Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
«Ο άνθρώπος του Θεού» (Ελλάδα, 2021) της Γιελένα Πόποβιτς
Κυριευμένος από μια αόρατη αρμονία, μια άσπιλη εσωτερική λευκότητα, ο ιεράρχης Νεκτάριος Αιγίνης – κατά κόσμον Αναστάσιος Κεφαλάς – είχε το χάρισμα να μιλά και να τον ακούν. Ακριβώς όμως λόγω αυτής της αγνής φύσης του, ίσως και αφέλειάς του, έπεσε θύμα ιντριγκών και παγίδων των ανταγωνιστών του που τον φθονούσαν και τον ζήλευαν. Οπότε δεν κέρδισε ποτέ την θέση που τύποις τουλάχιστον του άξιζε (η αναγνώρισή του ως αγίου ήρθε στη δεκαετία του 1960, πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του).
Αναρωτιέσαι ωστόσο ποιο είναι τελικά το θέμα του «Ανθρώπου του Θεού» της Γιελένα Πόποβιτς που καταπιάστηκε με την ιστορία του Νεκταρίου (Αρης Σερβετάλης). Είναι άραγε αυτός ο πόλεμος τον οποίο ο Νεκτάριος δέχθηκε σχεδόν παθητικά χωρίς να τον νιάζουν στ’ αλήθεια οι θέσεις, ή μήπως είναι η ίδια η αγιοσύνη του, η καλοσύνη του, η ανάγκη του να επικοινωνήσει με τον απλό κόσμο;
Ισως το θέμα της ταινίας, αν μη τι άλλο από πλευράς προθέσεων, να ήταν κάτι και από τα δύο, αν και το πρώτο, δηλαδή το παρασκήνιο, είναι εκείνο που κυριαρχεί.
Όμως στην ταινία, ο ασκητισμός του Νεκταρίου κανόνας απαράβατος σε όλη την ζωή του, δεν έχει τίποτα το υπερβατικό ή πνευματικό όπως π.χ. είχε ο Ιησούς Χριστός του Ενρικε Ιραζόκι στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Αλλά και η ίντριγκα, το παρασκήνιο του πολέμου εναντίον του Νεκταρίου, ή οι θαυματουργικές του ικανότητες, παρά την συμμετοχή αμέτρητων Ελλήνων και ξένων ηθοποιών όπως ο Μίκι Ρουρκ και ο Αλεξάντερ Πετρόφ δεν έχουν καν την γαργαλιστική αφήγηση μιας «γκλαμ» βιογραφίας όπως ο «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» του Φράνκο Τζεφιρέλι.
Νιώθεις ότι η ταινία αγωνιά να βρει ένα ύφος που ποτέ δεν βρίσκει καταλήγοντας έτσι σε έναν μονότονο αγιογραφικό μονόλογο, φτιαγμένο για να ικανοποιήσει τους πιστούς ακολούθους του Νεκταρίου για τους οποίους μάλλον και αποκλειστικά γυρίστηκε.
Βαθμολογία: 1
Προβάλλεται σε παραπάνω από 120 αίθουσες σε όλη την όλη την Ελλάδα
—————————————-
«Bacurau» (Βραζιλία, 2019) των Κλέμεντς Μεντόζα Φίλο και Χούλιο Ντορμέλες
Ο «μαγικός ρεαλισμός» που αποτελεί χαρακτηριστικό της λατινοαμερικανικής κουλτούρας είναι εμφανής στο «Bacurau» (Βραζιλία, 2019) αφού κάτι μαγικό σίγουρα συμβαίνει στο ξεχασμένο από τον Θεό χωριό που αναφέρεται στον τίτλο της ταινίας. Ο σπαραγμός για τον χαμό της μητριάρχιδος της περιοχής που πέθανε 94 χρονών, χωριό κατά μία έννοια συνάδει με την σταδιακή εξαφάνισή του από τον χάρτη, γεγονός στο οποίο φαίνεται ότι κάποιο ρόλο παίζει μια παράξενη ομάδα ξένων οπλοφόρων, που με ηγέτη έναν μάλλον Γερμανό (η μοναδική φάτσα του Ούντο Κίερ κυριαρχεί με τα παγωμένα της μάτια) μεταφέρουν τον κίνδυνο… Το «Bacurau» που απέσπασε το βραβείο της επιτροπής στο προπέρσινο φεστιβάλ των Καννών, είναι μια εξαιρετικά γοητευτική στην όψη ταινία που όμως δύσκολα μπορεί να κατηγοριοποιηθεί και αυτό επειδή καταφέρνει να συνδυάσει αρκετά κινηματογραφικά είδη χωρίς συγκεκριμένα να είναι τίποτα από αυτά. Θυμίζει ταινια επιστημονικής φαντασίας, γουέστερν, θρίλερ και το Βραζιλιάνικο είδος cangaço – ένα είδος ληστή/ αντάρτη πολύ συνηθισμένου στα βορειανατολικά της Βραζιλίας τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα, το οποίο κυριάρχησε στις βραζιλιάνικες ταινίες του Cinema Nuovo (νέο σινεμά) στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Συγχρόνως δεν απέχει από το πολιτικό παρόν καθως την ιστορία διατρέχει μια απολύτως ρεαλιστική εικόνα της σύγχρονης βραζιλιάνικης επαρχίας την οποία οι σκηνοθετες εμπλέκουν μαεστρικά με το παραμύθι μέσω ενός μυθικού χαρακτήρα, που εμφανίζεται εδώ κι εκεί, σαν όραμα.
Βαθμολογία: 3
AΘΗΝΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ – ΣΙΝΕ ΦΛΕΡΥ- ΕΚΡΑΝ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΘΕΣ/ΚΗ: ALEX
——————————————
«Ταξίδι μέσα από την μνήμη» («Reminiscence», ΗΠΑ, 2021) της Λίζα Τζόι
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο εθιστικό από το παρελθόν αλλά αν δεν προσέξεις οι αναμνήσεις θα σε καταβροχθίσουν» ακούμε κάποια στιγμή και αυτό είναι το στίγμα της ταινίας. Οι αναμνήσεις και η πρόσβαση σε αυτές μέσω μιας συσκευής που χειρίζεται ένας επιστήμονας – ντετέκτιβ (Χιού Τζάκμαν) δημιουργούν τον κόσμο της, στην παγίδα του οποίου θα πιαστεί ο ίδιος εξαιτίας μιας γυναίκας (Ρεμπέκα Φέργκιουσον). Και όλα αυτά σε μια ακαθόριστη, μελλοντολογική εποχή, σε έναν κόσμο που έχει καταρρεύσει από μια οικολογική καταστροφή (το Μαϊάμι στο οποίο τοποθετείται η ιστορία είναι κάτι σαν πλωτή πόλη). Ατμοσφαιρικό από την μια πλευρά αλλά και εξαιρετικά μπερδεμένο όπως συμβαίνει στις ταινίες που με τα απανωτά πήγαιν’ έλα χοροπηδούν στον χρόνο και σε ζαλίζουν, τούτο το υγρό νουάρ μπορεί να κινήσει ως ενός σημείου την περιέργειά αλλά εν τέλει το καταβροχθίζει η μονοτονία. Την ίδια ώρα, με το έντονο κόκκινο φόρεμα και το μικρόφωνο της τραγουδίστριας στο χέρι, η Φέργκιουσον παραπέμπει πιο πολύ σε καρτούν εκδοχή του… καρτούν της Τζέσικα Ράμπιτ του «Ποιος παγίδευσε τον Ρότζερ Ράμπιτ;» παρά στην «μοιραία» «Τζίλντα» της Ρίτα Χέιγουορθ που πολύ θα ήθελε.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: VILLAGE MALL ΜΑΡΟΥΣΙ – VILLAGE PENTH – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ – ODEON ESCAPE ΙΛΙΟΝ- TOWN CINEMAS – ΦΛΟΙΣΒΟΣ – ΦΛΕΡΡΥ –
ΗΛΕΚΤΡΑ κ.α. ΘΕΣ/ΝΙΚΗ : VILLAGE COSMOS – ODEON ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ κ.α.
Eπανεκδόσεις
«Ο άνθρωπος ελέφαντας» («The elephant man», ΗΠΑ/ Αγγλία, 1980) του Ντέιβντ Λιντς.
Στο Λονδίνο της Βικτωριανής εποχής, ένας φρικτά παραμορφωμένος άνδρας (Τζον Χερτ – υποψήφιος για το Οσκαρ Α ρόλου), γνωστός με το παρατσούκλι «Ο Ανθρωπος Ελέφαντας» (επειδή ένας ελέφαντας ποδοπάτησε τη μητέρα του όταν εκείνη ήταν έγκυος), νοιώθει γιά πρώτη φορά την έννοια της συμπόνοιας και της αγάπης στα χέρια ενός ηθικού επιστήμονα (Αντονι Χόπκινς). Ενα πολύ σκληρό αλλά συνάμα τρυφερό έργο, το οποίο διακρίνεται από μια βαθύτατη ανθρωπιά, μακριά από το κυνικό ύφος των κατοπινών δημιουργιών του σκηνοθέτη του («Μπλε Βελούδο», «Ατίθαση Καρδιά» κ.α.). Ξεχωριζει και ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης μέσω της ασπρόμαυρης φωτογραφιας του Φρέντι Φράνσις αποτυπώνει την εφιαλτική, μουχλιασμένη ατμόσφαιρα ενός παρακμασμένου βικτωριανού Λονδίνου, γονατισμένου από τη βιομηχανική επανάσταση.
Βαθμολογία: 4
ΑΘHNA: ΡΙΒΙΕΡΑ – ΒΟΞ – ΟΑΣΙΣ
«Τρία χρώματα:Η λευκή ταινία» («Trois colleurs:Blanc», Γαλλία/ Πολωνία/ Ελβετία, 1994)
«Είμαι σε όλα μου γκαντέμης», συμπεραίνει ο Κάρολ (Ζμπίγκνιου Ζαμακόφσκι), ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας, ένας άνεργος, άστεγος και άφραγκος Πολωνός εμιγκρές στο Παρίσι, που έχει χωρίσει από την διεστραμμένη γυναίκα του (Ζιλί Ντελπί). Νοσταλγεί την πατρίδα του και η ευκαιρία να επιστρέψει δίνει στον Κισλόφσκι το πεδίο να κάνει χιούμορ, υμνώντας με σαρκασμό την επιστροφή στις ρίζες, δηλαδή την άθλια Πολωνία, η οποία ωστόσο έχει πιά εξευρωπαϊστεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει παραμείνει άθλια. Δεύτερο μέρος της τριλογίας χρωμάτων του σκηνοθέτη (με πρώτο το «Μπλε» και τελευταίο, το κύκνειο άσμα του, το «Κόκκινο») το «Λευκό» υποτίθεται ότι φλερτάρει με την κωμωδία. Τέτοιο χιούμορ όμως αν είχαμε τι να την κάνουμε τη θλίψη.
Βαθμολογία: 3
ΑΘHNA: ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΑΜΙΚΟ – ΑΝΟΙΞΙΣ
MASH (HΠΑ, 1969) του Ρόμπερτ Ολτμαν.
Μέσα από τα ευτράπελα που δημιουργούνται κατά την διάρκεια εργασίας αλλά και πέρα από αυτήν μιας κινητής ιατρικής μονάδας του αμερικανικού στρατού στον πόλεμο της Κορέας, ο Ολτμαν κατέθεσε ένα έργο καίριας αντιπολεμικής διάθεσης σε μια εποχή που ένας άλλος πόλεμος, του Βιετνάμ, μαινόταν. Ο Ντόναλντ Σάδερλαντ και ο Ελιοτ Γκουλντ είναι οι δύο εξαιρετικοί γιατροί που με την αναρχική στάση τους δηλώνουν την απέχθειά τους απέναντι στον πόλεμο. Η επιτυχία της ταινίας που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών και αργότερα το Οσκαρ σεναρίου είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας ομότιτλης σειράς της τηλεόρασης που είχε τεράστια διάρκεια.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: ΘΗΣΕΙΟ – ΕΛΛΗΝΙΣ – ΣΑΡΩΝΙΣ
Επίσης στις αίθουσες
«Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες» («Around the World in 80 Days», Γαλλία/ Βέλγιο, 2021) του Σαμουέλ Τουρνό. Animation μεταφορά του γνωστού εργου του Ιουλίου Βέρν με έναν σκιουροπίθηκο και έναν βάτραχο.
«Candyman» (ΗΠΑ, 2021) της Νία Ντα Κόστα. Ο Τζόρνταν Πιλ («Τρέξε!») έκανε την παραγωγή αυτής της ταινίας τρομου που στηρίζεται σε μια μεγάλη επιτυχία του 1992 συνεχίζοντας τον μύθο της.