Η διεκδίκηση του Αφγανιστάν έχει μείνει στην Ιστορία ως το «μεγάλο παιχνίδι» της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας απέναντι στην τσαρική Ρωσία, που στις αρχές του 19ου αιώνα φιλοδοξούσε να επικρατήσει στην Κεντρική Ασία και δι’ αυτής να βρει διέξοδο στις νότιες θερμές θάλασσες. Οι Βρετανοί, νιώθοντας ότι απειλείται το «διαμάντι του στέμματος», οι κτήσεις τους στην Ινδική Χερσόνησο, άρχισαν να επιχειρούν στο Αφγανιστάν προκειμένου να αποκόψουν την τσαρική επέκταση στον Νότο της Ασίας. Η Γηραιά Αλβιών έχασε δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες στην εκεί μακρά εμπλοκή της, αλλά η τραυματική εμπειρία της δεν υπήρξε καθόλου διδακτική για τους επόμενους που θέλησαν να δοκιμάσουν την τύχη τους στο λεγόμενο «νεκροταφείο των αυτοκρατοριών».
Το πιο διεφθαρμένο βασίλειο της Ανατολής
Στους νεότερους χρόνους το Αφγανιστάν δείχνει να έχει παράλληλη πορεία με εκείνη του γειτονικού Ιράν. Μετά την αποτυχία των Βρετανών εξελίχθηκε σε ένα τυπικό διεφθαρμένο βασίλειο της Ανατολής, που βρισκόταν σε μια διαρκή πάλη μεταξύ ενός άκομψου, προκλητικού κατά βάση, εκδυτικισμού και σχεδόν αρχέγονων πολιτικοθρησκευτικών παραδόσεων.
Με τον καιρό, η διαφθορά των βασιλέων κατέστη αφόρητη, όπως και εκείνη του Σάχη στο Ιράν. Με τη διαφορά ότι στο Αφγανιστάν, εξαιτίας και της πολιτικής επιρροής των σοβιετικών ηγετών που διατήρησαν σχεδόν ακέραιη τη διεκδίκηση των τσάρων στην ευρύτερη ζώνη της Κεντρικής Ασίας, συγκροτήθηκε ισχυρό αριστερό κόμμα, το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα του Αφγανιστάν, υπό τον Νουρ Μουχαμάντ Ταρακί, το οποίο πρωταγωνίστησε το 1973 στην ανατροπή του βασιλιά Μοχάμεντ Ζαχίρ Σαχ, βοηθώντας τον τότε πρωθυπουργό Νταούντ Χαν να εγκαθιδρύσει τη Δημοκρατία του Αφγανιστάν.
Νωρίς ωστόσο οι δύο συνεργαζόμενοι ηγέτες συγκρούστηκαν, τα στελέχη του φιλοσοβιετικού κόμματος εκδιώχθηκαν από την κυβέρνηση, αλλά λίγα χρόνια αργότερα, το 1978, το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα του Ταρακί κατάφερε με τη βοήθεια του στρατού να ανατρέψει τον Νταούντ Χαν και να εγκαθιδρύσει τη Λαϊκή Δημοκρατία του Αφγανιστάν.
Ο εκσυγχρονισμός που σταμάτησε βίαια
Ο Ταρακί επιχείρησε με δυναμικό τρόπο να εκσυγχρονίσει το Αφγανιστάν αποκαθιστώντας τα δικαιώματα των γυναικών στην εκπαίδευση και στην εργασία, αλλά μειοψηφικό όπως ήταν συνάντησε την έντονη αντίδραση και την ευθεία εναντίωση των ισλαμιστών, ιδιαιτέρως των ιερωμένων, οι οποίοι οργάνωσαν βίαια σώματα μουτζαχεντίν ανταρτών με αποτέλεσμα να επικρατήσουν συνθήκες εμφυλίου πολέμου.
Ο Ταρακί δεν μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση και έτσι το 1979 οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στη χώρα με δύναμη 15.000 ανδρών, προσπαθώντας να ελέγξουν την κατάσταση, επιτιθέμενοι τους αντάρτες με όλα τα μέσα. Εν τω μεταξύ, στο γειτονικό Ιράν εξελισσόταν σχεδόν ταυτόχρονα η ισλαμική εξέγερση που οδήγησε στην ανατροπή του φιλοαμερικανού Σάχη.
Η εξέγερση στο Ιράν συνοδεύθηκε από την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη και τη δολοφονία του αμερικανού πρέσβη. Κάπου εκεί αρχίζει και η αμερικανική εμπλοκή στο Αφγανιστάν. Είμαστε στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, οι Αμερικανοί έχουν χάσει το Ιράν και μαζί δεν μπορούν να αντέξουν τη σοβιετική παρουσία στο Αφγανιστάν.
Οι συμμαχίες και η εμπλοκή των ΗΠΑ
Συμμαχούν τότε με τους Σαουδάραβες και τους Πακιστανούς και μέσω αυτών και άλλων προμηθεύουν με σύγχρονα όπλα τους μουτζαχεντίν. Η CIA εκείνα τα χρόνια οργίασε στην κυριολεξία, προκειμένου να επιτύχει την εκδίωξη των Σοβιετικών από το Αφγανιστάν. Μέχρι και το Χόλιγουντ επιστρατεύθηκε για να εκθειάσει τον αγώνα των ισλαμιστών ανταρτών υπό την καθοδήγηση αμερικανών «Ράμπο», σαν εκείνους που υποδυόταν ο λιγομίλητος Σιλβέστερ Σταλόνε.
Οι αμερικανικές υπηρεσίες θα προμηθεύσουν τότε στους αντάρτες τους περίφημους τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους «Στίνγκερ», οι οποίοι εξολόθρευαν στην κυριολεξία τα σοβιετικά ελικόπτερα που επιχειρούσαν στην αφγανική ύπαιθρο.
Προϊόντος του χρόνου, οι απώλειες των Σοβιετικών κατέστησαν αφόρητες και το 1985 ο Γκορμπατσόφ άρχισε να μιλάει για αποχώρηση από το Αφγανιστάν. Ενδεικτική της αμερικανικής εμπλοκής ήταν η υποδοχή που επιφύλαξε στους ηγέτες των ανταρτών στον Λευκό Οίκο το 1986 ο Ρόναλντ Ρίγκαν. Ολοι θυμούνται την αμήχανη και παράταιρη συνάντηση. Ωστόσο ο σκοπός αγίαζε τα μέσα, καθώς τότε ο Ρίγκαν και η Θάτσερ είχαν βάλει σκοπό της ζωής τους να οδηγήσουν τη Σοβιετική Ενωση στην κατάρρευση και πίεζαν με όλα τα μέσα, ιδιαιτέρως με τον ανταγωνισμό των οπλικών συστημάτων και τον οικονομικό στραγγαλισμό της Μόσχας.
Η αποχώρηση των Σοβιετικών
Και όντως η εισβολή στο Αφγανιστάν και η εννεάχρονη κατοχή του αποτέλεσε το κύκνειο σοβιετικό άσμα και απόδειξη της παρακμής του σοσιαλιστικού μπλοκ. Το 1988 ο Γκορμπατσόφ απέσυρε τα σοβιετικά στρατεύματα και τρία χρόνια αργότερα, το 1991, η πάλαι ποτέ κραταιά Σοβιετική Ενωση κατέρρευσε σαν άλλος χάρτινος πύργος.
Χρειάστηκαν ωστόσο κάμποσα χρόνια οι μουτζαχεντίν, μετέπειτα Ταλιμπάν, δηλαδή οι μαχητές της ισλαμικής γνώσης, να καταλάβουν την εξουσία και να εγκαθιδρύσουν απολύτως καταπιεστικό θεοκρατικό κράτος, με αυστηρή εφαρμογή της σαρίας, χωρίς καμία ανοχή στα δικαιώματα των γυναικών και όποιων αρνούνται τις επιταγές του ισλαμικού νόμου.
Το πέτυχαν το 1996 σκορπώντας τον τρόμο και μετατρέποντας τη χώρα σε ένα θερμοκήπιο φανατικού φονταμενταλισμού, όπου βρήκαν καταφύγιο όλοι οι παράφρονες, με πρώτο και καλύτερο τον Σαουδάραβα Οσάμα μπιν Λάντεν και τη φανατική του βάση, την Αλ Κάιντα.
Η αμερικανική ηγεμονία και η εισβολή στο Ιράκ
Εν τω μεταξύ, η σοβιετική κατάρρευση είχε καταστήσει την αμερικανική παγκόσμια ηγεμονία αδιαμφισβήτητη, αποχαλινώνοντας την αμερικανική ηγεσία, που πλέον θεωρούσε ότι μπορούσε να επιβάλλει τους όρους και τη θέλησή της στον κόσμο. Τότε άλλωστε άρχισε να οικοδομείται το ιδεολόγημα της παγκοσμιοποίησης και της ομογενοποίησης των οικονομιών σε όλη τη Γη. Το 1991, με αφορμή μια όντως αναίτια, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, εισβολή των δυνάμεων του Ιράκ υπό την καθοδήγηση του Σαντάμ Χουσεΐν στο γειτονικό Κουβέιτ, οι Αμερικανοί θέλησαν να επιβεβαιώσουν ακριβώς την ηγεμονία τους στη μετασοβιετική εποχή. Κήρυξαν τον πόλεμο στον Σαντάμ Χουσεΐν και οργάνωσαν την «Καταιγίδα της ερήμου», μια ιστορικών διαστάσεων πολεμική επιχείρηση εκδίωξης των ιρακινών δυνάμεων από το κουβετιανό έδαφος.
Η αμερικανική επέμβαση μάλιστα μεταδόθηκε απευθείας από τις τηλεοράσεις σε ολόκληρο τον κόσμο προς εμπέδωση της ηγεμονίας, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο έντασης και μια βεντέτα που θα σημαδέψει την έτσι κι αλλιώς εύφλεκτη ζώνη της Μέσης Ανατολής.
Η υπερδύναμη στο στόχαστρο ισλαμιστών
Εκείνος ο πρώτος πόλεμος του μετασοβιετικού κόσμου θα φανατίσει τους θιασώτες του εξτρεμιστικού ισλαμοφασισμού και θα έλθει να ενεργοποιήσει παράλογα σχέδια που μόνο νοσηρά μυαλά μπορούσαν να συλλάβουν. Τα δίκτυα του οχυρωμένου στα απόρθητα βουνά του Αφγανιστάν Οσάμα μπιν Λάντεν επιδίδονταν από το 1996, από την εγκατάσταση του θεοκρατικού καθεστώτος του μουλά Ομάρ στην Καμπούλ, στην αναζήτηση και στρατολόγηση νεαρών ισλαμιστών ικανών να επιχειρήσουν παράτολμα σχέδια, όπως αυτό των τρομοκρατικών επιθέσεων στο έδαφος των ΗΠΑ, που μετά τον πρώτο πόλεμο εναντίον του Ιράκ είχαν αναγορευθεί σε πρώτο και μέγα εχθρό για τους φανατικούς ισλαμιστές ανά τον κόσμο.
Η Αλ Κάιντα και ο Οσάμα έπιασαν στον ύπνο τους Αμερικανούς, οργάνωσαν μαζική επίθεση εναντίον εμβληματικών στόχων των ΗΠΑ και την εξαπέλυσαν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, καταλαμβάνοντας τέσσερα επιβατικά αεροπλάνα και προλαβαίνοντας να οδηγήσουν τρία από αυτά πάνω στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης και στο Πεντάγωνο, ενώ το τέταρτο κατερρίφθη από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ. Το σοκ ήταν μέγα για ολόκληρο τον κόσμο και το πλήγμα τεραστίων διαστάσεων στο γόητρο των ΗΠΑ. Από τις επιθέσεις χάθηκαν 2.977 ψυχές! Η αμερικανική ηγεσία από την πρώτη στιγμή θεώρησε συνυπεύθυνο το θεοκρατικό καθεστώς του Αφγανιστάν και άρχισε αμέσως να προετοιμάζει διεθνή εκστρατεία κατά της τρομοκρατίας.
Η προσπάθεια για συγκρότηση κυβέρνησης
Σε λιγότερο από έναν μήνα, και συγκεκριμένα στις 7 Οκτωβρίου του 2001, αμερικανικά στρατεύματα εισέβαλαν και κατέλαβαν το Αφγανιστάν εκδιώκοντας τους Ταλιμπάν από την εξουσία. Ακολούθησε ανθρωποκυνηγητό της ηγεσίας των Ταλιμπάν, αλλά ο Οσάμα μπιν Λάντεν και ο μουλάς Ομάρ κατάφεραν να διαφύγουν στο Πακιστάν και να συνεχίσουν να εκπέμπουν τα εχθροπαθή μηνύματά τους και να φροντίζουν τη διατήρηση και ενίσχυση των τρομοκρατικών δικτύων τους. Καταλαμβάνοντας το Αφγανιστάν οι Αμερικανοί θα «χρυσώσουν» στην κυριολεξία τοπικούς φυλάρχους προκειμένου να συγκροτήσουν κυβέρνηση ικανή να εξοντώσει τους Ταλιμπάν.
Δεν το κατάφεραν ποτέ, οι φύλαρχοι αποδείχθηκαν βαθύτατα διεφθαρμένοι και ανίκανοι να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που τους ανέθεσαν οι Αμερικανοί. Οι Ταλιμπάν αντιθέτως διατήρησαν τις δυνάμεις και συνέχισαν να επιτίθενται στα αμερικανικά στρατεύματα με ανορθόδοξες μεθόδους, οργανώνοντας κάθε τόσο επιθέσεις αυτοκτονίας. Τα ιερατικά σχολεία συνέχισαν να εκπαιδεύουν φανατικούς μαχητές και μεγάλο τμήμα του τοπικού πληθυσμού αντιμετώπιζε τα αμερικανικά στρατεύματα ως δυνάμεις κατοχής.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά τον δεύτερο αμερικανικό πόλεμο εναντίον του Ιράκ και του Σαντάμ Χουσεΐν, τον Μάρτιο του 2003. Εκείνος ο πόλεμος που στηρίχθηκε, όπως εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε, σε ψευδή στοιχεία περί ύπαρξης πυρηνικών όπλων, επέτεινε τις αντιθέσεις στην ευρύτερη ζώνη της Μέσης Ανατολής και επέτρεψε την οικοδόμηση ευρύτατου αντιαμερικανικού κλίματος σε ολόκληρη την περιοχή.
Οι ατυχείς κινήσεις και η γέννηση του ISIS
Είχαν προηγηθεί επίσης οι μεταγωγές υπόπτων στην αμερικανική βάση Γκουαντάναμο στην Κούβα, εν μέσω καταγγελιών για βασανιστήρια και ανορθόδοξες πρακτικές αναζήτησης πληροφοριών για τα τρομοκρατικά δίκτυα. Συνδυασμένα τα γεγονότα με την κατάληψη του Ιράκ, τον απαγχονισμό του Σαντάμ Χουσεΐν και τις εκκαθαρίσεις καθεστωτικών επέτρεψαν την ανάπτυξης νέων ριζοσπαστικών σχημάτων ισλαμιστών ζηλωτών στην ευρύτερη ζώνη, δυσκολεύοντας κατά πολύ τη διευρυμένη πια διεθνή αντιτρομοκρατική επιχείρηση.
Η επόμενη δε έμπνευση των αμερικανών υπευθύνων να αναδιαμορφώσουν πολιτικά και οικονομικά ολόκληρη την περιοχή από τη Μαυριτανία ως την Ινδονησία, ευνοώντας το κίνημα της Αραβικής Ανοιξης, απεδείχθη αν μη τι άλλο ατυχής. Η ιδέα μαζικού εκδημοκρατισμού και αναδιανομής πλούτου σε μια ζώνη 2 τρισ. δολαρίων φάνταζε εξ αρχής υπερφιλόδοξη, για να μην πούμε υπερφίαλη. Εξελίχθηκε κάποια στιγμή μετά το 2010 μεταφέροντας χαοτικές συνθήκες σε πλήθος χωρών, προκάλεσε τον πόλεμο στη Συρία και επέτρεψε τη γέννηση του αιμοσταγούς ISIS στην ενδιάμεση ζώνη μεταξύ Ιράκ και Συρίας.
Η προαποφασισμένη αποχώρηση
Εν τω μεταξύ οι Αμερικανοί πέτυχαν να εντοπίσουν κάπου στα σύνορα του Αφγανιστάν με το Πακιστάν και να σκοτώσουν τον Οσάμα μπιν Λάντεν τον Μάιο του 2011. Ο μουλάς Ομάρ δεν βρέθηκε ποτέ, παρά κάποια στιγμή έγινε γνωστό από αφγανικές πηγές ότι πέθανε το 2015 σε νοσοκομείο του Πακιστάν. Ωστόσο το Αφγανιστάν παρέμεινε χαίνουσα πληγή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και συνολικά για τη Δύση. Η χώρα δεν κατάφερε να χτίσει ολοκληρωμένες κρατικές δομές, ούτε να απορροφήσει τα δυτικά πρότυπα. Κυριαρχήθηκε από τη διαφθορά των τοπικών αρχόντων, δεν μπόρεσε να αναταχθεί οικονομικά και ο πληθυσμός παρέμεινε καθηλωμένος υπό τη διαρκή επίδραση των Ταλιμπάν. Το αδιέξοδο κατεγράφη σε εκθέσεις και ήδη από το 2015 ο Μπαράκ Ομπάμα άρχισε να συζητεί την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων. Ακολούθως ο Ντόναλντ Τραμπ άρχισε να διαπραγματεύεται στην Ντόχα, μέσω των Καταριανών, με τη νέα γενιά των Ταλιμπάν και το 2020 κατέληξε σε σχετική συμφωνία, την οποία έσπευσε να υλοποιήσει ο πεπεισμένος από χρόνια για το αδιέξοδο του πολέμου στο Αφγανιστάν Τζο Μπάιντεν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξόδεψαν κοντά στο 1 τρισ. δολάρια στην αντιτρομοκρατική επιχείρηση, αναστάτωσαν ολόκληρη την περιοχή, δεν μπόρεσαν να αναγεννήσουν τη χώρα και εν τέλει την άφησαν έρμαιο στα χέρια των Ταλιμπάν, οι οποίοι την ανακατέλαβαν σε ελάχιστο χρόνο, χωρίς να χρειαστεί να ρίξουν μια ντουφεκιά. Το ναυάγιο είναι μοναδικό, ούτε την έγκαιρη αποχώρησή τους δεν μπόρεσαν να εξασφαλίσουν, αφήνοντας πίσω τους συντρίμμια και έναν λαό βασανισμένο στα χέρια καθυστερημένων θρησκόληπτων. Ο αφγανικός λαός είναι καταδικασμένος να πάρει ξανά τους πέντε δρόμους, να αναζητήσει την τύχη του αλλού. Αν απομένει κάτι στην ηττημένη Δύση, είναι να καλύψει κατά το δυνατόν τις γυναίκες, που κινδυνεύουν να βυθιστούν στην απανθρωπιά της σαρίας, και να υποστηρίξει το πλήθος των διωκομένων. Και βεβαίως να κατανοήσει ότι όπως η επανάσταση δεν εξάγεται, έτσι και η Δημοκρατία δεν εγκαθίσταται με το ζόρι, χωρίς την παθιασμένη θέληση των πολιτών.