«Συνθέτης, μαχητής, μουσικός, υπερασπιστής του λαού αλλά και αμφίθυμος Έλληνας ήρωας». Κάπως έτσι βλέπει στο μακροσκελές της αφιέρωμα τον Μίκη Θεοδωράκη η Ζeit Online, τον οποίο χαρακτηρίζει «μια από τις προσωπικότητες του αιώνα» παρουσιάζοντας στη συνέχεια εκτενώς τις μεγάλες στιγμές της μουσικής του δημιουργίας και της πολιτικής του δράσης. Για την τεράστια μουσική του παραγωγή, η οποία ξεπερνά «τα χίλια τραγούδια, κυρίως βασισμένα στην ποίηση, πέντε όπερες, επτά μπαλέτα, σχεδόν 30 θεατρικά έργα συν πολιτικούς ύμνους, ορατόρια, καντάτες, μουσική δωματίου και μεγάλα συμφωνικά έργα». Η Ζeit σημειώνει: «Η μουσική του, μέσα στην πολυμορφία και την πολυφωνία της, βρίσκεται σε διαρκή αναφορά με την ελληνική γλώσσα, την παράδοση, την ιστορία και τη λογοτεχνία. Ουσιαστικά το έργο του Μίκη Θεοδωράκη είναι πολιτικό και το γεγονός αυτό τον συγκαταλέγει στους σημαντικότερους συνθέτες του εικοστού αιώνα».
«Στην κορυφή του Ολύμπου, αριστερά»
Με αυτόν τον τίτλο και μια μεγάλη ασπρόμαυρη φωτογραφία του Μίκη Θεοδωράκη κυκλοφορεί την Παρασκευή η εφημερίδα Τageszeitung, κάτω από την οποία σημειώνει: «Συνθέτης, κομμουνιστής, αγωνιστής ενάντια στη δικτατορία, ταραχοποιός: Γιατί ο Έλληνας λαϊκός ήρωας Μίκης Θεοδωράκης αφήνει πίσω του πολύ περισσότερα από τη μουσική της ταινίας ‘Αλέξης Ζορμπάς’».
Η αριστερή εφημερίδα του Βερολίνου γράφει για το πολυσύνθετο έργο και την προσωπικότητα του Μίκη Θεοδωράκη:«Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά στον Μίκη Θεοδωράκη και τη ζωή του. Eθνικό σύμβολο, πολιτικός και ευπρεπής αριστερός, αγωνιστής της ελευθερίας, αντιφασίστας και σκεπτόμενος ιδεολόγος. Αν και άφησε περιθώρια να του προσάψουν πολλά, παρέμεινε με αξιοθαύμαστο τρόπο ένας λαϊκός μουσικός που χάραξε έναν ανεξάρτητο δρόμο. Μέχρι τέλους ασχολήθηκε με νέες συνθέσεις και με το ερώτημα τι προσφέρει η τέχνη σε ασταθείς εποχές. Ο θάνατός του υπενθυμίζει ότι ο πόνος των πολιτικών εμπειριών, σύμφωνα με μια από τις αγαπημένες του εκφράσεις, δεν μπορεί να γιατρευτεί μόνο με τη λογική. Η βαθιά ποιητική του απάντηση στους δαίμονες κάθε δικτατορίας, θα είναι σίγουρα ένα από τα διαχρονικά κληροδοτήματα ενός αιώνα ζωής.»
«Ο αρχιτραγουδιστής μιας ελεύθερης Ελλάδας»
Από την πλευρά της η Frankfurter Allgemeine Zeitung στο δικό της αφιέρωμα αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ο Μίκης Θεοδωράκης όχι μόνο αναζητούσε μια αισθητική με τρεις πυλώνες, την περίτεχνη σύνθεση, την ενεργό κοινωνική αντίσταση και την εξαιρετικά επιτυχημένη εκλαΐκευση, αλλά επέμεινε εντυπωσιακά σε αυτήν, στον δικό του τρόπο.Έτσι έγινε ο αρχιτραγουδιστής μιας ελεύθερης Ελλάδας, κι αυτό όχι μόνο με την έννοια μιας ζωηρής αρρενωπότητας (σσ: αναφορά στην ταινία ‘Αλέξη Ζορμπάς’, τον Άντονι Κουίν και το συρτάκι). Η μουσική του έφερε σε παγκόσμιο επίπεδο την εικόνα ενός φολκλόρ που σφύζει από ζωή και που πληρούσε βέβαια τις απαιτήσεις της ψυχαγωγίας. Το αν όλα αυτά ήταν αυθεντικά δεν έχει σημασία, η μουσική του Θεοδωράκη για την ταινία αυτή λειτούργησε σαν μια ανακάλυψη του αρχέτυπου».
Κλείνοντας και η FAZ αναφερόμενη στον «πολιτικό» Θεοδωράκη σημειώνει: «Στον Θεοδωράκη η λαϊκή τέχνη και η πολιτική παρέμβαση έγιναν ένα. Και η ζωή του έγινε ταυτόχρονα μια ιστορία πόνου και επιτυχίας.»
Το 1980 στο Φεστιβάλ Πολιτικού Τραγουδιού της πρώην ΛΔΓ
«Δύσκολος καλεσμένος στην Ανατολική Γερμανία»
Και η γερμανική ραδιοφωνία Deutschlandfunk στο πολιτιστικό της πρόγραμμα αφιερώνει ρεπορτάζ και ανασύρει παλαιότερη συνένετευξη του Μίκη Θεοδωράκη το 2002 στο σπίτι του στην Αθήνα αλλά και αποτιμήσεις Γερμανών ειδικών για το έργο του. Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Τη δεκαετία του ’60 πήγε στο Παρίσι για να παρακολουθήσει σύνθεση στην τάξη του Ολιβιέ Μεσιάν. Αλλά η avantgarde δεν ήταν ο δικός του τρόπος. Bρήκε τη δική του γλώσσα, την οποία κατάλαβε ένα κοινό εκατομμυρίων».
Το DLF αναφέρεται και στον πολιτικοποιημένο καλλιτέχνη Θεοδωράκη και την ιδιαίτερη σχέση του με την πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας: «Όσο ελκυστική κι αν ήταν η μουσική του, άλλο τόσο αμφιλεγόμενες ήταν οι πολιτικές του θέσεις. Γιατί άλλαζε στάση ξανά και ξανά και μάλιστα έντονα. Έτσι συχνά αμφιταλαντευόταν. Ως κομμουνιστής στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας θεωρήθηκε δύσκολος καλεσμένος, ο οποίος συχνά εκφραζόταν επικριτικά για τη Σοβιετική Ένωση.»
Δήμητρα Κυρανούδη