Φεύγει και το φετινό καλοκαίρι. Ο πολιτικός Σεπτέμβρης έρχεται φορτωμένος ήδη με τα πυκνά γεγονότα που έχουν προηγηθεί και τα νέα που θα τον βαρύνουν. Οι πρόσφατες πυρκαγιές του Αυγούστου, η πανδημία που επίμονα διαρκεί και επιθετικά επιστρέφει, τα αναπόφευκτα μέτρα για τον έλεγχό της, η δυσφορία που γεννούν, η άρνηση που εκδηλώνεται. Μαζί όλη η κόπωση, πολιτική, κοινωνική και οικονομική, που τα δύο τελευταία χρόνια, σαν πυκνογραμμένη σελίδα πάνω σε σελίδα, έγινε δυσανάγνωστο βιβλίο.

Ο χρόνος μοιάζει να παρατείνει απαράλλακτα τον εαυτό του και παρά την τεχνοκρατικά επιμελημένη κυβερνητική διαχειριστική προσπάθεια, μοιάζει να βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο, σχεδόν στάσιμοι, σε μια στιγμή πολλών και μεγάλων αναγκών, που η αντιμετώπισή τους είναι κυριολεκτικά ζήτημα ζωής ή θανάτου. Εχουμε αγγίξει το όριο.

Συνθήκες αυτού του είδους αντιμετωπίζονται πολιτικά. Δηλαδή, διαλογικά. Συμβαίνει το αντίθετο. Κερδίζει αυτό που με ορμή φυσικής κατάστασης επιβάλλεται, αν δεν ανακοπεί αποφασιστικά, στο πολιτικό μέτωπο. Η ένταση. Οι εντάσεις. Ο Σεπτέμβριος θα εγκαινιάσει μια περίοδο παρατεταμένης έντασης, η οποία για την αλήθεια των πραγμάτων οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι είναι ήδη εδώ.

Πρόκειται για την έκφραση της παγιωμένης πολιτικής μας αδυναμίας. Η ένταση έχει αναγορευθεί σε μέθοδο πολιτικής ύπαρξης. Την υιοθετεί η Κυβέρνηση, μέσα στις δύσκολες περιστάσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, την αγκαλιάζει η αντιπολίτευση, μέσα στην ουσιαστική ανυπαρξία της στο μέτωπο του συγκεκριμένου, του εφικτού και του υλοποιήσιμου. Η σύμπτωση αυτή δεσμεύει τη χώρα σε μια στασιμότητα με χαρακτηριστικά παρελθόντος, την ώρα που η αποτίναξή του είναι προϋπόθεση για κάθε κίνηση και μεταβολή.

Ως πολιτική αντίληψη, η επιλογή της έντασης είναι βαθιά συντηρητική, υπηρετεί το παρελθόν, διασώζει συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων στο προσκήνιο, οι οποίοι έχουν ασκηθεί στην υπηρεσία της, παρακάμπτει κάθε πιθανή νέα πορεία, εμποδίζει τον διάλογο πάνω στην εμπειρία και μεταθέτει στο μέλλον, ως τη γνωστή υπόσχεση σωτηρίας, τις διακηρυσσόμενες – ορθές συχνά –  λύσεις.

Μέσα στην ένταση «χαμηλώνει ο πήχυς». Ολα καθίστανται πιο μικρά και η αξία ανθρώπων και πραγμάτων χαμηλώνει και αυτή. Η παγίδα αιχμαλωτίζει τους πρωταγωνιστές, που δεν βρίσκουν το θάρρος να αρνηθούν την ασφάλεια της έντασης, καθώς αυτή τρέφει χωρίς κινδύνους τον εαυτό της.

Οι εντάσεις κλείνουν, χρόνια τώρα, τις μισάνοιχτες πόρτες της συνεννόησης. Η πολιτική λειτουργία εξελίσσεται σε μια στείρα και άγονη διαδικασία, όργανο εξουσίασης και ελέγχου από την εκάστοτε Κυβέρνηση, χωρίς την καλλιέργεια της διαλογικής επικοινωνίας. Κάθε φορά η ευθύνη ανήκει στην Κυβέρνηση. Η αντιπολίτευση προτιμάει από τον ρόλο της την ένταση. Η Κυβέρνηση από τον δικό της θα όφειλε το αντίθετο. Εκεί που το αδιέξοδο κερδίζει, μεγαλώνει για τους κυβερνητικούς και η ευθύνη.

Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.