Φορώντας μαύρα και με τις χαρακτηριστικές της πέρλες (τσόκερ δύο σειρών και σκουλαρίκια) να ξεχωρίζουν έντονα – αυτή τη φορά όχι μόνο ως ένδειξη κομψότητας, αλλά λειτουργώντας και ως υπενθύμιση ότι οι συγκεκριμένοι είναι οι πολύτιμοι λίθοι του πένθους -, η πρώτη γυναίκα και πρώτη μη λευκή στο αξίωμα του αντιπροέδρου των ΗΠΑ στεκόταν δίπλα στον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, την Παρασκευή 20 Αυγούστου, καθώς εκείνος απαντούσε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων για τα γεγονότα στο Αφγανιστάν. Μάλλον αμήχανη, σίγουρα σιωπηλή, η παρουσία της εκεί εξυπηρετούσε μόνο ως υποστήριξη στον 46ο πρόεδρο της χώρας, τον γηραιότερο και ίσως εμπειρότερο που έχει περάσει από τη συγκεκριμένη θέση.
Μια εικόνα εντελώς διαφορετική (εκτός ίσως από τις πέρλες) από εκείνη που παρουσίαζε δύο χρόνια πριν, όταν στην εξουσία βρισκόταν ακόμη ο Ντόναλντ Τραμπ και εκείνη διεκδικούσε το χρίσμα των Δημοκρατικών για την προεδρική υποψηφιότητα. Ερωτηθείσα τότε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ένα ανεξάρτητο αμερικανικό think tank για θέματα εξωτερικής πολιτικής) για το πώς θα χειριζόταν το θέμα των στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, είχε δηλώσει: «Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα κάνει ο πρόεδρος Τραμπ από τώρα μέχρι το 2021, οπότε, αμέσως μόλις αναλάβω τα καθήκοντά μου, θα συγκεντρώσω μαζί την ηγεσία του στρατού μας, συμβούλους εθνικής ασφάλειας και κορυφαίους διπλωμάτες για να συντονίσουμε και να υλοποιήσουμε το σχέδιο αποχώρησης. Αναγνωρίζω απολύτως τη σημασία της διπλωματίας και της ανάπτυξης για να διασφαλιστεί η επιτυχία στο Αφγανιστάν, και θέλω να εξασφαλίσω ότι η χώρα βρίσκεται σε πορεία σταθερότητας, ότι προστατεύουμε τα πρόσφατα κεκτημένα των γυναικών και άλλων πολιτών και ότι ποτέ ξανά δεν θα γίνει η χώρα ένα ασφαλές καταφύγιο για τρομοκράτες».
Η τωρινή εκκωφαντική σιωπή της για το θέμα – εκτός από κάποια «τιτιβίσματα» στο Twitter – δείχνει σε πόσο δύσκολη θέση βρίσκεται σήμερα. Πριν από εννέα μήνες, τον Νοέμβριο του 2020, όταν μαζί με τον Τζο Μπάιντεν κατάφεραν να κερδίσουν τις εκλογές και να «διώξουν» τον Τραμπ από το Οβάλ Γραφείο – ποιος μπορεί να ξεχάσει τα έκτροπα που σημειώθηκαν στις 6 Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο; -, η Κάμαλα Χάρις εθεωρείτο το μεγάλο ανερχόμενο αστέρι της αμερικανικής πολιτικής σκηνής και ο άνθρωπος που θα φρόντιζε να προστατεύσει τον γηραιό πρόεδρο από τις κακοτοπιές. Κυρίως όμως, ήταν το φαβορί για διάδοχός του, με πολλούς μάλιστα να ποντάρουν ότι θα αναλάμβανε καθήκοντα πολύ νωρίτερα λόγω αδυναμίας του Μπάιντεν να ολοκληρώσει τη θητεία του. Η ηλικία της – μόλις 56 ετών, ενώ ο Μπάιντεν είναι 78 -, η δημοτικότητά της – ιδιαίτερα στις γυναίκες και στις μειονότητες -, καθώς και η επιτυχημένη πορεία της ως γενικής εισαγγελέως της Πολιτείας της Καλιφόρνιας, έδειχναν ότι είχε όλα τα εχέγγυα για να γίνει η πρώτη γυναίκα που θα αναλάμβανε το ύπατο αξίωμα των ΗΠΑ. Και ενώ είναι πολύ νωρίς ακόμη για να αξιολογήσουμε τη θητεία της, το σίγουρο είναι ότι η κυρία Χάρις δεν είχε καθόλου καλό ξεκίνημα.
Οι δύσκολες υποθέσεις και το ταξίδι-παγίδα
Ακόμη και πριν από τη μεγάλη αποτυχία με την οποία στέφθηκε η απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και πριν από τις τραγικές σκηνές που ακολούθησαν την κατάληψη της Καμπούλ από τους Ταλιμπάν, η Κάμαλα Χάρις δεν είχε καταφέρει να ανταποκριθεί στις υψηλές προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για εκείνη. «Θαμμένη» σε δύσκολα πολιτικά ζητήματα που θεωρούνται από πολλούς οι «καυτές πατάτες» της προεδρίας Μπάιντεν, με αποκορύφωμα το μεταναστευτικό ζήτημα στα νότια σύνορα της χώρας, πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι το παιχνίδι ήταν στημένο εναντίον της. Οι ανεπαρκείς απαντήσεις που έδωσε σε συνέντευξή της στο NBC τον περασμένο Ιούνιο, όταν ερωτήθηκε για το αν θα επισκεφθεί τα σύνορα με το Μεξικό – «Κάποια στιγμή. Ξέρετε… θα πάμε στα σύνορα. Εχουμε πάει στα σύνορα» -,
και αργότερα, όταν της επισημάνθηκε ότι η ίδια δεν έχει πάει – «Και δεν έχω πάει στην Ευρώπη. Δεν καταλαβαίνω τι θέλετε να πείτε» -, δεν άφησαν τις καλύτερες εντυπώσεις για την ικανότητά της να ανταποκρίνεται σωστά όταν «στριμώχνεται».
Και ενώ η κρίση στο Αφγανιστάν βαθαίνει όλο και περισσότερο, με ολόκληρο τον πλανήτη να γίνεται θεατής ακραίων σκηνών απελπισίας καθώς πολίτες προσπαθούν να εγκαταλείψουν με οποιονδήποτε τρόπο τη χώρα – σκαρφαλώνουν επάνω σε εν κινήσει αεροπλάνα, παραδίδουν βρέφη σε αμερικανούς στρατιώτες πάνω από διαχωριστικά συρματοπλέγματα, ποδοπατούνται στις πίστες των αεροδρομίων -, η αντιπρόεδρος μόλις επέστρεψε από (προγραμματισμένο από πριν) ταξίδι σε Σιγκαπούρη και Βιετνάμ. Μια ατυχής συγκυρία για εκείνη, που ξυπνάει μνήμες από το 1975, όταν βιετναμέζοι πολίτες εγκατέλειπαν με κάθε τρόπο τη χώρα τους μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων και του προσωπικού της πρεσβείας. Η κυρία Χάρις έχει επιφορτιστεί με το δύσκολο έργο να πείσει τις χώρες της περιοχής ότι οι ΗΠΑ παραμένουν υπερδύναμη, ότι δεν θα τους εγκαταλείψουν στα δύσκολα και ότι θα μπορέσουν να αποτελέσουν ισχυρό αντίπαλο δέος της Κίνας. Το αν τελικά θα τα καταφέρει μένει να φανεί στο μέλλον.