτων έφτασε στους 143 νεκρούς.
Οι εφημερίδες της επόμενης ημέρας καταγράφουν τη μάχη των διασωστών για τους ανθρώπους που παρέμεναν εγκλωβισμένοι μέσα στα χαλάσματα και την προσπάθεια όλων να διαχειριστουν το σοκ.
Το πρώτο πρωινό μετά τον σεισμό, στις 8 Σεπτεμβρίου 1999,«ΤΑ ΝΕΑ» γράφουν:
«Νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες και άνθρωποι που ακόμα αγνοούνται, θαμμένοι κάτω από ερείπια είναι ο πρώτος θλιβερός απολογισμός του σεισμού. Πολυκατοικίες που ισοπεδώθηκαν, δύο εργοστάσια στη Μεταμόρφωση, στα ερείπια των οποίων εγκλώβισαν, δεκάδες εργαζομένους, κατεστραμμένα κτίρια και χιλιάδες άστεγοι συνθέτουν τη σημερινή πραγματικότητα της Αθήνας. Ήταν 5,9 ρίχτερ που κράτησαν δέκα δευτερόλεπτα, δέκα χιλιόμετρα κάτω από τα πόδια των Αθηναίων και είκοσι μακριά από την Ομόνοια. Πέντε λεπτά πριν από τις τρεις χθες το μεσημέρι. Από εκείνη τη στιγμή και μέχρι αργά χθες το βράδυ, είχαν καταγραφεί περισσότερες από τετρακόσιες μετασεισμικές δονήσεις, εκ των οποίων οι πέντε ήταν μεγέθους άνω των 4 Ρίχτερ.»
«Πανικός, αγωνία και μπλακ άουτ της ΔΕΗ και στις επικοινωνίες ήταν οι πρώτες εικόνες παντού. Ακόμα και δημόσια κτίρια με υπηρεσίες συντονισμού είχαν εγκαταλειφθεί. Την ώρα που οι κάτοικοι στα βορειοδυτικά της Αθήνας προσπαθούσαν να μάθουν τι έγινε τελικά, οι σεισμολόγοι – που ούτε οι ίδιοι περίμεναν να ενεργοποιηθεί αυτό το ρήγμα-, εξέφραζαν την ανησυχία τους για την επόμενη ημέρα»
Ο μισός περίπου πληθυσμός της Ελλάδας με το κινητό τηλέφωνο στα χέρια προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τους δικούς του. Μάταια δίκτυα κινητής τηλεφωνίας είχαν μπλοκάρει. Ουρές σχηματίστηκαν πίσω από τις δημόσιες σταθερές τηλεφωνικές συσκευές, που ακόμα τότε λειτουργούσαν. Η «τηλεκάρτα» έπαιρνε την εκδίκησή της.
Στον Πειραιά, ο σεισμός έγινε εξίσου αισθητός.
«Ο αρχικός υπόκωφος θόρυβος μετατράπηκε, όταν άρχισαν οι δονήσεις σε έναν πανζουρλισμό κρότων, από υαλοπίνακες κτιρίων που έτριζαν εκκωφαντικά, τζάμια που έσπαγαν, επιχρίσματα κτιρίων που κατέρρεαν και συναγερμούς αυτοκινήτων που χτυπούσαν δαιμονισμένα»
Η πρώτη νύχτα
Τη νύχτα της 8ης Σεπτεμβρίου οι κάτοικοι των πληγεισών περιοχών την πέρασαν μακριά από τα σπίτια τους
Σύμφωνα με «ΤΑ ΝΕΑ», «Ο φόβος τους κράτησε όλους έξω. Στα πάρκα, τις πλατείες και τους ελάχιστους ελεύθερους χώρους ο κόσμος ξαγρύπνησε. Ήδη από το βράδυ άρχισαν να στήνονται και οι πρώτοι πρόχειροι καταυλισμοί στις γειτονιές που χτυπήθηκαν περισσότερο, ώστε να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες.
Το βλέμμα όλων, εντός και εκτός της χώρας, ήταν στραμμένο στις περιοχές γύρω από την Πάρνηθα και στα κτίρια που είχαν καταρρεύσει. Στους Θρακομακεδόνες, τις επόμενες ημέρες, το 84% των σπιτιών χαρακτηρίστηκε κόκκινο ή κίτρινο, στα Άνω Λιόσια το 64% και στη Φυλή το 56%.
Οι εγκλωβισμένοι
«Το τριώροφο εργοστάσιο στην οδό Τατοΐου 1 στο Μενίδι έχει καταρρεύσει εντελώς. Το μόνο που έχει μείνει όρθιο είμαι μία γωνία του εργοστασίου από την οποία κρέμονται τσιμεντένιες σκάλες και μεγάλα κομμάτια από μπετόν. Το υπόλοιπο είναι ερείπια που σχηματίζουν έναν άμορφο σωρό αρκετά μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Κάτω από τα ερείπια αυτά βρίσκονταν ως αργά χθες το βράδυ εγκλωβισμένοι ή καταπλακωμένοι περίπου 40 άτομα.
»Κάθε τόσο οι αστυνομικοί και οι πυροσβέστες ζητούν από το πλήθος που έχει συρρεύσει στην είσοδο του εργοστασίου – συνάδελφοι και συγγενείς των ανθρώπων που βρίκονται κάτω από τα ερείπια, σωστιά συνεργεία, δημοσιογράφοι και απλώς περίεργοι – να σωπάσει. Όταν επικρατεί σιωπή, μπορεί κανείς να ακούσει τις απελπισμένες κραυγές αγωνίας όσων βρίσκονται κάτω από τα ερείπια και είναι ακόμη ζωντανοί.»
Πρόκειται για το εργοστάσιο της Ρικομέξ, στο κτίριο του οποίου στεγαζόταν και η εταιρεία διανομής εμπορευμάτων με την επωνυμία Εστία.
«Ήμουν ακριβώς δίπλα σε εκείνο το φορτηγό» περιγράφει λίγες ώρες αργότερα στο «ΒΗΜΑ» οδηγός της εταιρείας Εστία. «Ξαφνικά ένιωσα τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μου και είδα με τρόμο το εργοστάσιο να γκρεμίζεται. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα το κτίριο είχε καταρρεύσει εντελώς»
Στην είσοδο του εργοστασίου υπάρχουν σταθευμένα ασθενοφόρα και μία μονάδα των Γιατρών του Κόσμου.
«Όσο περνάει η ώρα η αγωνία μεγαλώνει», περιγράφει «ΤΟ ΒΗΜΑ», «Κάποιος φωνάζει για φορείο. Καταλαβαίνουμε ότι έχουν καταφέρει να ανασύρουν κάποιον. Όταν επιτέλους τον οδηγούν στο ασθενοφόρο, είναι κουκουλωμένος, γεγονός που σημαίνει ότι είναι νεκρός. Τα στοιχεία του θα γίνουν αργότερα γνωστά. ‘Είναι άνδρας ή γυναίκα;’ φωνάζει μια νεαρή κοπέλα που βρίσκεται εδώ γιατί η αδελφή της είναι κάτω από τα ερείπια (…) «Έχω έναν γιο 30 ετών κάτω από τα ερείπια. Το κτίριο αυτό δεν είχε καθόλου σίδερα, είναι σκέτο τσιμέντο. Είναι εγκληματίες οι μηχανικοί που κτίζουν τέτοιους τάφους και οι αρμόδιοι που τους δίνουν την άδεια και τους αφήνουν ατιμώρητους’» λέει πατέρας εγκλωβισμένου ατόμου.
46 ώρες κάτω από χαλάσματα
Εγκλωβισμένη κάτω από τα χαλάμαστα της Ρικομεξ, για δύο ολόκληρες ημέρες μια γυναίκα 31 ετών θα κατορθώσει να μείνει στη ζωή. «ΤΑ ΝΕΑ» περιγράφουν τον απεγκλωβισμό της.
«Τα σκυλιά του γαλλικού σωστικού συνεργείου γαβγίζουν επίμονα, πάνω από ένα συγκεκριμένο σημειό των ερειπίων της Ρικομέξ. (…) Οι Γάλλοι έχουν κόψει ένα τμήμα της πλάκας και φωνάζουν περιμένοντας μια φωνή.(…) Μια αδύναμη γυναικεία φωνή ακούγεται. «Βοήθεια». Η Ελληνογαλλίδα Καρμέλα Ταταμένη- Γαρμπίλα, μέλος του συλλόγου εθελοντών «Φίλοι του Δάσους», πλησιάζει το σωστικό συνεργείο. (…) Η 31χρονη κοπέλα απαντά στις ερωτήσεις, όμως πιστεύει ότι βρίσκεται στο σπίτι της. Δεν θυμάται τίποτα για την ώρα που έγινε το κακό. Της λένε ότι βρίσκεται στο εργοστάσιο και της ζητούν να περιγράψει τι υπάρχει κοντά της. Η γυναίκα επιμένει ότι βρίσκεται σπίτι της. Πιστεύει πως ό,τι είχε συμβεί, είχε γίνει την ώρα που εκείνη κοιμόταν. Είναι βέβαιη πως οι δικοί της άνθρωποι έχουν σκοτωθεί.
Το σωστικό συνεργεί έχει ανάψει έναν προβολέα.
– Βλέπεις το φως;
– Ναι. Βλέπω θολά.
– Είμαστε δίπλα σου. Σε λίγο θα είμαστε κοντά σου. Κουράγιο κορίτσι μου.
Βήμα βήμα, σχεδόν με τα χέρια, Έλληνες και Γάλλοι αρχίζουν να κόβουν κομματάκια την πλάκα πάνω από την κοπέλα και να τα απομακρύνουν. (…) Φτάνουν περίπου πέντε το πρωί. Ένας από τους Γάλλους έχει κατέβει στην τρύπα, που αργά και προσεκτικά από τον φόβο της υποχώρησης των μπαζών έχει διανοιχτεί, με το κεφάλι προς τα κάτω.
– Σε βλέπουμε. Κουράγιο. Υπάρχει τώρα κάποιος δίπλα σου. Τώρα θα σου πιάσει το χέρι.
– Μου λέτε ψέματα. Δεν θα με βγάλετε.
– Να μην ακούω βλακείες. Θα σε βγάλουμε ακόμα και με το ζόρι.
Θα σου δώσουμε πρώτα νερό.
Το μπουκάλι κατεβαίνει. Η κοπέλα το τραβάει και προσπαθεί να πιει.
– Πρόσεχε. Έχει καπάκι. Πρέπει να το βγάλεις…’Ηπιες;
Ήπιε λίγο, απαντά ο Γάλλος, που έχει κατέβει στην τρύπα και βλέπει την Έυη.
Η ώρα έχει φτάσει έντεκα το πρωί. Ο αναισθησιολόγος του ΕΚΑΒ Αλέξανδρος Καλογερομήτρος κατεβαίνει στην τρύπα και εξετάζει την κατάσταση της Ευής. (…) Επιστρατεύεται ένας άνδρας των ΟΥΚ ειδικά εκπαιδευμένος σε υποβρύχιες διασώσεις. Με οξυγόνο προσπαθεί να κόψει το κομμάτι [σιδερένιας δοκού]. (…) Τα λεπτά περνούν στη μία παρά τέταρτο, σαράντα έξι ώρες μετά τον σεισμό, η Εύη Σοφίλου ανασύρεται στην επιφάνεια. Η ανακούφιση εκδηλώνεται με χειροκροτήματα, αγκαλιές και φιλιά»
Οι ευθύνες
Δυστυχώς 39 συνολικά άνθρωποι που βρίσκονταν κάτω από τα χαλάσματα τις Ρικομεξ, δεν τα κατάφεραν. Ανασύρθηκαν νεκροί. Το 2004 η επιχείρηση κήρυξε πτώχευση, ενώ από την εκδίκαση της υπόθεσης το 2007, για την κατάρρευση του εργοστασίου, από τους 33 κατηγορούμενους όλοι απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες με ασαφή αιτιολογία. Σε συγγενείς μερικών από τα θύματα δώθηκαν αποζημιώσεις που έφταναν ως τα 40.000 €. Το Μάιο του 2010 αποφασίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι η Νομαρχία έχει αυτοτελείς ευθύνες, καθώς δεν διενήργησε σωστά τους προληπτικούς και κατασταλτικούς ελέγχους στην κατασκευή του εργοστασίου και πρέπει να αποζημιώσει τα θύματα με 18 εκατομμύρια ευρώ. Τελικά το 2012 αποφασίστηκε από το Περιφερειακό Συμβουλίο Αττικής η καταβολή 13 εκατομμυρίων € σε συγγενείς των θυμάτων από τους πόρους της περιφέρειας.
Όπως αναφέρτει tovima.gr «Τη δικαστική οδό ακολούθησαν και άλλες υποθέσεις καταρρεύσεων όπως η κατάρρευση πολυκατοικίας στη Νέα Φιλαδέλφια που προκάλεσε τον θάνατο 7 ανθρώπων.
Για την κατάρρευση κατηγορήθηκαν τεχνικοί εκπρόσωποι του DIA και του Continent (πολυκαταστήματα της εποχής), οι οποίο αθωώθηκαν σε α΄ βαθμό.
Ο ιδιοκτήτης της ΦΙΑΛΟΠΛΑΣΤ, όπου πέθαναν 3 γυναίκες, βρέθηκε ένοχος σε α΄ βαθμό για ανθρωποκτονία από αμέλεια, με ποινή φυλάκισης οχτώ μηνών, αλλά πέθανε πριν αυτή πραγματοποιηθεί.
Για την κατάρρευση του εργοστασίου Faran, όπου έχασαν τη ζωή τους 4 άνθρωποι, οι τέσσερις κατηγορούμενοι αθώωθηκαν. Για την κατάρρευση πολυκατοικίας στην οδό Ψυχάρη, στη Μεταμόρφωση τα αδικήματα παραγράφηκαν. Εκεί πέθαναν οχτώ άνθρωποι, ενώ πυροσβέστες ανέσυραν ζωντανά δύο μικρά παιδιά στην αγκαλιά του νεκρού πατέρα τους. Η δίωξη του ιδιοκτήτη, του πολιτικού μηχανικού και του αρχιτέκτονα του εργοστασίου Φουρλής, όπου έχασαν τη ζωή τους 6 εργαζόμενοι, για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο, παύθηκε το 2001 ύστερα από βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών»